Δεν έχουμε πολλά κοινά να μοιραστούμε με εκείνους που επιθυμούν τον μοντέρνο ολοκληρωτισμό |
Την περασμένη Πέμπτη το μεσημέρι, ο υπουργός Άμυνας, Νίκος Δένδιας, είχε προγραμματίσει να ταξιδέψει στο Βελιγράδι, ωστόσο αναγκάστηκε να αναβάλει την επίσκεψή του την τελευταία στιγμή, λόγω μιας τροφικής δηλητηρίασης, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, προήλθε από την κατανάλωση «ωμού» σουσοειδούς.
Ωστόσο, η επίσκεψη του Δένδια δεν περιοριζόταν μόνο στο δημόσιο πρόγραμμα. Από τη στιγμή που διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών, ο Δένδιας έχει αναπτύξει στενές προσωπικές σχέσεις με όλους τους Βαλκάνιους ηγέτες, οι οποίοι τον εκτιμούν ιδιαίτερα.
Μάλιστα, η οικογένεια του προέδρου της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, διοργανώνει κάθε χρόνο ένα εορταστικό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, στο οποίο φιλοξενούνται εκλεκτοί προσκεκλημένοι και κατά τη διάρκεια του οποίου ο ίδιος ο πρόεδρος, με απόλυτη ταπεινότητα, πετάει τη γραβάτα και το κοστούμι του και σερβίρει κρασί και φαγητό στους καλεσμένους του, προσωπικά και έναν-έναν.
Μάλιστα, η οικογένεια του προέδρου της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, διοργανώνει κάθε χρόνο ένα εορταστικό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, στο οποίο φιλοξενούνται εκλεκτοί προσκεκλημένοι και κατά τη διάρκεια του οποίου ο ίδιος ο πρόεδρος, με απόλυτη ταπεινότητα, πετάει τη γραβάτα και το κοστούμι του και σερβίρει κρασί και φαγητό στους καλεσμένους του, προσωπικά και έναν-έναν.
Πρόκειται για μια παράδοση που ακολουθούν και άλλες σερβικές οικογένειες, η οποία αναδεικνύει τη σημασία της οικογένειας ως θεσμού και την εγγύτητα της κοινωνίας.
Στην Σερβία, η Ορθοδοξία και οι παραδοσιακές αξίες είναι στο αποκορύφωμά τους, ενώ η «woke» ατζέντα φαίνεται να μην έχει ριζώσει στον κοινωνικό ιστό.
Αυτή η εικόνα της ενωμένης οικογένειας, ως κύτταρο εθνικής και κοινωνικής συνοχής, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική και τις ηγεσίες που την προάγουν.
Αυτή η εικόνα της ενωμένης οικογένειας, ως κύτταρο εθνικής και κοινωνικής συνοχής, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική και τις ηγεσίες που την προάγουν.
Οι ηγέτες κρίνονται σε τέσσερα κρίσιμα μέτωπα:
Η πολιτική τους για την κοινωνία και η ικανότητά τους να εξισορροπήσουν την παράδοση με τη νεωτερικότητα.
Η ύπαρξη ενός συνολικού εθνικού γεωπολιτικού σχεδίου, ιδίως σε καιρούς μεγάλων προκλήσεων και ευκαιριών.
Η κοινωνική πολιτική που ασκούν, είτε αυθεντική είτε υποκριτική, και το αν απαντούν στο δίλημμα του δημοκρατικού καπιταλισμού: «Με τους πολλούς ή με τους λίγους;»
Το μοντέλο διοίκησης που εφαρμόζουν, το οποίο μπορεί να είναι δημοκρατικό ή αυταρχικό.
Στην ελληνική πολιτική σκηνή, ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση, έχουμε δει τον θεσμό της οικογένειας να υφίσταται αλλοίωση μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων.
Στην ελληνική πολιτική σκηνή, ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση, έχουμε δει τον θεσμό της οικογένειας να υφίσταται αλλοίωση μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να αλλάξει τον παραδοσιακό χαρακτήρα της οικογένειας, εστιάζοντας σε θέματα όπως το νέο κληρονομικό δίκαιο και τον δρακόντειο νόμο για την ενδοοικογενειακή βία. Με τις τελευταίες νομοθετικές εξελίξεις, ο θεσμός της οικογένειας αποδομείται σιωπηλά, καθώς πλέον οι συντρόφοι ζωής και οι περιστασιακοί σύντροφοι περιλαμβάνονται στον «οικογενειακό» κύκλο χωρίς να υφίστανται αστικές νομικές σχέσεις με το έτερον ήμισυ. Έτσι, η κυβέρνηση ουσιαστικά υπονομεύει τον θεσμό του γάμου, επιβάλλοντας μια μεταμοντέρνα αντίληψη για τις οικογενειακές σχέσεις.
Αλλά και η απουσία ενός εθνικού γεωπολιτικού σχεδίου για την περιοχή των Βαλκανίων και της Μεσογείου αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της τελευταίας δεκαπενταετίας. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την πολιτική αδράνεια, έχει καταλάβει μέσω της Συρίας, της Λιβύης, του Αζερμπαϊτζάν και του Ουζμπεκιστάν τον γεωπολιτικό χώρο που είχε διασφαλίσει η ελληνική κυβέρνηση υπό την ηγεσία Καραμανλή το 2009. Αν το σχέδιο της κυβέρνησης Καραμανλή είχε προχωρήσει, η Ελλάδα θα είχε εξελιχθεί σε ενεργειακό κόμβο της περιοχής για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η Τουρκία θα είχε περιοριστεί και δεν θα είχε κανένα ρόλο στην περιοχή. Αντί γι’ αυτό, η κυβέρνηση των τελευταίων ετών έχει αποδεχτεί να ενσωματωθεί στις στρατηγικές των άλλων χωρών, όπως η Τουρκία, με αποτέλεσμα την πλήρη ανατροπή της ελληνικής στρατηγικής.
Στο πεδίο της οικονομίας, η φιλολαϊκή πολιτική της κυβέρνησης περιορίζεται στην παροχή επιδομάτων, που στην πραγματικότητα αποτελούν ελεημοσύνη και «ξεροκόμματο» για τον πληθυσμό. Αντί να προχωρήσει σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση συνεχώς προσφέρει πρόστιμα «χάδι» στις μεγάλες εταιρείες και τράπεζες που εκμεταλλεύονται τους πολίτες, για να λειάνει τις αντιδράσεις και να καλύψει τις πραγματικές αδυναμίες της. Το μοντέλο που ακολουθείται είναι της κοινωνικής ειρήνης με βάση τα επιδόματα, ενισχύοντας τη δημιουργία μιας κοινωνίας εξαρτημένης από την κρατική ελεημοσύνη.
Τέλος, το μοντέλο διοίκησης που επικρατεί στη χώρα, τόσο στην κυβέρνηση όσο και στο κόμμα, παραπέμπει σε ένα ολοκληρωτικό σύστημα. Η πειθαρχία στη γραμμή του «κεντρικού καταστήματος» είναι επιβεβλημένη και όποιος αξιωματούχος δεν συμμορφώνεται αντικαθίσταται. Όσοι εκδηλώνουν αντιρρήσεις ή θεωρούνται «ανάξιοι» της εμπιστοσύνης του καθεστώτος παρακολουθούνται με σύγχρονες τεχνολογίες και εκβιάζονται. Αν κάποιος δεν υποτάσσεται πλήρως στην «γραμμή» διαγράφεται ή στοχοποιείται από οργανωμένα διαδικτυακά στρατεύματα που χρησιμοποιούν επιθετικές τακτικές τραμπουκισμού.
Αν λοιπόν η πολιτική της κυβέρνησης πλήττει διαρκώς τις παραδοσιακές αξίες, εάν συνεχώς εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών και εμπαίζει τους αδύναμους, εάν η εξωτερική πολιτική της χώρας περιορίζεται στη συνεχιζόμενη εξάρτηση από ξένους προστάτες και εάν η κυβερνητική φιλοσοφία παραπέμπει στον μοντέρνο ολοκληρωτισμό, τότε τα πράγματα είναι ξεκάθαρα:
Αλλά και η απουσία ενός εθνικού γεωπολιτικού σχεδίου για την περιοχή των Βαλκανίων και της Μεσογείου αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της τελευταίας δεκαπενταετίας. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την πολιτική αδράνεια, έχει καταλάβει μέσω της Συρίας, της Λιβύης, του Αζερμπαϊτζάν και του Ουζμπεκιστάν τον γεωπολιτικό χώρο που είχε διασφαλίσει η ελληνική κυβέρνηση υπό την ηγεσία Καραμανλή το 2009. Αν το σχέδιο της κυβέρνησης Καραμανλή είχε προχωρήσει, η Ελλάδα θα είχε εξελιχθεί σε ενεργειακό κόμβο της περιοχής για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η Τουρκία θα είχε περιοριστεί και δεν θα είχε κανένα ρόλο στην περιοχή. Αντί γι’ αυτό, η κυβέρνηση των τελευταίων ετών έχει αποδεχτεί να ενσωματωθεί στις στρατηγικές των άλλων χωρών, όπως η Τουρκία, με αποτέλεσμα την πλήρη ανατροπή της ελληνικής στρατηγικής.
Στο πεδίο της οικονομίας, η φιλολαϊκή πολιτική της κυβέρνησης περιορίζεται στην παροχή επιδομάτων, που στην πραγματικότητα αποτελούν ελεημοσύνη και «ξεροκόμματο» για τον πληθυσμό. Αντί να προχωρήσει σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση συνεχώς προσφέρει πρόστιμα «χάδι» στις μεγάλες εταιρείες και τράπεζες που εκμεταλλεύονται τους πολίτες, για να λειάνει τις αντιδράσεις και να καλύψει τις πραγματικές αδυναμίες της. Το μοντέλο που ακολουθείται είναι της κοινωνικής ειρήνης με βάση τα επιδόματα, ενισχύοντας τη δημιουργία μιας κοινωνίας εξαρτημένης από την κρατική ελεημοσύνη.
Τέλος, το μοντέλο διοίκησης που επικρατεί στη χώρα, τόσο στην κυβέρνηση όσο και στο κόμμα, παραπέμπει σε ένα ολοκληρωτικό σύστημα. Η πειθαρχία στη γραμμή του «κεντρικού καταστήματος» είναι επιβεβλημένη και όποιος αξιωματούχος δεν συμμορφώνεται αντικαθίσταται. Όσοι εκδηλώνουν αντιρρήσεις ή θεωρούνται «ανάξιοι» της εμπιστοσύνης του καθεστώτος παρακολουθούνται με σύγχρονες τεχνολογίες και εκβιάζονται. Αν κάποιος δεν υποτάσσεται πλήρως στην «γραμμή» διαγράφεται ή στοχοποιείται από οργανωμένα διαδικτυακά στρατεύματα που χρησιμοποιούν επιθετικές τακτικές τραμπουκισμού.
Αν λοιπόν η πολιτική της κυβέρνησης πλήττει διαρκώς τις παραδοσιακές αξίες, εάν συνεχώς εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών και εμπαίζει τους αδύναμους, εάν η εξωτερική πολιτική της χώρας περιορίζεται στη συνεχιζόμενη εξάρτηση από ξένους προστάτες και εάν η κυβερνητική φιλοσοφία παραπέμπει στον μοντέρνο ολοκληρωτισμό, τότε τα πράγματα είναι ξεκάθαρα:
Δεν έχουμε πολλά κοινά να μοιραστούμε.
Αυτό δεν αποτελεί προσωπική εμμονή, όπως κάποιοι θα ήθελαν να πιστεύουν, αλλά είναι η πίστη σε μια εντελώς διαφορετική αντίληψη για το τι είναι «πατρίδα».
Και αυτή η αντίληψη δεν είναι διαπραγματεύσιμη, ακόμα και αν αυτή μας οδηγεί σε μοναχικούς δρόμους.
Ο ρομαντικός εθνικισμός, με όλη τη δύναμη της παράδοσης και των αξιών του, παραμένει προτιμότερος από τον μοντέρνο ολοκληρωτισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου