Κυριακή 23 Ιουλίου 2017

ΤO OΠΛΟ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ «…Ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (῾Ρωμ. 15,4)



Κυριακὴ Ζ΄ (Ζ΄ Ματθ.) (῾Ρωμ. 15,1-7)
23 Ἰουλίου 2017
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίννης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου


Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ νὰ προσέξουμε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου. 
Γιατὶ τώρα ἐμεῖς μοιάζουμε μὲ κάτι παιδιὰ ποὺ παίρνουν στὰ χέρια τους ἕνα βιβλίο, ἀλλὰ ἐ πειδὴ δὲν ξέρουν τὸ ἀλφάβητο, τὸ ξεφυλλίζουν χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν τί λέει. Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; 
Τί μᾶς συνιστᾷ; Μᾶς λέει, νὰ ἐφοδιαστοῦμε μ᾽ ἕνα ὅπλο πνευματικό. Χαρὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔχει,
καὶ δυστυχία σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὸ ἔχει. Ποιό εἶνε τὸ ὅπλο αὐτό; Εἶνε ἡ «ὑπομονή» (῾Ρωμ. 15,4). Γιὰ τὴν ὑπομονὴ λοιπὸν θὰ μιλήσουμε.

* * *


Ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι, ὅπως εἶπα, τὸ ὅπλο αὐτό· πλούσιοι καὶ φτωχοί, μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι, λευκοὶ καὶ μαῦροι, κίτρινοι καὶ ἐρυθρόδερμοι, κάθε ἄνθρωπος γενικά. Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονή; Εἶνε ἀνάγκη ν᾿ ἀπαντήσουμε; Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ζυμωμένη μὲ πόνο καὶ δάκρυ. Δὲν εἶνε ὅπως τὴ θέλουμε, δὲν εἶνε ἡ ἰδεώδης ζωὴ ποὺ λαχταρᾷ ἡ καρδιά μας.  
Ποιός θέλει νὰ κάνῃ στὴ ζωή του σφάλματα, νὰ πέφτῃ σὲ ἁμαρτίες; 
Ποιός, ὅταν ἁμαρτάνῃ, δὲν αἰσθάνεται μέσα του ἕνα κάρβουνο, ἕνα σκορπιὸ νὰ τὸν κεντάῃ; Ποιός θέλει τὴν ἀρρώστια, νὰ πέσῃ στὸ κρεβάτι, νὰ τὸν πᾶνε στὸ νο σοκομεῖο, νὰ τὸν σέρνουν μὲ τὸ καρότσι μέσα στὸ χειρουργεῖο, νὰ τὸν κόβουν; 
Τὰ θέλει αὐ τὰ κανείς;
 Καὶ δὲν εἶνε μόνο ὁ σωματικὸς πόνος. 
Ποιός θέλει, ὁ γείτονάς του νὰ τὸν φαρμακώνῃ μὲ τὴ γλῶσσα του; Ποιός, ἂν εἶνε ἔγγαμος, θέλει, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγός του νὰ μὴ ζῇ μὲ τιμιότητα; Ποιά γυναίκα θέλει, ὁ ἄντρας της νά ᾽νε ἄσωτος καὶ νὰ τὴν ἀφήνῃ στοὺς δρόμους μὲ τὰ παιδιά της ἀπροστάτευτα; Ποιός πατέρας θέλει τὸ παιδί του νά ᾽νε ἀνυπότακτο; Ποιά μάνα θέλει ἡ κόρη της νὰ τρέχῃ δεξιὰ κι ἀριστερά; Ποιός πολίτης θέλει στὴ χώρα του νὰ ὑπάρχῃ ταραχή; Ποιός κάτοικος τῆς γῆς θέλει νὰ γίνεται πόλεμος κ᾽ οἱ ἄνθρωποι νὰ σκο τώνωνται, νὰ ἀλ ληλοσπαράσσωνται;
 Ποιός τοῦ ἀρέσει νὰ βλέ πῃ φέρετρα καὶ νεκροταφεῖα;…  
Καὶ ὅμως, ἀδελφοί μου, τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν στὸν κόσμο αὐτόν. Καὶ ἀσθένειες ὑπάρχουν, καὶ συκοφαντίες, καὶ διαβολές, καὶ δράματα οἰκογενειακά, καὶ διαζύγια, καὶ ἀσωτίες ἀνδρῶν, καὶ ἀπιστίες γυναικῶν, καὶ παιδιὰ ἀνυπότακτα, καὶ θυγατέρες ἐπαναστατημένες, καὶ ἐμφύλιοι σπαραγμοί, καὶ παγκόσμιοι πόλεμοι. Νά λοιπὸν ὅτι δὲν ζοῦμε σ᾿ ἕνα παράδεισο ὅπως οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ σὲ μιὰ γῆ ποὺ εἶνε, ὅπως εἶπα, ζυμωμένη μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ. –Καὶ λοιπόν τί πρέπει νὰ κάνουμε; τί μᾶς κηρύττεις; Ἀπαισιοδοξία; ν᾿ ἀπελπιστοῦμε; Ὄχι ἀσφαλῶς. Ὅσο κι ἂν ἡ ζωὴ αὐτὴ ἔχῃ γίνει κόλασι, ὅσο κι ἂν τὰ δάκρυα πέφτουν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅσο κι ἂν γίνων ται ἀτιμίες καὶ ἐγκλήματα, ὅσο κι ἂν ταράζεται ἡ γῆ, ὅσο κι ἂν ὁ διάβολος βάζῃ φωτιὲς ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ τί· νὰ ἀγωνιστοῦμε. Ν᾿ ἀγωνιστοῦμε ὅλοι· οἱ γιατροὶ γιὰ νὰ βροῦν φάρμακα γιὰ τὶς ἀσθένειες, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ γιὰ νὰ πετύχουν καλύτερους τρόπους μορφώσεως τῶν παιδιῶν, οἱ γεωπόνοι γιὰ νὰ κάνουν πιὸ ἀποδοτικὴ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν λαῶν γιὰ νὰ βασιλεύῃ στὰ ἔθνη ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη· ὅ λοι ν᾽ ἀγωνιστοῦν γιὰ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς.  
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, μὴ ζοῦμε στὰ σύννεφα.
Ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ ἡ ἐπιστήμη, ὅσο κι ἂν βελτιωθῇ ἡ ἐκπαίδευσι, ὅσο κι ἂν οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες ἐπιβάλουν τάξι καὶ εἰρήνη στὰ ἔθνη, ὅσο κι ἂν οἱ ἱεροκήρυκες κηρύξουμε, τὸ κακὸ –σημειῶστε το– μπορεῖ μὲν νὰ περιοριστῇ, ἀλλὰ τελείως δὲν θὰ ἐξαλειφθῇ. 
Γιατὶ ἔχει ῥίζα βαθειά, πολὺ βαθειά, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Τὸ κακὸ δὲν εἶνε ἐξωτερικό, εἶνε ἐσωτερικό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε ἀσθενεῖς ποὺ θὰ ὑποφέρουν, ἀθῷοι ποὺ θὰ συκοφαντοῦνται, ἀδύναμοι ποὺ θὰ ἀδικοῦνται, θύματα ποικίλης ἐκμεταλλεύσεως· πάντοτε θὰ ὑπάρχῃ τὸ δάκρυ καὶ ὁ πόνος πάνω στὴ γῆ.  
Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε», στὸν κόσμο θὰ δοκιμάσετε θλῖψι (Ἰω. 16,33). Ναί· κ᾽ ἐσὺ ποὺ ποτίζεις τὴ γῆ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸν οὐρανοξύστη· κ᾽ ἐσὺ ποὺ περπατᾷς μὲ τὰ πόδια, ἀλ λὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ τρέχεις μὲ τὶς λιμουζῖνες· κ᾽ ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις εἰσιτήριο γιὰ τὸ λεωφορεῖο, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ἔχεις κότερα καὶ ἀεροπλάνα· κ᾽ ἐσὺ ποὺ κατοικεῖς στὴν καλύβα, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ζῇς στὰ παλάτια· κ᾽ ἐσὺ ὁ μικρός, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ μεγάλος· κ᾽ ἐσὺ ὁ ἀγράμματος, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ ἐπιστήμονας· ὅποιος καὶ νά ᾿σαι, τὸ σκουλήκι τῆς θλίψεως τό ᾿χεις μέσα σου, εἶνε μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. 
Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θλῖψις.  
Καὶ τί ἄλλο λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο· Θ᾽ ἀκούσετε, λέει, πολέμους καὶ κόντρα πολέμους· «ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος». Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ λέει, ὅτι θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου» (Ματθ. 24,7,21), θλῖψις ποὺ ποτέ ἄλλοτε δὲν συνέβη. Ἡ θλῖψις αὐτὴ θὰ ξεπεράσῃ κάθε ἄλλη. Ἂς διασκεδάζῃ ὁ κόσμος καὶ ἂς μολύνῃ τὰ νησιά μας, ποὺ ἄλλοτε μοσχοβολοῦσαν ἀπὸ θυμάρι καὶ λιβάνι καὶ τώρα τὰ κάναμε διεθνῆ πορνεῖα· ἔρχεται θλῖψις μεγάλη. Πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πιστεύω στὰ λόγια τῶν πολιτικάντηδων, τῶν φιλοσόφων, τῶν ἐπιστημόνων· πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού ᾿νε γραμμένα ὄχι μὲ μολύβι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα του· θὰ γίνῃ θλῖψις «οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.  

Ποιά θά ᾽νε ἡ θλῖψις αὐτή, ποὺ ἔρχεται σὰν ἠλεκτρικὴ σκούπα νὰ σαρώσῃ τὰ σκουπίδια ποὺ μάζεψε ὁ διάβολος; Δὲν εἶμαι προφήτης. Ρωτῆστε τοὺς προφήτας, ἀνοῖξ τε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, διαβάστε καὶ θὰ δῆτε. Μήπως καμμιὰ νύχτα, καθὼς ἀδειάσαμε τὰ χωριά μας καὶ μαζευτήκαμε στὶς πολιτεῖες, σὰν σκου λήκια μέσ᾿ στὸ βόρβορο, στὴν ἀτιμία τὴν πορνεία τὴ μοιχεία καὶ τὴ βλασφημία, γίνῃ καν ένας σεισμὸς καὶ δὲν μείνῃ τίποτα ὄρθιο; 
Μήπως ἀνοίξῃ ἡφαίστειο ἢ μᾶλλον ἡφαίστεια κι ἀπὸ τὶς κορυφές τους ξεράσουν μύδρους φωτιᾶς καὶ λάβας ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν ἀτίμων καὶ διεφθαρμένων καὶ κλεπτῶν καὶ ἐκμεταλλευ τῶν; Μήπως καμμιὰ μέρα ἡ θάλασσα φουσκώσῃ καὶ τὰ νερά της ὑψωθοῦν καὶ σκεπάσουν τὰ βουνά;
 Μήπως γίνῃ καμμιὰ ἐπιδημία κ᾽ οἱ ἄνθρωποι πέφτουν σὰν τὶς μῦγες στὰ πεζοδρόμια; Δὲν εἶπα τίποτα, ὑπάρχει κάτι χειρότερο. 
Μήπως γίνῃ κανένας ἐμφύλιος πόλεμος καὶ πετσοκόβει ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ παιδὶ τὸν πατέρα, καὶ γεμίσουν τὰ πεζοδρόμια ἀπὸ κεφάλια ἀδελφῶν κατὰ ἀδελφῶν; Μήπως –τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα– γίνῃ κανένας παγκόσμιος πόλεμος, ὁ Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16), ποὺ θά ᾿νε τὸ τέλος τῆς ἄπιστης γενεᾶς μας; Δὲν τὰ ξέρω. 
Ἕνα ξέρω· ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιηθῇ. 
Τὰ ἄστρα θὰ πέσουνε, τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦνε, τὰ βουνὰ θὰ λειώσουνε, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε αἰώνια· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται», εἶ πε, «οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). 
Θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ τότε ποῦ πᾶνε τὰ γράμματα, τὰ πανεπιστήμια, οἱ γραμματισμένοι, οἱ ἄθεοι; ποῦ πᾶνε ὅλοι αὐτοί;  
Ποῦ πᾶνε; τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,9,10-11,21). Θὰ πονέσουν τόσο πολὺ οἱ ἄνθρωποι ὥστε, ὅπως τὸ λυσσασμένο σκυλὶ δὲν γνωρίζει τὸ ἀφεντικό του, ἀλλὰ δαγκώνει τὸ χέρι τοῦ κυρίου του, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ λυσσάξουν ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὴν ἀτιμία καὶ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀχαριστία, καὶ θὰ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ λένε, Ὁ Θεὸς τὰ φταίει. Θὰ δαγκώνουν τὶς γλῶσσες τους καὶ δαγκώνοντας τὶς γλῶσσες τους θὰ βλαστημοῦν τὸ Θεό. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ μνήματα καὶ θὰ λένε· Πατέρα καὶ μάνα, σηκωθῆτε ἀπ᾽ τὸν τάφο νὰ μποῦμε μέσα ἐμεῖς. 
Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ βουνὰ καὶ θὰ λένε· Ἀνοῖξτε, βουνά, νὰ κρυφτοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 6,16. Λουκ. 23,30). Κι ἄλλοι θὰ τινάζουν τὰ μυαλά τους στὸν ἀέρα, γιατὶ ὁ πόνος θά ᾿νε φοβερὸς καὶ ἀβάσταχτος. Θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.

* * *

Μέσα στὸ χάος αὐτό, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν ὠκεανὸ ποὺ φουσκώνει τὰ κύματά του καὶ πνίγει καράβια, ποιός θὰ μᾶς σώσῃ;
Μέσα στὴ θύελλα τὴ μεγάλη ποὺ ἔρχεται, ἀ δελφοί μου, –δὲν εἶνε λόγια αὐτά, δὲν τὰ λέμε γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα–, μέσα στὸν φοβερὸ αὐτὸ ὠκεανό, στὴ φουρτούνα αὐτὴ τὴ μεγάλη, –ἔχε τε θάρρος, ἔχετε πίστι Χρι στιανοί– ὑ πάρχει ἕνα σωσίβιο, πάνω στὸν ὠ κεανὸ ἐπιπλέει ἕνα σωσίβιο· τὸ σωσίβιο εἶνε ὁ τίμιος σταυ ρός. Ὅποιος πιαστῇ ἀπ᾽ τὸ σωσίβιο, ὅποιος πιαστῇ ἀπὸ τὸν τίμιο σταυρό, αὐτὸς θὰ σωθῇ.

Μέσα στὴν κατάρα αὐτή, μέσα στὴν κόλασι αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ἀδέρφια μου, μία εἶνε ἡ ἐλπίδα, ἕνα εἶνε τὸ ὅπλο μας, ὁ τίμιος σταυρός, ὃν προσκυνοῦντες λέγομεν·
 Τίμιε σταυρέ, σῶ σον ἡμᾶς διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Θεοτόκου· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῶν Ἀθηνῶν τὴν 1-8-1965. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 20-6-2017.

Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd 120β΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868).

augoustinos-kantiotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου