Τρίτη 21 Μαΐου 2024

Αγία Ελένη: Πότε και πώς ανακάλυψε τον Σταυρό του Κυρίου

Ο Άγιος Κωνσταντίνος έστειλε την μητέρα του, την Ελένη, στα Ιεροσόλυμα για να ανακαλύψει σε ποιο σημείο βρισκόταν ο Τάφος του Κυρίου και ο Τίμιος Σταυρός Του, γιατί οι Εβραίοι είχαν ρίξει επάνω τους χώματα και τα είχαν θάψει για να εξαφανιστεί κάθε ίχνος από την ιστορία του

Χριστού.

Η βασιλομήτωρ αυγούστα Ελένη, στα τέλη του καλοκαιριού του έτους 326 μ.Χ. ήταν περίπου 80 ετών. Παρ’ όλα αυτά, δεν δίστασε να αναλάβει τους κόπους ενός δύσκολου για την ηλικία της ταξιδιού. Από τη Ρώμη κατευθύνθηκε δια θαλάσσης στην Παλαιστίνη.

Όταν η Αγία Ελένη αφίχθη στην Παλαιστίνη το φθινόπωρο του 326 η κατάσταση άλλαξε υπέρ των χριστιανών. Στην Ιερουσαλήμ την υποδέχθηκε ο Επίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος. 

Οι πηγές μαρτυρούν ότι το ειδωλολατρικό ιερό, που είχε ανεγείρει ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός, κατεδαφίσθηκε και η Αγία Ελένη «με μέγαν κόπον και πολλήν έξοδον και φοβερίσματα ηύρεν τον τίμιον σταυρόν και τους άλλους δύο σταυρούς των ληστών», τον τάφο του Χριστού, τα σύνεργα του Πάθους και τους «ήλους» (καρφιά), όπως γράφει ο Κύπριος χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς. 

Μετά την πραγματοποίηση ανασκαφών βρέθηκαν τρεις σταυροί στον τάφο του Δεσπότη (Ιησού Χριστού). Όλοι ήταν βέβαιοι ότι ένας από αυτούς ήταν του Ιησού Χριστού και οι άλλοι δύο των δύο προσηλωθέντων ληστών. Ωστόσο, αγνοούσαν ποιος είναι ο Σταυρός πάνω στον οποίο κρεμάστηκε το δεσποτικό σώμα και δέχθηκε τις σταλαγματιές του τιμίου αίματός Του.

Τη λύση στο πρόβλημα που προέκυψε παρέθεσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος, ο οποίος ήταν παρών στις εργασίες.

Ο Θεοδώρητος Κύρου σημειώνει πως ο σοφός και θείος Μακάριος διέλυσε την απορία με τον ακόλουθο τρόπο. Γυναίκα με μακρόχρονη ανίατη ασθένεια γνώριζε τη δύναμη του σωτηρίου σταυρού. Πλησιάζοντας προσευχόμενη στον σταυρό και γνωρίζοντας τη δύναμή του (σωτηρίου σταυρού) θεραπεύτηκε με τρόπο θαυμαστό από την ανίατη ασθένεια που την ταλαιπωρούσε.

Με τον θαυμαστό αυτό τρόπο η Αγία Ελένη, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και οι παρευρισκόμενοι διαπίστωσαν ποιός από τους τρεις σταυρούς που είχαν βρεθεί εκεί ήταν αυτός στον οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός.

Κατά μία άλλη παράδοση, ύστερα από την πληροφορία κάποιου Εβραίου, με το όνομα Ιούδας, υποδείχθηκε η θέση όπου έγινε ανασκαφή, κατά την οποία ευρέθησαν τρεις σταυροί, ήτοι του Ιησού Χριστού και των δύο ληστών. Επειδή, όμως, δεν ήταν δυνατόν να αναγνωρισθεί ποιός από τους τρεις σταυρούς ήταν του Κυρίου, η Αγία Ελένη παρακάλεσε να τεθεί διαδοχικά επάνω στους σταυρούς ένας νεκρός που τον πήγαιναν προς ενταφιασμό. Μόλις λοιπόν ο νεκρός ετέθη επί του σταυρού του Κυρίου αναστήθηκε. Η Αγία Ελένη έθεσε τότε τα θεμέλια του Ναού της Αναστάσεως, την ανέγερση του οποίου διέταξε ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν πληροφορήθηκε την εύρεση του Τιμίου Σταυρού.

Το 351 μ.Χ., ο Κύριλλος Ιεροσολύμων, διάδοχος του Μακαρίου, σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337-361) καταγράφει το γεγονός της ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού: «Το σωτήριον του Σταυρού ξύλον εν Ιεροσολύμοις ηύρηται». 

Η ανακάλυψη αυτή δρομολόγησε την κατασκευή στο ίδιο σημείο που βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός ενός επιβλητικού σε μέγεθος εκκλησιαστικού συγκροτήματος, του γνωστού Ναού της Αναστάσεως.

Η Αγία Ελένη με την οικοδόμηση Εκκλησιών στην Παλαιστίνη, προσδίδει στους Αγίους Τόπους έναν απόλυτο χριστιανικό χαρακτήρα, που συνιστά μια νέα δυναμική πραγματικότητα. Ο ιστορικός Ευσέβιος παρέχει το θεολογικό πλαίσιο για την περιγραφή του χριστιανικού αυτού χαρακτήρα, εισάγοντας στην ιστοριογραφία τον, δανεισμένο από την Αποκάλυψη του Ιωάννη, όρο «Νέα Ιερουσαλήμ».


Αγία Ελένη: Γιατί φυλάσσεται στη Βενετία το σκήνωμά της

Το ιερό σκήνωμα της Αγίας Ελένης είναι τοποθετημένο εντός λάρνακας σε δύο λειψανοθήκες. Η μία λειψανοθήκη είναι ανθρωπόμορφη αργυρή κεφαλή με στέμμα, η οποία παρουσιάζει το πρόσωπο κεκοιμημένης γυναικός και εμπεριέχει εντός αυτής τμήμα της τιμίας κάρας.

 Η δεύτερη μεταλλική λειψανοθήκη έχει σχήμα ανθρώπινου σωματότυπου που εμπεριέχει στο εσωτερικό του τα λείψανα της Αγίας αριθμημένα και σφραγισμένα με ειδική σφραγίδα του Ρωμαιοκαθολικού Πατριαρχείου της Βενετίας.

Η παρουσία του σκηνώματος της Αγίας Ελένης, το έτος 1204 μ.Χ., στο ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως μαρτυρείται από τον Robert de Cleri (1) και είναι διαφορετική από τη μαρτυρία του Ανδρέα Dandolo, ο οποίος αναφέρεται σε ένα μοναστηριακό προσκυνηματικό ναό της Κωνσταντινουπόλεως, αφιερωμένο στην Αγία, από τον οποίο εκλάπη το ιερό λείψανο. Παρ’ όλα αυτά η ουσία παραμένει η ίδια· η μαρτυρία ότι το ιερό λείψανο φυλάσσεται στην Κωνσταντινούπολη.

Από εκεί, το όγδοο έτος εξουσίας του δόγη Pietro Ziani (1211-1212), κατά τα γεγονότα που επακολούθησαν μετά την Δ´ Σταυροφορία και τη Λατινική αυτοκρατορία, οι Βενετοί πρέπει να το αφαίρεσαν δια χειρός κάποιου Αlcardo, για να το μεταφέρουν στο ομώνυμο Βενετσιάνικο μοναστήρι, το οποίο φαίνεται να είναι του Αlcardo (2). Ήδη, κατά τον 15ο αιώνα, ο Ρώσος προσκυνητής Ζωσιμάς μας πληροφορεί για τον τάφο της Αγίας Ελένης, χωρίς όμως να μιλάει για το λείψανο της Αγίας στους Αγίους Αποστόλους (3).

Επειδή, σύμφωνα με την αφήγηση του Corner, η μεταφορά του λειψάνου στη Βενετία μαζί μ’ ένα τμήμα του Τιμίου Σταυρού που ευρέθη από την Αγία θα αποδοθεί σ’ ένα άλλο πρόσωπο, αυτή τη φορά ένα μέλος της οικογένειας Μoro, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι και το λείψανο αυτό, όπως και άλλα κατά τη διάρκεια της Λατινοκρατίας στην Ανατολή, πρέπει να παρέμεινε για ορισμένο χρονικό διάστημα σε κάποια Βενετσιάνικη εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. 

Το υπόλοιπο της αφηγήσεως του Βενετού πατρικίου ακολουθεί τα πιο στερεότυπα πρότυπα των διηγήσεων μετακομιδής (Translationes): το πλοίο που μεταφέρει στη λιμνοθάλασσα το ιερό φορτίο δεν φθάνει στη δουκική βασιλική του Αγίου Μάρκου, όπου σ’ ένα νέο Αποστολείο ο Moro θα ήθελε να τοποθετήσει το λείψανο της βασίλισσας Ισαποστόλου, αλλά πέφτει σε μια ξέρα και δεν κινείται πια, μέχρις ότου το σκήνωμα να βγει σ’ εκείνο τον τόπο (4), τη νήσο της Αγίας Ελένης, όπου μέχρι σήμερα υπάρχει η εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Αγία Ελένη (5).

Το έτος 1807 μ.Χ., με τη Ναπολεόντεια κατάργηση του Ολιβετανού μοναστηριού της Αγίας Ελένης, το ιερό λείψανο μετακομίσθηκε προσωρινά στον Άγιο Πέτρο του Castello, για να επιστρέψει κατόπιν στην πρωταρχική του θέση, εκεί όπου ευρίσκεται ακόμη σε μια λάρνακα από γυαλί, κάτω από την αγία Τράπεζα του παρεκκλησίου Βorromeo. Το ιερό λείψανο αποτέλεσε αντικείμενο αναγνωρίσεως το 1929 και το 1991 (6).

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή το λείψανο της Αγίας Ελένης, όταν αυτή εκοιμήθη, ενταφιάσθηκε σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη (σήμερα στα Μουσεία του Βατικανού) που βρισκόταν στο εσωτερικό του μαυσωλείου της Via Labicana, στην τοποθεσία Ad Duas Lauras, μέχρις ότου, προς το έτος 1140 μ.Χ., ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Β´ μετέφερε στο ναό της Παναγίας in Ara Coeli, που βρίσκεται στο Καπιτώλιο, τμήμα των λειψάνων της Αγίας Ελένης, αφού το σκήνωμά της είχε εναποτεθεί στο Ναό των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη.

Το ιερό σκήνωμά της είναι πηγή αγιασμού, φωτισμού και ιαμάτων, αναβλύζει τους ποταμούς και κατακλύζει πάθη και καταρδεύει τις ψυχές μας(7).

Η Σύναξη των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία, στο ναό των Αγίων Αποστόλων και στον ιερό ναό αυτών στην κινστέρνα του Βώνου.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Το ιερό σκήνωμα της Αγίας Ελένης είναι τοποθετημένο εντός λάρνακας σε δύο λειψανοθήκες. Η μία λειψανοθήκη είναι ανθρωπόμορφη αργυρή κεφαλή με στέμμα, η οποία παρουσιάζει το πρόσωπο κεκοιμημένης γυναικός και εμπεριέχει εντός αυτής τμήμα της τιμίας κάρας. Η δεύτερη μεταλλική λειψανοθήκη έχει σχήμα ανθρώπινου σωματότυπου που εμπεριέχει στο εσωτερικό του τα λείψανα της Αγίας αριθμημένα και σφραγισμένα με ειδική σφραγίδα του Ρωμαιοκαθολικού Πατριαρχείου της Βενετίας.

Η λειψανοθήκη αυτή είναι ενδεδυμένη με δύο ενδύματα που φορά η Αγία, ένα το παλαιό βενετσιάνικο ένδυμα και ένα αυτό που φιλοτέχνησε και προσέφερε η Αποστολική Διακονία.

Αυτή είναι συνήθως η βενετσιάνικη παράδοση ή τεχνική της φυλάξεως, διατηρήσεως και παρουσίας των ιερών λειψάνων, ως συμβαίνει και με ιερά λείψανα διαφόρων Αγίων που φυλάσσονται στη Βενετία(8), όπως είναι το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας, το ιερό λείψανο του Αγίου Αναστασίου του Πέρσου, το σκήνωμα της Αγίας Χριστίνας.

Στο Βατικανό σώζονται δύο μεγαλοπρεπείς σαρκοφάγοι ως δήθεν του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης, αλλ’ οι κριτικοί αρνούνται τη γνησιότητα αυτών(9). H σαρκοφάγος που φυλάσσεται στο ναό της Παναγίας Ara Coeli στη Ρώμη και αναφέρεται ότι εντός αυτής φυλάσσονται λείψανα της Αγίας Ελένης δεν έχει ανοίξει τα τελευταία 700 χρόνια καί συνεπώς δεν γνωρίζουμε ποιά λείψανα σώζονται και αν σώζονται εκεί.

Λείψανα της Αγίας Ελένης αναφέρεται ότι υπάρχουν στη μονή Hautvilliers στην Επισκοπή Reims από τό 841 μ.Χ., και τα Τρέβηρα (Trier) όπου φυλάσσεται τμήμα της κάρας. Υπάρχουν όμως σοβαρές επιφυλάξεις για τη γνησιότητά τους, καθότι δεν έχουμε μαρτυρίες από βυζαντινές πηγές γιά το πρώτο και η Αγία Ελένη δεν απέθανε στα Τρέβηρα.

Τα μοναδικά ιερά λείψανα της Αγίας Ελένης τα οποία έχουν υποστεί τη διαδικασία της κανονικής αναγνώρισης κατά το έτος 1929 είναι αυτά που φυλάσσονται στη Βενετία. Πρόκειται περί των λειψάνων γυναικός που έζησε κατά τον 4ο αιώνα και που απέθανε σε γεροντική ηλικία (80-85 ετών). Τα ιερά λείψανα είναι τμήμα της κάρας (ινιακό οστούν, βρεγματικό οστούν, οφθαλμικές κόγχες, ρινικά οστά, θραύσματα), και το μεγαλύτερο τμήμα του υπολοίπου σώματος.


(1). Riant, Exuviae cit., II, σελ. 232.

(2). Andreae Danduli, Chronica Χ, 4, ed. cit., σελ. 285. IV, 11, σελ. 34. Ughelli, Italia sacra, cit. V, 17202, col. 1249 C.
(3). De Khitrowo, Itinéraires cit., σελ. 203. Majeska, Russian travellers, cit., σελ. 149, 161-163, 185, 304-305. Πρβλ., Janin, Les églises, cit., σελ. 109.
(4). Fl. Corner, Ecclesiae venetae, cit., XVI, σελ. 179.
(5). S. Tramontin, Il Calendarium, σελ. 311. Οnofri, Chronologia, cit., σελ. 188.
(6).Corrain, Capitanio, Ricognizioni, cit., αριθμ. 22, σελ. 43-45.
(7). Ωδή Θ´ Όρθρου 21ης Μαΐου.
(8).Έτσι αρχικά ήταν και το ιερό σκήνωμα της Αγίας Βαρβάρας.
(9). Μητροπολίτου Κυζίκου Καλλινίκου, Ο Μέγας Κωνσταντίνος, Ορθοδοξία, έτος Β΄, τόμος Β΄, Απρίλιος 1927-Μάρτιος 1928, σελ. 62. Βλ G. Schlumberger, Βυζαντινή εποποιία, μέρος Α΄.

dogma.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου