Ο Μονέ χρειάστηκε 24 χρόνια προκειμένου να φιλοτεχνήσει τον πίνακα, που απεικονίζει την γέφυρα Τσάρινγκ Κρος του Λονδίνου, τα δέκα πούρα όμως, που κάπνιζε ημερησίως ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, κατοπινός κάτοχος του έργου ήταν υπεραρκετά για τον καλύψουν με κάπνα.
Ο πίνακας άλλωστε βρισκόταν στο καθιστικό του βρετανού πολιτικού στο Τσάρτγουελ, εκεί όπου
συνήθιζε -όπως και σε άλλα μέρη ασφαλώς- να απολαμβάνει τα πούρα του. Κάτι που έγινε το προσωπικό του έμβλημα, όπως είναι γνωστό, αφού στις φωτογραφίες απεικονίζεται πολύ συχνά να καπνίζει πούρο.Σύμφωνα με τους βιογράφους του μάλιστα, ο Τσόρτσιλ, ο οποίος έζησε στην ύπαιθρο του Κεντ για 40 χρόνια, κάπνιζε συνήθως μεγάλα κουβανέζικα πούρα, που ουδέποτε του έλειπαν φυσικά, αφού σε ένα μικρό δωμάτιο έξω από το γραφείο του είχε αποθηκευμένα σχεδόν 4.000 από αυτά.
Ταλαντούχος ερασιτέχνης ζωγράφος ο ίδιος, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ λάτρευε τον Μονέ αλλά προφανώς δεν είχε φανταστεί, πόσο κακό θα προξενούσε η συνήθειά του στον πολύτιμο πίνακα.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς, ότι σύμφωνα με τις τελευταίες πωλήσεις αντίστοιχων έργων του Μονέ που απεικονίζουν σκηνές του Λονδίνου έχουν πουληθεί για 65 και 76 εκατομμύρια δολάρια.
Η έκθεση
Η ιστορία αποκαλύφθηκε τώρα, που μια έκθεση με θέμα τον Μονέ και το Λονδίνο πρόκειται να εγκαινιαστεί στην Κόρτολντ Γκάλερι (27 Σεπτεμβρίου-19 Ιανουαρίου 2025) με 21 από τους πίνακες του μεγάλου γάλλου ζωγράφου, που έγιναν στην βρετανική πρωτεύουσα.
Αν και ο Μονέ όμως, είχε υπογράψει και χρονολογήσει ο ίδιος τον πίνακα το 1902, στην πραγματικότητα είχε αρχίσει να τον φιλοτεχνεί πολύ νωρίτερα, το φθινόπωρο του 1899 ή στις αρχές του 1900 κατά την διάρκεια επίσκεψής του στο Λονδίνο ενώ η ολοκλήρωσή του ήρθε το 1923.
Η κύρια επέμβαση που έκανε τότε ήταν η προσθήκη κίτρινων λωρίδων στις αντανακλάσεις στο νερό και στον ουρανό, κάτι που αφορά το ένα τρίτο του καμβά.
Αυτό το κίτρινο χρώμα όμως, σταδιακά έγινε πολύ λιγότερο ορατό, λόγω της συσσώρευσης ακαθαρσιών που μεταφέρονται στον αέρα και του σκούρου χρώματος του βερνικιού.
Κάτι, που βεβαίωσε και η συντηρήτρια του πίνακα Ρεμπέκα Χέλεν επισημαίνοντας, ότι μαζί με την αιθάλη που εναποτίθεται από τα τζάκια, οι άνθρωποι που καπνίζουν συμβάλλουν στο θάμπωμα της επιφάνειας των έργων.
Το κίτρινο της ομίχλης
Ο Μονέ είχε δουλέψει αρχικά τον πίνακα από ένα μπαλκόνι στον επάνω όροφο του ξενοδοχείου Savoy, όπου διέμενε. Ένα σημείο από το οποίο έβλεπε από ψηλά τη γέφυρα Τσάρινγκ Κρος του 1864 και τα πιο απομακρυσμένα κτήρια του Κοινοβουλίου.
Εκείνο όμως, που τον είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα ήταν η χαρακτηριστική κίτρινη ομίχλη του Λονδίνου, που μπορεί να ήταν επιβλαβής για τους ανθρώπους, αφού σε μεγάλο βαθμό προκαλούνταν από τις εκπομπές θείου από την καύση άνθρακα, για ένα ζωγράφο όμως, όπως εκείνος, που λάτρεψε το χρώμα και το φως ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ιμπρεσιονισμού ήταν κάτι σαν θείο δώρο.
Επιπλέον απόδειξη είναι, ότι το 1901 σε γράμμα προς την σύζυγό του Αλίς περιέγραφε πόσο «εξαιρετική ήταν η ομίχλη», γιατί ήταν «τόσο πολύ κίτρινη».
Όταν ξαναδούλεψε λοιπόν το έργο στο παριζιάνικο εργαστήριό του στο Ζιβερνί ενίσχυσε ακόμη περισσότερο το κίτρινο χρώμα της ενώ παράλληλα «μετακίνησε» τους πύργους των κτηρίων του Κοινοβουλίου από την πραγματική τους θέση στα άκρα δεξιά, λίγο πιο κοντά στο κέντρο της σκηνής, κάνοντας τους πιο ορατούς.
Ένα δώρο φιλίας
Το έργο μετά την ολοκλήρωσή του πουλήθηκε σε έναν παριζιάνο έμπορο και από εκεί το αγόρασε ένας επιχειρηματίας που ασχολούνταν με φάρμακα.
Στην συνέχεια το 1942 ξαναπουλήθηκε και το 1949 αγοράστηκε από τον αμερικανό λογοτεχνικό πράκτορα τον Έμερι Ριβς. Η αγορά αυτή όμως, δεν ήταν τυχαία, καθώς ο Ριβς, ο οποίος εργαζόταν για τον Τσόρτσιλ απέκτησε το Μονέ ειδικά για να τον προσφέρει στον αρχηγό τότε, της αντιπολίτευσης στο Κοινοβούλιο.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1949 ο Ριβς έγραφε στον Τσόρτσιλ: «Γνωρίζοντας ότι ο Μονέ είναι ο αγαπημένος σας ζωγράφος, έψαχνα έναν από τους καλούς του πίνακες εδώ και πολλούς μήνες… Παρακαλώ αποδεχθείτε τον ως ένα πολύ μικρό δείγμα της ευγνωμοσύνης μου για τη φιλία σας». Και ολοκλήρωνε την επιστολή του: «Τις καλύτερες ευχές μου για ένα ευτυχισμένο 1950, κατά το οποίο ελπίζω να διαλύσετε την ομίχλη που σκεπάζει το Γουέστμινστερ».
Όπως είναι γνωστό, το 1945 ο Τσόρτσιλ είχε χάσει την πρωθυπουργία από τον ηγέτη των Εργατικών Κλέμεντ Ατλ, ενώ έγινε ξανά πρωθυπουργός το 1951. Αλλά και τα ευχαριστήρια στον Ριβς δεν άργησαν να δοθούν, καθώς ένα σημείωμα στο ημερολόγιο του Τσόρτσιλ αποκαλύπτει, ότι τον προσκάλεσε για μεσημεριανό γεύμα στις 26 Δεκεμβρίου, τρεις μέρες μετά την επιστολή.
Ο «αστραφτερός αέρας»
Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Τσόρτσιλ ενθουσιάστηκε με την «Γέφυρα Τσάρινγκ Κρος» η οποία περιλάμβανε και τα αγαπημένα του κτήρια του Κοινοβουλίου.
Ο ίδιος εξάλλου αρκετά χρόνια νωρίτερα, το 1935 είχε ζωγραφίσει ένα αντίγραφο μιας θαλασσογραφίας του Μονέ στις ακτές της Νορμανδίας. Αργότερα, στο βιβλίο του «Ζωγραφική ως χόμπι» του 1948, ξεχώρισε το έργο του Μονέ και τριών άλλων γάλλων καλλιτεχνών, σημειώνοντας ότι «επιπλέουν στον αστραφτερό αέρα».
Γεγονός είναι ωστόσο, ότι σήμερα, το δώρο ενός Μονέ σε έναν βουλευτή θα έπρεπε να δηλωθεί στο Μητρώο Οικονομικών Συμφερόντων των Μελών του Κοινοβουλίου και σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα στα Μέσα Ενημέρωσης, αλλά τέτοια θέματα θεωρούνταν τότε ως ιδιωτικά. (Πάντως το ποσόν αγοράς του από τον Ριβς δεν είναι πουθενά καταγεγραμμένο).
Κατά τη διάρκεια της ζωής του Τσόρτσιλ άλλωστε, ο Μονέ παρέμεινε ένα μυστικό, που γνώριζαν μόνο οι κοντινοί του άνθρωποι. Επιπλέον η ιδιοκτησία του δεν καταγράφηκε καν στον περιεκτικό κατάλογο του 1985 Wildenstein raisonné των έργων του καλλιτέχνη.
Ο Τσόρτσιλ είχε κρεμάσει τον πίνακα στο σαλόνι του σπιτιού του, όπου χαλάρωνε μετά από μια δύσκολη πολιτική ή και λογοτεχνική εργασία με ένα πούρο στο χέρι. Μετά τον θάνατό του το 1965, το Τσάρτγουελ και ό,τι βρισκόταν σ΄αυτό πέρασαν στο National Trust με τον Μονέ να παραμένει πάντα στον ίδιο τοίχο, από όπου μετακινείται τώρα για την έκθεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου