Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Κυρ. Τελώνου & Φαρισαίου (Λουκ. 18,10-14)-Υπερηφανεια, το μεγαλυτερο αμαρτημα

«Πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. 18,14)

Ἐάν, ἀγαπητοί μου, μπορῇ κανεὶς ἀπὸ σᾶς νὰ μοῦ δείξῃ ἕνα νησὶ ποὺ νὰ μὴ τὸ βρέ­χῃ ἡ θάλασσα, τότε μπορεῖ νὰ βρεθῇ καὶ ἄν­θρωπος ποὺ νὰ μὴ τὸν πλήττουν τὰ κύματα τῆς ἁμαρ­τίας.
 Καὶ μία μέρα ἀκόμα ἂν εἶνε ἡ ζωή του, δὲν τὴν ἀποφεύγει (βλ. Ἰὼβ 4,17· 14,4-5. Παρ. 20,9).
Εἶνε ἁ­μαρτωλὸς ὁ ἄνθρωπος! τὸ φωνάζει ἡ ἴ­δια ἡ συνείδησί του, τὸ
φωνάζει ἡ παγκόσμιος ἱ­στο­­ρία, τὸ φωνάζει πρὸ παντὸς τὸ σημερινὸ εὐ­αγ­γέλιο. 

Ἐκείνη ἡ μακαρία φωνὴ ποὺ ἀκούσα­με, «Ὁ Θεός, ἱλάσθη­τί μοι τῷ ἁ­μαρ­­τωλῷ» (Λουκ. 18,13), ἀξίζει παραπάνω ἀπὸ ἄλ­λες πολύωρες προσ­ευχές· αὐτὴ ἀνέβασε ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανὸ ἕναν ἁμαρτωλό. Αὐτὴ εἶνε προσ­ευχὴ καὶ κάθε ἄλλου ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἄφησε τὴ συνείδησί του νὰ πω­ρωθῇ.

Ἁμαρτωλὸς ὁ ἄνθρωπος κάθε ἐποχῆς, μὰ πρὸ παντὸς ἁμαρτωλός, στὸ τετράγωνο καὶ στὸν κύβο, ὁ ἄνθρωπος τοῦ αἰῶ­νος μας.

 Μπο­ρεῖ κανεὶς ν᾽ ἀπαριθμήσῃ τὰ ἁ­μαρ­τή­ματα τοῦ συγχρόνου κόσμου; Εὐκολώτερο εἶνε νὰ μετρή­σῃ τοὺς κόκκους τῆς ἄμ­μου τῆς θαλάσσης ἢ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς του ἢ τὶς σταγό­νες τῶν ὠκεανῶν, παρὰ τὰ ἁμαρτήματα ποὺ δι­απράττονται, μικρὰ καὶ μεγάλα, κρυφὰ καὶ φανερά, ἐν οἴκῳ καὶ ἐν δήμῳ, σὲ ὁ­ποι­ο­δήποτε σημεῖο τοῦ κόσμου. Οἱ ἄγ­γελοι ἀσφαλῶς θὰ ἔχουν σημειώσει στὰ μητρῷα τους τὸν αἰῶνα μᾶς ὡς τὸν πιὸ ἁμαρτωλὸ αἰῶνα τῆς ἱστορίας. Ἁμαρτωλὸς ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλ᾽ ἐὰν σᾶς ρωτήσω, ποιά εἶνε ἡ μεγαλύτερη ἀπ᾽ ὅλες τὶς ἁ­μαρτίες, τί θ᾽ ἀπαντήσετε; εἶνε ὁ φόνος, ἡ ψευδορκία, ἡ ἀσέβεια στοὺς γονεῖς, τὰ ἁ­μαρτήματα τῆς σαρκός, ἡ ἀχαριστία, ἡ βλασφημία τῶν θείων;… Ὄχι, ἀγαπητοί μου. Ἀσφαλῶς αὐτὰ καὶ ἄλλα ἀκόμη εἶνε σο­βαρὰ καὶ κλείνουν τὴν θύρα τοῦ παραδείσου. Ἀλλὰ πάνω ἀπ᾽ αὐτά, στὴν κορυφὴ τῆς πυ­ραμί­δος, εἶνε ἕνα ἁμάρτημα ποὺ ἐπάνω στὴ ζυγαριὰ τοῦ Θεοῦ ζυγίζει περισσότερο. 
Ποιό νά ᾽νε αὐτό; Ἕνας μοιχὸς ἢ πόρνος ἢ ἄδικος ἢ ἀχάριστος ἢ καὶ φονιᾶς κ᾽ ἐγκληματί­ας, ἔρ­χονται στιγμὲς ποὺ ἀναλογίζε­ται τὸ ἁμάρτημά του, τὰ θύματα ποὺ ἔχει δημι­ουργήσει, τὴν αἰώνια κόλασι ποὺ τὸν περιμένει, καὶ πέφτει μπροστὰ στὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου καὶ λέει «Χριστέ, συχώρεσέ με». Ἕνας μόνο στέκεται ὄρθι­ος, σὰν κολώνα καὶ πάσσαλος, καὶ δὲν λυγίζει νὰ ζητήσῃ τὸ ἔ­λεος τοῦ Θεοῦ· καὶ ἡ ἁμαρτία του, ἡ ἀβυσσώ­δης, ποὺ ἐμεῖς δὲν τὴν ὑπολογίζουμε ἀλλὰ οἱ ἄγ­γελοι καὶ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἱστορία καὶ ἡ ψυχολο­γία καὶ πρὸ παντὸς τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο σήμερα τὴ βα­θμολογοῦν ὡς τὴν βαρύτερη ἁμαρτία – ποιά εἶνε, ἀδελφοί μου; Εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. –Ὥστε ἡ ὑπερηφάνεια εἶνε τόσο μεγάλο κακό, ὥστε κατατάσσεται στὴν πρώτη γραμ­μή;…

* * *


Σᾶς φαίνεται, ἀγαπητοί μου, αὐτὸ ὑπερβολι­κό.
 Ἀλλὰ σᾶς κάνω μία ἐρώτησι, ἐπάνω στὴν ὁποία ἔστυψαν τὰ μυαλά τους καὶ φιλόσοφοι χω­ρὶς νὰ βροῦν ἀπάντησι. 
Ἡ ἐ­ρώτησι εἶνε· πό­θεν τὸ κακό; ἀπὸ ποῦ εἰσέβαλε τὸ κακὸ στὸν κό­­σμο; Μήπως ἀ­π᾽ τὸ Θεό; Ἄ­παγε τῆς βλασφημί­ας! ὁ ἀγαθὸς Θεὸς δὲν μπορεῖ νά ᾽νε ἡ πηγὴ τοῦ κα­κοῦ. Μήπως ἀπὸ τὸν ἄν­θρωπο; Οὔ­τε· γιατὶ ὁ ἄνθρωπος εἶ­νε τὸ θῦμα τοῦ κακοῦ. Τότε ἀπὸ ποῦ ἦρθε ἡ συμφορά; Κατὰ τὴ Γρα­φὴ τὸ κακὸ προ­ῆλ­θε ἀπὸ τὸ σατανᾶ, αὐτὸς εἶνε ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ποιά ἁμαρτία διέπραξε;  
Προ­ηγουμένως ὁ σατανᾶς ἦταν τὸ λαμπρό­τε­ρο ἄστρο. 
Γιατὶ ὅπως ὑπάρχουν ὑλικὰ ἄστρα, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ πνευματικὰ ἄστρα (βλ. καὶ Dante Al­ighieri, «Παράδεισος», 3ο βιβλίο τοῦ ἔργου Ἡ Θεία Κωμῳδία). 
Ὁ παράδει­σος εἶνε γεμᾶτος ἀπὸ τέτοια ἄστρα· ὄχι ὑ­λικὰ ποὺ μιὰ μέρα θὰ σβήσουν ὅπως ὅλο τὸ σύμ­παν, ἀλ­λὰ πνευματικὰ ποὺ ποτέ ὁ χρόνος δὲν θὰ τὰ σβή­σῃ, ὅπως εἶνε π.χ. οἱ μεγάλοι πατέρες τῆς Ἐκ­κλησίας (Γρηγόριος, Βασίλειος, Χρυσό­στομος κ.λπ.), γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει «ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώ­­ματος» (δοξ. ἁγ. Πατέρ.).
 Πρὶν ἀ­πὸ τοὺς ἁγίους πατέρας, ἀ­στέρες καὶ φῶτα μεγάλα εἶνε οἱ ἄγγελοι, καὶ πρῶτος μέσα στὰ πλήθη ἐκεῖνα, ἄγγε­λος ποὺ φωσφόριζε καὶ σελάγιζε στὸ νοητὸ στε­ρέωμα, ἦταν ὁ «ἑωσφόρος». Τὸ ὄνομα αὐτὸ στὴν ἁ­γία Γραφὴ σημαίνει καὶ τὸν αὐγερινό, τὸν γνω­στὸ πλα­νή­τη Ἀφροδίτη· κατὰ λέξιν σημαί­νει «αὐτὸν ποὺ φέρει τὴν ἕω, δηλαδὴ τὴν αὐ­γή, καὶ προμηνύει τὴν ἀνατολή» (Ψαλμ. 109,3). Κυρίως ὅμως σημαίνει τὸν σατανᾶ, καὶ δηλώνει ἀκρι­βῶς τὸ κάλλος, τὴν ὡραιότητα καὶ λαμπρότη­τα ποὺ εἶ­χε. 
Ὁ ἑωσφόρος λοιπόν, ὁ πρωτοστά­της ἄγγελος ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ θρόνο τοῦ Ὑψί­στου, ἔπεσε (Ἠσ. 14,12)· ἔπεσε ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ οὐ­ρανοῦ «ὡς ἀστραπή», ἀκαριαῖα – στὴ στιγμή, ὅ­πως ἡ ἀστραπή, ἔτσι τὸν εἶδε ὁ Κύριος (Λουκ. 10,18).  
Καὶ τίθεται τὸ ἐρώτημα· πῶς ἔπεσε ὁ ἑωσ­φόρος; (Ἠσ. ἔ.ἀ.), ποιά ἦταν ἡ ἁμαρτία του ποὺ τὸν γκρέμισε ἀπ᾽ τὸν οὐρανό; Ἡ Γραφὴ ἀ­παντᾷ. Ὁ ἑωσφόρος δὲν εἶχε ὑλικὸ σῶμα· ἡ ἁ­μαρτία του δὲν ἦταν οὔτε μοιχεία οὔτε πορ­νεία οὔτε κλοπή, κάτι ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ διαπράττει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ σῶμα του· ἡ ἁμαρτία ποὺ διέπραξε τὸ ἄ­υλο πνεῦμα ἦταν ἁμαρτία ἄυλη, πνευματικὴ ἁ­μαρτία, ἦταν ἡ ὑπερηφάνεια.  
Ἀνοῖξτε σᾶς παρακαλῶ τὸν προφήτη Ἠσαΐα (βλ. Ἠσ. 14,13-15), κ᾽ ἐκεῖ θὰ δῆτε τί λέει. 
Εἶπε μέσα στὴ σκέψι του ὁ ἑωσφόρος· Μικρὴ εἶν᾽ ἡ θέσι ποὺ κατέχω, πρέπει νὰ ὑψωθῶ· θ᾽ ἀνεβῶ στὸν οὐ­ρα­νὸ πάνω ἀπ᾽ τὰ σύννεφα, θὰ στήσω τὸ θρόνο μου πάνω ἀπ᾽ τ᾽ ἀστέρια, θὰ γίνω ὅμοιος μὲ τὸν Ὕψιστο(!). 
Καὶ μόλις ἔκανε αὐτὴ τὴν ὑπερή­­­φανη σκέψι, κατέπεσε στὸν ᾅδη. Κι ὄχι μόνο ὁ ἴδιος ἀλλά, ὅπως λέει ἡ Ἀποκάλυψις συμβο­λικά, μὲ τὴν οὐρά του παρέσυρε καὶ τὸ ἕνα τρίτο τῶν ἀστέρων, δηλαδὴ ἀγγέλους ποὺ ἔγιναν δαίμονες (Ἀπ. 12,4). Καὶ τότε ἀκούστηκε ἡ φω­νὴ τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ποὺ τὴν ἀκοῦμε κ᾽ ἐμεῖς στὴν θεία λειτουργία, «Στῶμεν καλῶς, στῶ­μεν μετὰ φόβου…» (θ. Λειτ.), ἡ σάλπιγγα ποὺ σήμανε συναγερμὸ καὶ ἐγρήγορσι ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων γιὰ νὰ μείνουν πιστοὶ στὸν Κύριο.  
Ἡ ὑπερηφάνεια λοιπὸν γκρέμισε ἀπ᾽ τὸν οὐ­ρανὸ τὸν ἑωσ­φό­ρο καὶ πλῆθος ἀγγέλους· γκρέ­μισε ἔπειτα στὴν Ἐδὲμ τοὺς πρωτοπλάστους ποὺ ἔμειναν ἀμετανόητοι στὴν παρακοή τους, γκρέμισε στὴ Βαβὲλ μὲ τὴ σύγχυ­σι τῶν γλωσσῶν ἐκείνους ποὺ ξεκίνησαν νὰ χτίζουν πύργο ποὺ θά ᾽φτανε μέχρι τὰ ἄστρα, γκρέμισε ἰ­σχυροὺς καὶ ὑπερηφάνους ὅπως π.χ. τὸν πάν­οπλο Γολιὰθ μὲ τὴ σφεντόνα ἑνὸς Δαυΐδ. Ὁ Κύ­ριος, ὅπως ἔψαλε ἡ Παναγία, «καθεῖλε δυνά­στας ἀπὸ θρόνων καὶ ὕψωσε ταπεινούς» (Λουκ. 1,52). Ἂς ῥίξῃ καθένας μας ἕνα βλέμμα στὰ βάθη τῆς ψυχῆς του. Δὲν ὑπάρχει θνητὸς πάνω στὴ γῆ, ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ μέσα του ὑπερηφάνεια. Ἄλλος ὑπερηφανεύεται γιὰ τὴν ὡραιότητά του, ἄλλος γιὰ τὴ σωματική του δύναμι, ἄλλος γιὰ τὴ γνῶσι καὶ ἐπιστήμη του, ἄλλος γιὰ τὰ πλού­τη του, ἄλλος γιὰ τὰ παιδιά του, ἄλλος γιὰ τὴ γυναῖκα του, ἄλλος γιὰ τὴν πατρίδα του, ἄλ­λος γιὰ ὁ,τιδήποτε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Μέσ᾿ στὴ ῥίζα τῆς ὑπάρξεώς μας εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια.  
Τ᾽ ἀποτελέσματα τῆς ὑπερηφανείας ποιά εἶ­­νε, ἀγαπητοί μου; 
Ἡ ἱστορία παλαιότερη καὶ νεώτερη μὲ μύρια παραδείγματα, καθὼς καὶ ἡ σύγχρονη πεῖρα, ὑπογράφουν ἐκεῖνο ποὺ εἶ­πε τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Λυτρωτοῦ μας, ὅτι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ τα­πεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (Λουκ. 18,14· βλ. καὶ 14,11). Αὐτὸ εἶνε νόμος ποὺ θέσπισε ὁ Κύριος.  
Σᾶς παρακαλῶ σήμερα, ἀνοῖξτε τὸν προφή­­τη Ἠσαΐα καὶ θὰ βρῆτε κάποια φοβερὰ χωρία (βλ. Ἠσ. 6,11· 24,6-13). Λέει ἐκεῖ, προφητεύοντας πρὶν ἀ­πὸ ὀχτακόσα χρόνια, ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερη­φανείας θὰ ἔρθῃ ἡμέρα ποὺ οἱ πόλεις θὰ ἀ­δειάσουν, θὰ μείνουν ἔρημες, ἀκατοίκητες, ἡ γῆ θὰ ἐρημώσῃ, οἱ ἄνθρωποι θὰ λιγοστέψουν. Ἐπειδὴ τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ ὑπερηφανεύον­ται, θὰ ταπεινωθοῦν· θὰ γίνῃ «Ἁρμαγεδὼν» καὶ «σει­σμὸς μέγας» (Ἀπ. 16,16,18)· καὶ μέσα στὰ ἐρείπια θὰ ταφοῦν στρατηγοὶ καὶ βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες καὶ ἐπιστήμονες πυρηνικῶν ἐρευνῶν. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶνε ὀλέθριο κακό.

* * *


Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου, καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία σήμερα παρουσιάζει μπροστά μας δύο εἰκόνες, τὴ μαύρη εἰκόνα τοῦ ὑπερή­φανου ἀνθρώπου ποὺ μιμεῖται τὸ δαίμονα, καὶ τὴ φωτει­νὴ εἰκόνα τοῦ ταπεινοῦ. Ὁ ὑπερή­φανος κάνει ἐχθρὸ τὸ Θεό· καὶ ὅποιος πάει κόν­τρα μὲ τὸ Θεό, ὅποιος κι ἂν εἶνε, θὰ γίνῃ στάχτη.  
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἀνοίγει τὸ Τριῴδιο. 
Κρεμάει ἀπὸ τὰ ἄστρα μιὰ σκάλα καὶ μᾶς λέει· Προχωρεῖτε, ἀνεβαίνετε, γίνετε ἀ­στροναῦτες τοῦ πνεύματος! Ἑβδομήντα ἡμέρες διαρκεῖ ἡ περίοδος αὐτή. Σήμερα εἶνε ἡ πρώτη ἡμέρα. 
Ἡ τελευταία θὰ εἶνε τὸ Μέγα Σάββατο, ὅταν ὁ ἱερεὺς σκορπίζοντας δα­φνόφυλλα μέσα στὸ ναὸ θὰ λέῃ «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8). Ἐμπρός! σαλπίζει τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Ἂς ἀνεβοῦμε τὴ σκάλα αὐτή.
Τὸ πρῶτο σκα­λὶ γράφει ἐπάνω· Ταπεινωθῆτε! 
Ἂς ταπεινωθοῦμε, ἂς κλάψουμε, ἂς πενθήσουμε, ἂς γίνου­με ἐλαφροὶ σὰν φτερωτοὶ ἄγγελοι, καὶ τότε θὰ φτάσουμε στὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν, γιὰ νὰ ὑμνοῦ­με ἐκεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους Πατέρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Στον ἱ. ν. Ἁγ. Ἐλευθερίου Ἄρεως Γκύζη – Ἀθηνῶν 30-1-1966 πρωί)

augoustinos-kantiotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου