Σταύρος Λυγερός
Παρά τις σκληρές διαπραγματεύσεις, οι δανειστές αναμένεται να τα βρουν μεταξύ τους και σύμφωνα με κοινοτική πηγή να καταλήξουν σε σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων.
Η λύση αυτή προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως δίνει μια δικαιολογία στο ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα
Οι διαβουλεύσεις στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ αναμένεται να
καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα πορευτούν εφεξής η Ευρωζώνη και το Ταμείο στο ελληνικό μέτωπο.
Μετά και τη διαρροή της συνομιλίας Τόμσεν - Βελκουλέσκου, οι αντιθέσεις στους κόλπους των δανειστών έχουν τεθεί ανοιχτά πια στο τραπέζι.
Η Λαγκάρντ υποχρεώθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι το ΔΝΤ επιδιώκει αλλαγή των όρων της συμφωνίας του Ιουλίου 2015 με το επιχείρημα ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Επίσημη αλλαγή των όρων, όμως, μπορεί να προκύψει από αναθεώρηση του 3ου μνημονίου. Απαιτούνται, δηλαδή, νέες διαπραγματεύσεις και νέα συμφωνία, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από τα κοινοβούλια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Για προφανείς πολιτικούς λόγους, ούτε το ευρωιερατείο ούτε η Αθήνα επιθυμούν να ομολογήσουν ότι εκείνη η συμφωνία είναι ανεφάρμοστη. Πολύ περισσότερο δεν επιθυμούν να εισέλθουν σε μια τέτοια διαδικασία. Γι’ αυτό και στην πράξη το σενάριο αυτό έχει αποκλειστεί.
Το ευρωιερατείο, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις του όσον αφορά τον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος, συμφωνεί ότι δεν πρέπει να εξωθήσει τα πράγματα σε σημείο που να προκύψει υποτροπή της ελληνικής κρίσης.
Για την ακρίβεια, θέλει το ελληνικό ζήτημα να μην είναι καν στην ευρωπαϊκή ατζέντα, ειδικά εν όψει του βρετανικού δημοψηφίσματος. Γι’ αυτό ναι μεν πιέζει για περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά δεν θέλει να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Τσίπρα. Το μήνυμα αυτό έχουν λάβει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ισχυρές κοινωνικές οργανώσεις που είχαν σχετικές επαφές. Το ζητούμενο στις διαβουλεύσεις του κλαμπ της Ουάσινγκτον είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των δανειστών.
Λόγω του γεγονότος ότι η διάσταση απόψεων μεταξύ της Ευρωζώνης και του Ταμείου έχει πλέον επισημοποιηθεί, ο συμβιβασμός δεν είναι πολύ εύκολος. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι εναλλακτικές επιλογές είναι πολιτικά πολύ δύσκολες.
Η πρώτη εναλλακτική επιλογή είναι το ευρωιερατείο να αποδεχθεί τη γενναία μείωση του ελληνικού χρέους για να βγαίνουν τα νούμερα. Οι Ευρωπαίοι, όμως, είναι παντελώς απρόθυμοι να κάνουν αυτό το βήμα και μάλιστα τώρα.
Ο Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι εάν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα θέσει το ζήτημα της αναδιάρθρωσης στην αμέσως επόμενη σύνοδο του Eurogroup.
Το προβλέπει, άλλωστε, το 3ο μνημόνιο. Δεν θέτει, όμως, σαφές χρονοδιάγραμμα.
Αυτό σημαίνει ότι οι εταίροι μπορούν με διάφορα προσχήματα να υπεκφεύγουν για πολύ χρόνο. Ετσι είχαν πράξει και με τη δέσμευση που είχαν αναλάβει στο Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Σύσσωμο το ευρωιερατείο, όμως, δηλώνει ότι η παρουσία του Ταμείου είναι απαραίτητη. Η Μέρκελ, μάλιστα, έχει δεσμευτεί προσωπικά γι’ αυτό. Στην πραγματικότητα, η στάση της Ευρωζώνης είναι κραυγαλέα αντιφατική. Από τη μία θέλει το ΔΝΤ για να παίζει τον ρόλο του «κακού μπάτσου» όσον αφορά την επιβολή μέτρων λιτότητας. Από την άλλη, όμως, αρνείται ουσιαστικά να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του ελληνικού χρέους, παρότι αυτό υπαγορεύεται από τον κανόνα του Ταμείου ότι αυτό πρέπει να είναι βιώσιμο.
Οπως προκύπτει από τα παραπάνω, και τα δύο αυτά εναλλακτικά σενάρια είναι -τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση- από πολιτικής απόψεως απαγορευτικά.
Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, με την έννοια ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος της ημέρας οι δανειστές θα βρουν μεταξύ τους έναν συμβιβασμό.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ωστόσο, ο Τόμσεν έθεσε ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και τη μείωση του χρέους και τη λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας.
Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε, μόνο τότε θα εισηγηθεί στο διοικητικό συμβούλιο τη συμμετοχή.
Μερικές ώρες πριν η Λαγκάρντ είχε προεξοφλήσει ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει με κάποιον τρόπο στο ελληνικό πρόγραμμα. Για την ακρίβεια είχε υπονοήσει ότι ενδεχομένως να συμμετάσχει ως τεχνικός σύμβουλος και επόπτης της εφαρμογής, αλλά όχι ως συγχρηματοδότης. Το παζάρι είναι σκληρό και συνεχίζεται.
Στο παιχνίδι μπαίνει πιο αποφασιστικά και ο αμερικανικός παράγοντας.
Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, η Κομισιόν έχει ζητήσει διακριτικά από την Ουάσινγκτον να ασκήσει πίεση στη Λαγκάρντ για να βάλει νερό στο κρασί της.
Οι Αμερικανοί, όμως, κινούνται πιο κοντά στην επίσημη θέση του Ταμείου.
Ναι μεν ζητούν από την Αθήνα να προχωρήσει τις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά ταυτοχρόνως ζητούν επίμονα από την Ευρωζώνη να προχωρήσει σε γενναία μείωση του χρέους. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι στη συνάντηση που ο Ομπάμα θα έχει με τη Μέρκελ στο Ανόβερο στις 23 Απριλίου θα συζητήσει μαζί της το ελληνικό ζήτημα.
Και για να μην αφήσει αμφιβολία για τις προθέσεις του, πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επωμίζεται μεγάλο βάρος λόγω του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος.
Εάν οι δανειστές καταλήξουν μεταξύ τους σε κάποιον συμβιβασμό, το επόμενο κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να ανταποκριθεί στους όρους που θα της θέσουν.
Ο Τσίπρας και το στενό επιτελείο του θέλουν πολύ να παραμείνουν στην εξουσία.
Εχουν ήδη προβεί σε επώδυνες υποχωρήσεις και είναι διατεθειμένοι να κάνουν και κάποια πρόσθετα βήματα πίσω προκειμένου να ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση.
Πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν πολιτικό χρόνο και θα έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν εκλογικό έδαφος.
Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να δεχθούν. Και τα όρια αυτά καθορίζονται όχι μόνο από τις όποιες δικές τους πολιτικές αντιστάσεις, αλλά κυρίως από το τι αντέχει να ψηφίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153.
Λόγω της υποχώρησης των κοινωνικών αντιδράσεων, το πολύ βαρύ κλίμα που επικρατούσε στις γραμμές των συμπολιτευόμενων βουλευτών έχει τον τελευταίο καιρό κάπως μετριαστεί. Αυτό, ωστόσο, δεν εγγυάται πως θα υπερψηφιστεί ό,τι φέρει η κυβέρνηση.
Εχοντας πειστεί ότι το κύριο εμπόδιο για να κλείσει η αξιολόγηση είναι το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός και κορυφαίοι υπουργοί έχουν επιλέξει να βάλλουν δημοσίως εναντίον του, προσπαθώντας να το διαχωρίσουν από τους Ευρωπαίους.
Η τακτική αυτή είναι πολύ χοντροκομμένη και η Ελλάδα πολύ μικρή για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Παρ’ όλα αυτά η δημόσια κριτική ασκεί μια πίεση στο Ταμείο, το οποίο υποχρεώθηκε να υψώσει τους τόνους όσον αφορά στην απαίτησή του για μείωση του ελληνικού χρέους. Εάν τελικώς οι δανειστές βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, κυβερνητικοί κύκλοι διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι το σενάριο των εκλογών θα μπει στο τραπέζι.
Στο Μαξίμου δεν ελπίζουν πλέον πως μπορεί να βάλει πλάτη στη Βουλή η αντιπολίτευση.
Ο Μητσοτάκης το έχει αποκλείσει και η στάση της Ν.Δ. εκ των πραγμάτων συμπαρασύρει στην ίδια γραμμή και τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων). Δεν φαίνεται ρεαλιστικό ούτε το σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης του λεγόμενου «ευρωπαϊκού τόξου» με πρωθυπουργό τον Τσίπρα.
Κάποιες πιθανότητες έχει το σενάριο να διευρυνθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό σχήμα.
Το ευρωιερατείο το επιθυμεί πολύ.
Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η Γεννηματά θα το τολμήσει, όταν μάλιστα η ομάδα του Βενιζέλου είναι κατηγορηματικά αντίθετη.
Εάν, λοιπόν, οι δανειστές ζητήσουν από τον Τσίπρα μέτρα που του είναι αδύνατον να δεχτεί και να περάσει από τη Βουλή, ο μόνος δρόμος που θα του έχει απομείνει είναι να στήσει κάλπες, έχοντας επίγνωση ότι πιθανότατα θα τις χάσει.
Αυτό δείχνουν και οι δικές τους μυστικές δημοσκοπήσεις.
Η απώλεια της εξουσίας είναι πικρή για όλους και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ενας ολόκληρος μικρόκοσμος, άλλωστε, καλόμαθε πλέον στα μεγαλύτερα ή μικρότερα προνόμια που παρέχει μια θέση στην πυραμίδα της εξουσίας.
Υπάρχουν ωστόσο και στελέχη που βλέπουν με μεγάλη ανησυχία το μέλλον. Οχι αδικαιολόγητα, θεωρούν ότι με την εφαρμογή του 3ου μνημονίου, και μάλιστα μιας δυσμενούς εκδοχής του, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιθανόν να έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ.
Αντιθέτως, εάν οι δανειστές βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό της κυβέρνησης, μια ηρωική έξοδος προοπτικά θα αποδειχτεί σωτήριος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει μεγάλο κόμμα, ο δε Τσίπρας, και λόγω ηλικίας, θα έχει μια δεύτερη ευκαιρία στο μέλλον.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το σενάριο αυτό έχει συζητηθεί στο Μαξίμου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να το απορρίπτει εξ υπαρχής. Εύκολο, όμως, να το συζητάει, δύσκολο να το κάνει πράξη.
Οι επαφές σε Παρίσι - Βρυξέλλες
Ο πρωθυπουργός ταξίδεψε στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες με στόχο να πείσει τους συνομιλητές του ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να καμφθεί η αδιαλλαξία του ΔΝΤ ώστε η αξιολόγηση να κλείσει εγκαίρως και με βάση τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού. Το γεγονός ότι όλοι συμφωνούν πως πρέπει να κλείσει εγκαίρως δεν σημαίνει πολλά. Πρώτον, επειδή και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και η Λαγκάρντ δεν θα μπορούσαν να πουν δημοσίως τίποτα άλλο. Δεύτερον και σημαντικότερο, επειδή με τη γενική αυτή ευχή παρακάμπτεται η ουσία που είναι οι όροι με βάση τους οποίους μπορεί να κλείσει η αξιολόγηση.
Εκεί είναι το εμπόδιο και επ’ αυτού ο Ολάντ απέφυγε επιμελώς να πει κάτι ενθαρρυντικό.
Συνήθως καλά ενημερωμένη κυβερνητική πηγή μας ανέφερε ότι ο Τσίπρας δεν ταξίδεψε μόνο γι’ αυτόν τον σκοπό. Στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του είχε την πρόθεση να προειδοποιήσει εμμέσως και τον Ολάντ και τον Σουλτς ότι εάν οι θεσμοί του βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να στήσει κάλπες.
Ποντάρει στο γεγονός ότι το τελευταίο που θα ήθελαν οι Ευρωπαίοι σ’ αυτή τη φάση είναι εκλογές και αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης. Δεν είναι μόνο το κρίσιμο δημοψήφισμα στη Βρετανία, αλλά και το γεγονός ότι τα επιτόκια των ομολόγων του ευρωπαϊκού Νότου έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν, γεγονός που δείχνει ότι οι αγορές επανεξετάζουν την ευστάθεια της Ευρωζώνης.
Διπλό μήνυμα
Η ίδια πηγή συνέδεσε αυτή την πληροφορία -δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί- με την κατάθεση των επίμαχων νομοσχεδίων στη Βουλή χωρίς προηγούμενη συμφωνία με το κουαρτέτο. Η κίνηση αυτή έγινε για να σταλεί ένα διπλό μήνυμα:
Κατά πρώτον στους δανειστές ότι τα περιθώρια αλλαγών είναι περιορισμένα. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν δεκτές οι απαιτήσεις του ΔΝΤ. Αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι το Μαξίμου εξέφρασε την ετοιμότητά του να κάνει τροποποιήσεις που θα συμφωνηθούν με τους θεσμούς. Είναι προφανές, ωστόσο, ότι θα είναι κόλαφος για την κυβέρνηση εάν υποκύψει και αλλάξει ριζικά τα νομοσχέδια.
Δεύτερον, στους ψηφοφόρους ότι η κυβέρνηση λαμβάνει επώδυνα μέτρα για να κλείσει την αξιολόγηση. Δεν είναι, όμως, διατεθειμένη να δώσει περισσότερα από όσα είχαν συμφωνηθεί το περασμένο καλοκαίρι για να αποτραπεί το Grexit. Αυτή θα είναι και η γραμμή με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει την εκλογική μάχη εάν -παρ’ ελπίδα- τα πράγματα φτάσουν εκεί.
Προς το παρόν στην κυβέρνηση αναμένουν την κατάληξη που θα έχει το παζάρι μεταξύ του ευρωιερατείου και του ΔΝΤ.
Θεωρούν ότι η δήλωση της Λαγκάρντ για αλλαγή των συμφωνηθέντων τον περασμένο Ιούλιο ενισχύει την ελληνική θέση. Υπενθυμίζουμε πως η επικεφαλής του ΔΝΤ δήλωσε ότι μπορεί με ηρωικές προσπάθειες οι Ελληνες το 2018 να επιτύχουν τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Αυτό, όμως, δεν θα είναι βιώσιμο.
Δεν θα μπορεί να διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια. Η εκτίμησή της δεν είναι αβάσιμη.
Πράγματι, η δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν αφήνει περιθώρια για την παραγωγή τέτοιων πλεονασμάτων τα επόμενα πολλά χρόνια.
Για να είναι συνεπές με αυτή την εκτίμηση, όμως, το Ταμείο θα έπρεπε να θέτει ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα την άμεση δραστική μείωση του ελληνικού χρέους. Μόνο έτσι το κόστος εξυπηρέτησής του μπορεί να εξασφαλίζεται με πρωτογενές πλεόνασμα αρκετά μικρότερο από το 3,5% που προβλέπει το 3ο μνημόνιο. Δεδομένου ότι σύσσωμο το ευρωιερατείο έχει δεσμευτεί πως η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι απολύτως απαραίτητη, η Λαγκάρντ διαθέτει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Δεν το αξιοποιεί, όμως, για να θέτει ως όρο τη μείωση του χρέους.
Δηλώνει, βεβαίως, ότι πρέπει γενικά να μειωθεί, αλλά ο Τόμσεν έριξε στο τραπέζι την πρόταση η αναδιάρθρωση να μην είναι εφάπαξ.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η πρώτη φάση (μέχρι το 2018) θα προβλέπει επιμήκυνση αποπληρωμών και πάγωμα των επιτοκίων. Θα συνδυάζεται, όμως, με την εφαρμογή του προγράμματος.
Σε μια δεύτερη φάση η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους θα επανεξεταστεί και τότε θα ληφθούν αποφάσεις με βάση τις τότε οικονομικές συνθήκες.
Δεδομένου ότι το ίδιο το ΔΝΤ νοθεύει τη θέση του για γενναία μείωση του ελληνικού χρέους, αυτό που πρακτικά μένει στο τραπέζι είναι τα πρόσθετα μέτρα λιτότητας. Ισχυρίζεται ότι μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί πως το 2018 θα προκύψει βιώσιμο στον χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Προς συμβιβασμό
Οπως προκύπτει από τα παραπάνω, παρότι το παζάρι είναι σκληρό και τα εμπόδια ακόμα εκεί, οι πιθανότητες είναι οι δανειστές να βρουν έναν συμβιβασμό.
Το μεν ΔΝΤ θα βολευτεί με μια γενική δήλωση της Ευρωζώνης ότι εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και ότι η αναδιάρθρωσή του θα τεθεί στο τραπέζι.
Η δε Ευρωζώνη θα υιοθετήσει εμμέσως πλην σαφώς ορισμένες απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα μέτρα-όρους που από κοινού θα θέσουν στην Αθήνα για να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κοινός τόπος που -σύμφωνα με κοινοτική πηγή- αναμένεται να καταλήξουν οι δανειστές είναι η σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων.
Αν και αυτό παραπέμπει σε σπάσιμο της αξιολόγησης και κατ’ επέκταση της δόσης σε δύο φάσεις, δεν πρόκειται να σερβιριστεί έτσι.
Η σταδιακή εφαρμογή των μέτρων είναι και ο τρόπος για να αποτραπεί το ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα.
Προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως μια δικαιολογία στο Ταμείο να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, για μία ακόμη φορά θα κάνει το θαύμα της η πρακτική των Ευρωπαίων να βρίσκουν φόρμουλες που συμβιβάζουν τα ασυμβίβαστα, αλλά κατά κανόνα αφήνουν άλυτα τα προβλήματα.
απο το Πρώτο Θέμα
Παρά τις σκληρές διαπραγματεύσεις, οι δανειστές αναμένεται να τα βρουν μεταξύ τους και σύμφωνα με κοινοτική πηγή να καταλήξουν σε σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων.
Η λύση αυτή προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως δίνει μια δικαιολογία στο ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα
Οι διαβουλεύσεις στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ αναμένεται να
καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα πορευτούν εφεξής η Ευρωζώνη και το Ταμείο στο ελληνικό μέτωπο.
Μετά και τη διαρροή της συνομιλίας Τόμσεν - Βελκουλέσκου, οι αντιθέσεις στους κόλπους των δανειστών έχουν τεθεί ανοιχτά πια στο τραπέζι.
Η Λαγκάρντ υποχρεώθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι το ΔΝΤ επιδιώκει αλλαγή των όρων της συμφωνίας του Ιουλίου 2015 με το επιχείρημα ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Επίσημη αλλαγή των όρων, όμως, μπορεί να προκύψει από αναθεώρηση του 3ου μνημονίου. Απαιτούνται, δηλαδή, νέες διαπραγματεύσεις και νέα συμφωνία, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από τα κοινοβούλια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Για προφανείς πολιτικούς λόγους, ούτε το ευρωιερατείο ούτε η Αθήνα επιθυμούν να ομολογήσουν ότι εκείνη η συμφωνία είναι ανεφάρμοστη. Πολύ περισσότερο δεν επιθυμούν να εισέλθουν σε μια τέτοια διαδικασία. Γι’ αυτό και στην πράξη το σενάριο αυτό έχει αποκλειστεί.
Το ευρωιερατείο, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις του όσον αφορά τον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος, συμφωνεί ότι δεν πρέπει να εξωθήσει τα πράγματα σε σημείο που να προκύψει υποτροπή της ελληνικής κρίσης.
Για την ακρίβεια, θέλει το ελληνικό ζήτημα να μην είναι καν στην ευρωπαϊκή ατζέντα, ειδικά εν όψει του βρετανικού δημοψηφίσματος. Γι’ αυτό ναι μεν πιέζει για περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά δεν θέλει να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Τσίπρα. Το μήνυμα αυτό έχουν λάβει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ισχυρές κοινωνικές οργανώσεις που είχαν σχετικές επαφές. Το ζητούμενο στις διαβουλεύσεις του κλαμπ της Ουάσινγκτον είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των δανειστών.
Λόγω του γεγονότος ότι η διάσταση απόψεων μεταξύ της Ευρωζώνης και του Ταμείου έχει πλέον επισημοποιηθεί, ο συμβιβασμός δεν είναι πολύ εύκολος. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι εναλλακτικές επιλογές είναι πολιτικά πολύ δύσκολες.
Η πρώτη εναλλακτική επιλογή είναι το ευρωιερατείο να αποδεχθεί τη γενναία μείωση του ελληνικού χρέους για να βγαίνουν τα νούμερα. Οι Ευρωπαίοι, όμως, είναι παντελώς απρόθυμοι να κάνουν αυτό το βήμα και μάλιστα τώρα.
Ο Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι εάν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα θέσει το ζήτημα της αναδιάρθρωσης στην αμέσως επόμενη σύνοδο του Eurogroup.
Το προβλέπει, άλλωστε, το 3ο μνημόνιο. Δεν θέτει, όμως, σαφές χρονοδιάγραμμα.
Αυτό σημαίνει ότι οι εταίροι μπορούν με διάφορα προσχήματα να υπεκφεύγουν για πολύ χρόνο. Ετσι είχαν πράξει και με τη δέσμευση που είχαν αναλάβει στο Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Σύσσωμο το ευρωιερατείο, όμως, δηλώνει ότι η παρουσία του Ταμείου είναι απαραίτητη. Η Μέρκελ, μάλιστα, έχει δεσμευτεί προσωπικά γι’ αυτό. Στην πραγματικότητα, η στάση της Ευρωζώνης είναι κραυγαλέα αντιφατική. Από τη μία θέλει το ΔΝΤ για να παίζει τον ρόλο του «κακού μπάτσου» όσον αφορά την επιβολή μέτρων λιτότητας. Από την άλλη, όμως, αρνείται ουσιαστικά να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του ελληνικού χρέους, παρότι αυτό υπαγορεύεται από τον κανόνα του Ταμείου ότι αυτό πρέπει να είναι βιώσιμο.
Οπως προκύπτει από τα παραπάνω, και τα δύο αυτά εναλλακτικά σενάρια είναι -τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση- από πολιτικής απόψεως απαγορευτικά.
Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, με την έννοια ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος της ημέρας οι δανειστές θα βρουν μεταξύ τους έναν συμβιβασμό.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ωστόσο, ο Τόμσεν έθεσε ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και τη μείωση του χρέους και τη λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας.
Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε, μόνο τότε θα εισηγηθεί στο διοικητικό συμβούλιο τη συμμετοχή.
Μερικές ώρες πριν η Λαγκάρντ είχε προεξοφλήσει ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει με κάποιον τρόπο στο ελληνικό πρόγραμμα. Για την ακρίβεια είχε υπονοήσει ότι ενδεχομένως να συμμετάσχει ως τεχνικός σύμβουλος και επόπτης της εφαρμογής, αλλά όχι ως συγχρηματοδότης. Το παζάρι είναι σκληρό και συνεχίζεται.
Στο παιχνίδι μπαίνει πιο αποφασιστικά και ο αμερικανικός παράγοντας.
Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, η Κομισιόν έχει ζητήσει διακριτικά από την Ουάσινγκτον να ασκήσει πίεση στη Λαγκάρντ για να βάλει νερό στο κρασί της.
Οι Αμερικανοί, όμως, κινούνται πιο κοντά στην επίσημη θέση του Ταμείου.
Ναι μεν ζητούν από την Αθήνα να προχωρήσει τις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά ταυτοχρόνως ζητούν επίμονα από την Ευρωζώνη να προχωρήσει σε γενναία μείωση του χρέους. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι στη συνάντηση που ο Ομπάμα θα έχει με τη Μέρκελ στο Ανόβερο στις 23 Απριλίου θα συζητήσει μαζί της το ελληνικό ζήτημα.
Και για να μην αφήσει αμφιβολία για τις προθέσεις του, πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επωμίζεται μεγάλο βάρος λόγω του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος.
Εάν οι δανειστές καταλήξουν μεταξύ τους σε κάποιον συμβιβασμό, το επόμενο κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να ανταποκριθεί στους όρους που θα της θέσουν.
Ο Τσίπρας και το στενό επιτελείο του θέλουν πολύ να παραμείνουν στην εξουσία.
Εχουν ήδη προβεί σε επώδυνες υποχωρήσεις και είναι διατεθειμένοι να κάνουν και κάποια πρόσθετα βήματα πίσω προκειμένου να ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση.
Πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν πολιτικό χρόνο και θα έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν εκλογικό έδαφος.
Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να δεχθούν. Και τα όρια αυτά καθορίζονται όχι μόνο από τις όποιες δικές τους πολιτικές αντιστάσεις, αλλά κυρίως από το τι αντέχει να ψηφίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153.
Λόγω της υποχώρησης των κοινωνικών αντιδράσεων, το πολύ βαρύ κλίμα που επικρατούσε στις γραμμές των συμπολιτευόμενων βουλευτών έχει τον τελευταίο καιρό κάπως μετριαστεί. Αυτό, ωστόσο, δεν εγγυάται πως θα υπερψηφιστεί ό,τι φέρει η κυβέρνηση.
Εχοντας πειστεί ότι το κύριο εμπόδιο για να κλείσει η αξιολόγηση είναι το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός και κορυφαίοι υπουργοί έχουν επιλέξει να βάλλουν δημοσίως εναντίον του, προσπαθώντας να το διαχωρίσουν από τους Ευρωπαίους.
Η τακτική αυτή είναι πολύ χοντροκομμένη και η Ελλάδα πολύ μικρή για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Παρ’ όλα αυτά η δημόσια κριτική ασκεί μια πίεση στο Ταμείο, το οποίο υποχρεώθηκε να υψώσει τους τόνους όσον αφορά στην απαίτησή του για μείωση του ελληνικού χρέους. Εάν τελικώς οι δανειστές βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, κυβερνητικοί κύκλοι διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι το σενάριο των εκλογών θα μπει στο τραπέζι.
Στο Μαξίμου δεν ελπίζουν πλέον πως μπορεί να βάλει πλάτη στη Βουλή η αντιπολίτευση.
Ο Μητσοτάκης το έχει αποκλείσει και η στάση της Ν.Δ. εκ των πραγμάτων συμπαρασύρει στην ίδια γραμμή και τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων). Δεν φαίνεται ρεαλιστικό ούτε το σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης του λεγόμενου «ευρωπαϊκού τόξου» με πρωθυπουργό τον Τσίπρα.
Κάποιες πιθανότητες έχει το σενάριο να διευρυνθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό σχήμα.
Το ευρωιερατείο το επιθυμεί πολύ.
Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η Γεννηματά θα το τολμήσει, όταν μάλιστα η ομάδα του Βενιζέλου είναι κατηγορηματικά αντίθετη.
Εάν, λοιπόν, οι δανειστές ζητήσουν από τον Τσίπρα μέτρα που του είναι αδύνατον να δεχτεί και να περάσει από τη Βουλή, ο μόνος δρόμος που θα του έχει απομείνει είναι να στήσει κάλπες, έχοντας επίγνωση ότι πιθανότατα θα τις χάσει.
Αυτό δείχνουν και οι δικές τους μυστικές δημοσκοπήσεις.
Η απώλεια της εξουσίας είναι πικρή για όλους και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ενας ολόκληρος μικρόκοσμος, άλλωστε, καλόμαθε πλέον στα μεγαλύτερα ή μικρότερα προνόμια που παρέχει μια θέση στην πυραμίδα της εξουσίας.
Υπάρχουν ωστόσο και στελέχη που βλέπουν με μεγάλη ανησυχία το μέλλον. Οχι αδικαιολόγητα, θεωρούν ότι με την εφαρμογή του 3ου μνημονίου, και μάλιστα μιας δυσμενούς εκδοχής του, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιθανόν να έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ.
Αντιθέτως, εάν οι δανειστές βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό της κυβέρνησης, μια ηρωική έξοδος προοπτικά θα αποδειχτεί σωτήριος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει μεγάλο κόμμα, ο δε Τσίπρας, και λόγω ηλικίας, θα έχει μια δεύτερη ευκαιρία στο μέλλον.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το σενάριο αυτό έχει συζητηθεί στο Μαξίμου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να το απορρίπτει εξ υπαρχής. Εύκολο, όμως, να το συζητάει, δύσκολο να το κάνει πράξη.
Οι επαφές σε Παρίσι - Βρυξέλλες
Ο πρωθυπουργός ταξίδεψε στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες με στόχο να πείσει τους συνομιλητές του ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να καμφθεί η αδιαλλαξία του ΔΝΤ ώστε η αξιολόγηση να κλείσει εγκαίρως και με βάση τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού. Το γεγονός ότι όλοι συμφωνούν πως πρέπει να κλείσει εγκαίρως δεν σημαίνει πολλά. Πρώτον, επειδή και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και η Λαγκάρντ δεν θα μπορούσαν να πουν δημοσίως τίποτα άλλο. Δεύτερον και σημαντικότερο, επειδή με τη γενική αυτή ευχή παρακάμπτεται η ουσία που είναι οι όροι με βάση τους οποίους μπορεί να κλείσει η αξιολόγηση.
Εκεί είναι το εμπόδιο και επ’ αυτού ο Ολάντ απέφυγε επιμελώς να πει κάτι ενθαρρυντικό.
Συνήθως καλά ενημερωμένη κυβερνητική πηγή μας ανέφερε ότι ο Τσίπρας δεν ταξίδεψε μόνο γι’ αυτόν τον σκοπό. Στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του είχε την πρόθεση να προειδοποιήσει εμμέσως και τον Ολάντ και τον Σουλτς ότι εάν οι θεσμοί του βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να στήσει κάλπες.
Ποντάρει στο γεγονός ότι το τελευταίο που θα ήθελαν οι Ευρωπαίοι σ’ αυτή τη φάση είναι εκλογές και αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης. Δεν είναι μόνο το κρίσιμο δημοψήφισμα στη Βρετανία, αλλά και το γεγονός ότι τα επιτόκια των ομολόγων του ευρωπαϊκού Νότου έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν, γεγονός που δείχνει ότι οι αγορές επανεξετάζουν την ευστάθεια της Ευρωζώνης.
Διπλό μήνυμα
Η ίδια πηγή συνέδεσε αυτή την πληροφορία -δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί- με την κατάθεση των επίμαχων νομοσχεδίων στη Βουλή χωρίς προηγούμενη συμφωνία με το κουαρτέτο. Η κίνηση αυτή έγινε για να σταλεί ένα διπλό μήνυμα:
Κατά πρώτον στους δανειστές ότι τα περιθώρια αλλαγών είναι περιορισμένα. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν δεκτές οι απαιτήσεις του ΔΝΤ. Αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι το Μαξίμου εξέφρασε την ετοιμότητά του να κάνει τροποποιήσεις που θα συμφωνηθούν με τους θεσμούς. Είναι προφανές, ωστόσο, ότι θα είναι κόλαφος για την κυβέρνηση εάν υποκύψει και αλλάξει ριζικά τα νομοσχέδια.
Δεύτερον, στους ψηφοφόρους ότι η κυβέρνηση λαμβάνει επώδυνα μέτρα για να κλείσει την αξιολόγηση. Δεν είναι, όμως, διατεθειμένη να δώσει περισσότερα από όσα είχαν συμφωνηθεί το περασμένο καλοκαίρι για να αποτραπεί το Grexit. Αυτή θα είναι και η γραμμή με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει την εκλογική μάχη εάν -παρ’ ελπίδα- τα πράγματα φτάσουν εκεί.
Προς το παρόν στην κυβέρνηση αναμένουν την κατάληξη που θα έχει το παζάρι μεταξύ του ευρωιερατείου και του ΔΝΤ.
Θεωρούν ότι η δήλωση της Λαγκάρντ για αλλαγή των συμφωνηθέντων τον περασμένο Ιούλιο ενισχύει την ελληνική θέση. Υπενθυμίζουμε πως η επικεφαλής του ΔΝΤ δήλωσε ότι μπορεί με ηρωικές προσπάθειες οι Ελληνες το 2018 να επιτύχουν τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Αυτό, όμως, δεν θα είναι βιώσιμο.
Δεν θα μπορεί να διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια. Η εκτίμησή της δεν είναι αβάσιμη.
Πράγματι, η δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν αφήνει περιθώρια για την παραγωγή τέτοιων πλεονασμάτων τα επόμενα πολλά χρόνια.
Για να είναι συνεπές με αυτή την εκτίμηση, όμως, το Ταμείο θα έπρεπε να θέτει ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα την άμεση δραστική μείωση του ελληνικού χρέους. Μόνο έτσι το κόστος εξυπηρέτησής του μπορεί να εξασφαλίζεται με πρωτογενές πλεόνασμα αρκετά μικρότερο από το 3,5% που προβλέπει το 3ο μνημόνιο. Δεδομένου ότι σύσσωμο το ευρωιερατείο έχει δεσμευτεί πως η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι απολύτως απαραίτητη, η Λαγκάρντ διαθέτει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Δεν το αξιοποιεί, όμως, για να θέτει ως όρο τη μείωση του χρέους.
Δηλώνει, βεβαίως, ότι πρέπει γενικά να μειωθεί, αλλά ο Τόμσεν έριξε στο τραπέζι την πρόταση η αναδιάρθρωση να μην είναι εφάπαξ.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η πρώτη φάση (μέχρι το 2018) θα προβλέπει επιμήκυνση αποπληρωμών και πάγωμα των επιτοκίων. Θα συνδυάζεται, όμως, με την εφαρμογή του προγράμματος.
Σε μια δεύτερη φάση η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους θα επανεξεταστεί και τότε θα ληφθούν αποφάσεις με βάση τις τότε οικονομικές συνθήκες.
Δεδομένου ότι το ίδιο το ΔΝΤ νοθεύει τη θέση του για γενναία μείωση του ελληνικού χρέους, αυτό που πρακτικά μένει στο τραπέζι είναι τα πρόσθετα μέτρα λιτότητας. Ισχυρίζεται ότι μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί πως το 2018 θα προκύψει βιώσιμο στον χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Προς συμβιβασμό
Οπως προκύπτει από τα παραπάνω, παρότι το παζάρι είναι σκληρό και τα εμπόδια ακόμα εκεί, οι πιθανότητες είναι οι δανειστές να βρουν έναν συμβιβασμό.
Το μεν ΔΝΤ θα βολευτεί με μια γενική δήλωση της Ευρωζώνης ότι εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και ότι η αναδιάρθρωσή του θα τεθεί στο τραπέζι.
Η δε Ευρωζώνη θα υιοθετήσει εμμέσως πλην σαφώς ορισμένες απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα μέτρα-όρους που από κοινού θα θέσουν στην Αθήνα για να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κοινός τόπος που -σύμφωνα με κοινοτική πηγή- αναμένεται να καταλήξουν οι δανειστές είναι η σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων.
Αν και αυτό παραπέμπει σε σπάσιμο της αξιολόγησης και κατ’ επέκταση της δόσης σε δύο φάσεις, δεν πρόκειται να σερβιριστεί έτσι.
Η σταδιακή εφαρμογή των μέτρων είναι και ο τρόπος για να αποτραπεί το ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα.
Προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως μια δικαιολογία στο Ταμείο να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, για μία ακόμη φορά θα κάνει το θαύμα της η πρακτική των Ευρωπαίων να βρίσκουν φόρμουλες που συμβιβάζουν τα ασυμβίβαστα, αλλά κατά κανόνα αφήνουν άλυτα τα προβλήματα.
απο το Πρώτο Θέμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου