Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Κυριακή των Μυροφόρων – Ήρωες και Ηρωίδες-Ἡ καλὴ καὶ ἡ κακὴ γυναίκα( (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης)


«ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΗΡΩΙΔΕΣ »
«Τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού». (Μάρκ. 15, 43-16, 8)
Η Ευαγγελική περικοπή της Κυριακής των Μυροφόρων μας παρουσιάζει μορφές ηρώων και ηρωίδων. Χριστιανών ηρώων και Χριστιανών ηρωίδων. Τα ονόματά τους· Άνδρες: Ιωσήφ και Νικόδημος. Γυναίκες: Μαρία η Μαγδαληνή, Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη.
Μετά τη σταύρωση του Χριστού, το εσπέρας της Μ. Παρασκευής, μέσα στην πόλη της Ιερουσαλήμ επικρατούσε μια ατμόσφαιρα φόβου και τρόμου. Εκείνες οι κραυγές «άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν» αντηχούσαν ακόμη στα αυτιά των
κατοίκων της πόλεως. Όλα τα πνεύματα ήταν εξημμένα. Μέσα στις καρδιές των σταυρωτών του Ιησού έβραζε το μίσος και η κακία. Και αλλοίμονο σ’ όποιον τολμούσε να εκφράσει, με οποιοδήποτε τρόπο, συμπάθεια προς το Σταυρωμένο Ιησού. Τότε ακριβώς προβάλλουν οι ήρωες και ηρωίδες του Χριστού.  


Και πρώτα οι άνδρες.
 Και από αυτούς πρώτος ο Ιωσήφ. Ο Ιωσήφ καταγόταν από την Αριμαθαία. Ήταν βουλευτής. Ήταν μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου. Καιδιακρινόταν μέσα στην κοινωνία. Πάντα αγαπούσε το Χριστό. Αλλά την αγάπη του αυτή δεν τη φανέρωνε. Για το φόβο των Ιουδαίων έμενε πάντα «κεκρυμμένος μαθητής». Τώρα όμως διώχνει το φόβο και τη δειλία. Ανεβαίνει στο Πραιτώριο. Και παίρνει από τον Πιλάτο την άδεια για την ταφή του Ιησού. «Τολμήσας εισήλθε…».  
Δεύτερος άνδρας ο Νικόδημος. Βουλευτής και ο Νικόδημος. Μέλος του Συνεδρίου κι αυτός. Και Διδάσκαλος του Ισραήλ. Κρυφός μαθητής του Ιησού, όπως και ο Ιωσήφ. Και για τον ίδιο λόγο. Για το φόβο των Ιουδαίων. Όπως αναφέρει άλλος Ευαγγελιστής, τη στιγμή που πήρε την άδεια της ταφής ο Ιωσήφ, ο Νικόδημος παίρνει ενεργό μέρος στην αποκαθήλωση του Νεκρού και στην ταφή. Φέρνει εκατό λίτρες άρωμα πολύτιμο. Με αυτό αρωματίζουν οι δυο τους το σώμα του Ιησού, το τυλίγουν σε σενδόνι καθαρό, και το ενταφιάζουν με ευλάβεια.
Ήρωες οι δυο άνδρες, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος.
 Αλλά ηρωίδες και οι γυναίκες.
 Ούτε τη νύχτα στοχάστηκαν, σαν γυναίκες. Ούτε την εμπάθεια των εχθρών του Ιησού. Ούτε τη φρουρά των στρατιωτών πλάι στον τάφο. Δεν λογάριασαν τίποτε. Κανένα φόβο. Κανένα κίνδυνο. Και βαθιά χαράματα, πήραν το δρόμο προς το μνήμα με τα αρώματα στα χέρια, για να αλείψουν τον Νεκρό. Αλλά δεν πρόφτασαν να επιτελέσουν το χρέος αυτό, γιατί ένας άγγελος τους είπε, σαν πλησίασαν στο μνήμα, «ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε». Αναστήθηκε ο Χριστός.
* * *
Ήρωες πρέπει να είναι και όλοι οι χριστιανοί άνδρες. Ηρωίδες πρέπει να είναι και όλες οι χριστιανές γυναίκες.
Αλλά πού;
* Στην πίστη.
Στη χριστιανική πίστη. Στην πίστη μας προς το Χριστό. Πάντοτε η χριστιανική πίστη διώκεται. Και διώκεται με πολλούς και ποικίλους τρόπους. Με το σπαθί. Με την ειρωνεία. Με την περιφρόνηση. Με τον παραγκωνισμό. Και με άλλους τρόπους, που μηχανεύονται οι εχθροί του Χριστού. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι εύκολο να μείνει κανείς πιστός. Χρειάζεται ηρωισμός. Ανδρεία. Παλικαριά. Αποφασιστικότητα. Και έχουμε πολλούς ήρωες στη χριστιανική πίστη. Το Στέφανο, τον πρώτο μάρτυρα. Το Δημήτριο το Μυροβλήτη. Και τόσους άλλους. Αλλά έχουμε και γυναίκες ηρωίδες: Τη Βαρβάρα. Την Αικατερίνα. Και άλλες. Όλοι αυτοί έμειναν πιστοί μέχρι θανάτου. Αυτό να κάνουμε και ημείς. Αλλά και το άλλο. Να ομολογούμε την πίστη μας, όποια κι αν είναι η συνέπεια. Γιατί αυτό μας ζητά ο Ιησούς να κάνουμε με τούτο το λόγο του: «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων…» (Ματθ. 10, 32).
* Στην αγάπη.
Στη χριστιανική αγάπη. Στην αγάπη που μας κήρυξε ο Χριστός μας. Αγάπη όχι μόνο σ’ αυτούς που μας αγαπούν, αλλά και σ’ αυτούς που δεν μας αγαπούν. Και σ’ αυτούς που μας εχθρεύονται. Που μας κατηγορούν. Που θέλουν το κακό μας. Ακόμη και στους φονιάδες συγγενικών μας προσώπων. Σαν την αγάπη, που έδειξε ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου στο φονιά του αδελφού του. Αλλά μια τέτοια αγάπη χρειάζεται ηρωισμό. Ηρωισμό ψυχικό. Γιατί οι άνθρωποι του κόσμου εννοούν αλλιώς την αγάπη. Αγάπη μόνο σε φιλικά πρόσωπα. Στα άλλα, που τους εχθρεύονται, αντί για αγάπη μίσος και κακία. Σ’ αυτά εκδίκηση. Μάτι με μάτι. Δόντι με δόντι. Όπως στην Π. Διαθήκη. Κι ακόμη ούτε καλημέρα. Για να πάμε, λοιπόν, κόντρα στη νοοτροπία αυτή του κόσμου, χρειάζεται ηρωισμός ψυχής.
* Στην τιμή.
Στην αγνότητα. Χρειάζεται ηρωισμός να μείνει μια ψυχή στις ημέρες μας αγνή. Γιατί οι πειρασμοί είναι πολλοί και δυνατοί. Κι ύστερα, η τιμή σήμερα θεωρείται από τον κόσμο μειονέκτημα. Ηρωισμός, λοιπόν, απέναντι στους πειρασμούς. Σαν τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο με εκείνη τη γυναίκα του Πετεφρή. Σαν τη Σωσάννα, που αναφέρει ο Προφήτης Δανιήλ.

Άνδρες, γίνετε ήρωες. Και σεις γυναίκες, γίνετε ηρωίδες. Σ’ αυτά που είπαμε: Στην πίστη. Στην αγάπη. Στην τιμή. Αλλά και σε κάθε αρετή.

απο τη Διακονία Φυλακών “Οσία Ξένη


Ἡ καλὴ καὶ ἡ κακὴ γυναίκα
 Κυριακὴ Μυροφόρων (Μᾶρκ. 15,43 – 16,8)
«Καὶ λίαν πρωὶ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον» (Μᾶρκ. 16,2)

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης

Οἱ ἄνθρωποι, ἀγαπητοί μου, ἔχουν διαφόρους χαιρετισμούς. Τὸ πρωὶ λένε καλημέρα, τὸ δειλινὸ καλησπέρα, κι ὅταν πάει νὰ βραδιάσῃ λένε καληνύχτα. Ἀλλὰ ὁ πιὸ ὡραῖος χαιρετισμὸς εἶνε ὁ χαιρετισμὸς ποὺ ἀκούστηκε τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ λέγεται καὶ ν᾽ ἀκούγεται 40 μέρες, μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως. 

Καὶ αὐτὸς ὁ χαιρετισμὸς εἶνε τὸ «Χριστὸς ἀνέστη»
Δὲν ὑπάρχει στὸν κόσμο ἄλλος χαιρετισμὸς πιὸ γλυκὺς καὶ πιὸ εὐφρόσυνος ἀπὸ αὐτόν.

Ποιός ἄκουσε τὸ χαιρετισμὸ αὐτὸ γιὰ πρώτη φορά;  
 
Αὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία. Θά ᾽πρεπε νὰ τὸν ἀκούσουν πρῶτοι οἱ μαθηταί. Δὲν τὸν ἄκουσαν δυστυχῶς. Γιατὶ ὁ ἕνας τὸν ἀρνήθηκε, ὁ ἄλλος τὸν πρόδωσε, καὶ οἱ ἄλλοι ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔγιναν λαγοὶ καὶ κρύφτηκαν.
Τὸ πρῶτο «Χριστὸς ἀνέστη» τὸ ἄκουσαν γυναῖκες. Ὅπως ὅταν γεννήθηκε ὁ Χριστὸς τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τὸ ἄκουσαν πρῶτοι οἱ βοσκοί, κι ὄχι οἱ σοφοί, οἱ βασιλιᾶδες, οἱ στρατηγοί, οἱ μεγάλοι καὶ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, ἔτσι καὶ τώρα τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» τὸ ἄκουσαν γιὰ πρώτη φορὰ γυναῖκες, οἱ μυροφόρες. 
Γι᾿ αὐτὸ σήμερα, Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων, τὸ εὐαγγέλιο προβάλλει τὸ παράδειγμά τους.
* * *
Τί λέει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο; 
Ὅλοι ξέρουμε, ὅτι τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ὁ Χριστὸς ἦταν ἐπάνω στὸ σταυρὸ «ἀπὸ ἕκτης ὥρας …ἕως ὥρας ἐνάτης» (Ματθ. 27,45) σύμφωνα μὲ τὸ ἑβραϊκὸ ὡρολόγιο (μὲ τὸ ἑλληνικὸ ἀπὸ 12 τὸ μεσημέρι μέχρι 3 τὸ ἀπόγευμα). Τρεῖς ὧρες δηλαδὴ ἦταν καρφωμένος ὁ Χριστὸς ζωντανὸς ἐπάνω στὸ σταυρό.
 Καὶ μετά, ὅταν εἶπε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30), παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν οὐράνιο Πατέρα. 
Μὲ τὸ «Τετέλεσται» τελείωσε καὶ ἡ ἐπίγειος ζωή του. Ἦταν πλέον νεκρός.  
 
Ποιός θὰ φρόντιζε γιὰ
τὴν ταφή του;  
ποιός θὰ τὸν κατέβαζε ἀπὸ τὸ σταυρό;
 Κανείς ἀπὸ τοὺς μαθητὰς δὲν τολμοῦσε νὰ πλησιάσῃ. Ὅλοι κρύφτηκαν. 
 
Φόβος καὶ τρόμος κυρι αρχοῦσε. 
Θὰ ἔμενε λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔτσι ἐκεῖ; Καὶ τί θὰ γινόταν; 
Αὐτοὶ ποὺ σταυρώνονταν ἔμεναν ἔτσι πάνω στοὺς σταυρούς, καὶ ἔρχονταν ἔπειτα τὰ κοράκια καὶ ἔτρωγαν τὶς σάρκες τους. 

Περνοῦσαν λοιπὸν οἱ ὧρες καὶ κανείς δὲν φαινόταν. Αὐτός, ποὺ εὐεργέτησε ὅλους, τώρα ἔμενε ὁλομόναχος.
 
Ὅταν πλέον βράδιασε καὶ κόντευε νὰ δύσῃ ὁ ἥλιος, νά καὶ ἔρχεται κάποιος. Ἀποκαλυφθῆτε. Εἶνε ἥρωας· αὐτὸς νίκησε τὸ φόβο. 
Εἶνε Ἰωσήφ. Τί ἦταν τότε ὁ Ἰωσήφ; Εἶχε ἀξίωμα μεγάλο, ἦταν βουλευτής. αὐτὸς τόλμησε. Πῆγε στὸν Πιλᾶτο, ζήτησε τὸ σῶμα, κι ἀφοῦ διαπιστώθηκε ὅτι πράγματι ὁ Χριστὸς ἀπέθανε, ἔδωσε ἄδεια στὸν Ἰωσὴφ γιὰ τὴν ταφή.
Πῆγε ὁ Ἰωσὴφ στὸ Γολγοθᾶ, ἀνέβηκε στὸ σταυρό, ξεκάρφωσε τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ κατέβασε μὲ εὐλάβεια, ἔπλυνε τὶς πληγές του, τὸ τύλιξε μὲ καθαρὸ σεντόνι, καὶ τὸ ἀπέθεσε σὲ μνῆμα ὅπου κανείς ὣς τότε δὲν εἶχε ταφῆ.
 
Ὁ Ἰωσὴφ εἶχε τὴν τιμὴ νὰ κηδεύσῃ, νὰ ἐνταφιάσῃ, τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ κοντὰ στὸν Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ἀριμαθαίας ἦρθαν καὶ κάποιες γυναῖκες ποὺ ἀγαποῦσαν τὸ Χριστὸ καὶ τὸν ἀκολουθοῦσαν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του. 
Ἦταν πάντα κοντά του. Αὐτὲς τὴ νύχτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου δὲν κοιμήθηκαν ἀλλὰ προετοιμάζονταν.  Ἀγόρασαν πολύτιμα ἀρώματα, καὶ πρωὶ - πρωὶ πῆγαν στὸν τάφο
Μὰ ἐκεῖ παραξενεύτηκαν.
 Οἱ στρατιῶτες, ποὺ διέταξε ὁ Πιλᾶ τος νὰ φρουροῦν, δὲν ὑπῆρχαν. Εἶδαν ἔπειτα, ὅτι ἡ μεγάλη πέτρα ποὺ ἔφραζε τὸν τάφο, εἶχε παραμερισθῆ.
Μετά, ὅταν μπῆκαν στὸ μνημεῖο, δὲν βρῆκαν τίποτε παρὰ μόνο τὰ σάβανα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ σουδάριο τυλιγμένο σ᾿ ἕνα μέρος. Θαύμασαν.
Ἔπειτα παρουσιάστηκε ἕνας ἄγγελος μὲ ῥοῦχα λευκὰ καὶ τοὺς εἶπε· «Μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε» (Μᾶρκ. 16,6). Καὶ τοὺς
παρήγγειλε, νὰ πᾶνε νὰ εἰδοποιήσουν τοὺς μαθητάς, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη.
Αὐτὰ λέει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο.
* * *
Θαυμάζουμε τὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ θαυμάζουμε καὶ τὶς γυναῖκες αὐτές, ποὺ φάνηκαν ἡρωίδες, ἀνώτερες ἀπὸ τοὺς μαθητάς· γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀξιώθηκαν πρῶτες νὰ ἀκούσουν τὸ «Χριστὸς ἀνέστη», κ᾽ εἶνε πρὸς τιμὴν τοῦ γυναικείου φύλου.
 
Εἶνε γεγονὸς ὅτι καὶ μέχρι σήμερα ἡ γυναίκα ἀγαπάει τὸ Χριστὸ περισσότερο ἀπὸ τὸν ἄντρα. Ἡ πατρίδα μας ἔχει 8.000 ἐκκλησίες.
 
Ὅπου καὶ νὰ πᾶμε, καὶ Ἀθήνα καὶ Θεσσαλονίκη καὶ στὸ πιὸ μικρὸ χωριό, θὰ δῆτε μέσα στὴν ἐκκλησία οἱ ἄντρες νὰ εἶνε λίγοι, ἐνῷ οἱ γυναῖκες διπλάσιες καὶ τριπλάσιες. Καὶ ὑπάρχουν χωριά, ποὺ μέσα στὴν ἐκκλησία εἶνε μόνο γυναῖκες· οἱ ἄντρες εἶνε στὸ καφενεῖο.
Πῆγα σ᾿ ἕνα χωριό –δὲν σᾶς λέω ποιό–, ποὺ μέσα στὴν ἐκκλησία ἦταν μόνο γυναῖκες· οἱ
ἄντρες εἶχαν πάει γιὰ …ἀγριογούρουνα.
Ἡ γυναίκα ἀνέκαθεν ἀγαποῦσε πιὸ πολὺ τὸ Χριστό. 
 
Σπάνιο πρᾶγμα νὰ βρῇς γυναῖκα ἄπιστη.
 
 Ἄπιστοι εἶνε οἱ ἄντρες· 
ὄχι βέβαια ὅλοι, ἀλλὰ κάποιοι ποὺ ἔβγαλαν τὸ πανεπιστήμιο κ᾽ἔπειτα θέλουν νὰ κάνουν τὸ μορφωμένο καὶ τὸ δάσκαλο, ἐνῷ «δὲν ξέρουν ποῦ πᾶν τὰ τέσ σε-
ρα»· αὐτοὶ φωνάζουν, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός.

Καὶ σήμερα ὑπάρχουν γυναῖκες, ποὺ μοιάζουν μὲ τὶς μυροφόρες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἔχουν τὰ γνωρίσματα ἐκείνων τῶν γυναικῶν.
 
Ἡ καλὴ γυναίκα, ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, κάνει τὸ σπίτι της ἐκκλησία. 
Ἔχει εἰκονίσματα, θυμιατίζει κάθε βράδι ὅταν βασιλεύει ὁ ἥλιος, κάνει τὴν προσευχή της. Προσέχει τὴ γλῶσσα της, προσέχει τὴ διαγωγή της. 
Εἶνε ἐργατική. 
Τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ πηγαίνει στὴν ἐκκλησία. 
Ἐξομολογεῖται.
 Κοινωνεῖ τῶν ἀχράντων μυστηρίων.
 Μένει πιστὴ στὸν ἄντρα της, τὸν ἀγαπᾷ, ἀγαπᾷ τὰ παιδιά της. Εἶνε πιστὴ γυναίκα. Καὶ στὰ νοσοκομεῖα ποιοί κάθονται δίπλα στοὺς ἀρρώστους;
 Οἱ γιατροὶ συνήθως τὸ σκᾶνε· κοιτᾶνε τὸ σφυγμὸ τοῦ ἀρρώστου,\τὸν ἐξετάζουν, καὶ μετὰ φεύγουν. 
Ποιοί μένουν κοντά του; Οἱ ἡρωΐδες γυναῖκες, ποὺ ἀγαπᾶνε καὶ πιστεύουν στὸ Χριστό, στέκονται καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κρεβάτι τοῦ ἀρρώστου.
 
Ἀλλὰ ὅσο καλὸ κάνει στὸν κόσμο μιὰ καλὴ γυναίκα, ποὺ εἶνε θησαυρὸς καὶ ἄγγελος, τόσο κακὸ κάνει ἡ κακιὰ γυναίκα. Ὅποιος ἄντρας ἔχει καλὴ γυναῖκα, ἔχει θησαυρὸ πολύτιμο στὸ σπίτι του, κι ἂς εἶνε φτωχός· ὅποιος ὅμως ἔχει κακορρίζικια καὶ γλωσσώδη γυναῖκα, ὁ ἄντρας αὐτὸς εἶνε δυστυχισμένος καὶ φτωχός, ἔστω κι ἂν ἔχῃ ὅλα τὰ πλούτη καὶ τ᾿ ἀξιώματα τοῦ κόσμου.
Ὅσο λοιπὸν καλὸ κάνει ἡ καλὴ γυναίκα, τόσο κακὸ κάνει ἡ κακὴ καὶ διεστραμμένη. Καὶ τώρα δυστυχῶς οἱ κακὲς γυναῖκες αὐξάνουν.
 
Τὶς βλέπεις; δὲν γεννοῦν παιδιά. Ἡ φύσι τῆς γυναίκας εἶνε νὰ γεννᾷ νέους ἀνθρώπους. Ἐμεῖς αὐτὸ τὸ χάσαμε. Ἂν πᾶτε στὴν Ἀλβανία, εἶνε γεμάτη παιδιά· πρὸ εἴκοσι ἐτῶν οἱ Ἀλβανοὶ ἦταν 1.500.000, τώρα εἶνε 3.000.000. Ἂν πᾶτε στὴ Σερβία, στὴ Βουλγαρία, στὴ Ῥωσία, εἶνε γεμᾶτες παιδιά. Ἂν πᾶτε καὶ στὴν Τουρκία; μὲ τὸ σάλιο τους θὰ μᾶς πνίξουν! 
Ἐδῶ πάει, κατήντησε μόδα ἡ ἀποφυγὴ τῆς τεκνογονίας καὶ οἱ κατηραμένες ἐκτρώσεις.
Νὰ τὸ ξέρετε· αὐτή, ποὺ τρέχει σὲ κλινικὲς καὶ κάνει ἐκτρώσεις, δὲν εἶνε Χριστιανή, δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστό. Προτιμότερο νὰ γκρεμίσῃς μιὰ ἐκκλησιά, παρὰ ν᾽ ἀποκλείσῃς τὴ ζωὴ σ᾽ ἕνα παιδὶ ἤ, τὸ ἀκόμη χειρότερο, νὰ σκοτώσῃς παιδί. 
Εἶνε μεγάλο ἁμάρτημα
 Κι ὅμως δὲν τὸ αἰσθάνεσαι! Θὰ τὸ αἰσθανθῇς, ὅταν ὁ σεισμὸς ταρακουνᾷ τὴ γῆ, ὅταν πέφτουν τὰ κεραμίδια καὶ τὰ σπίτια καὶ τὰ σχολεῖα καὶ τὰ κωδωνοστάσια καὶ τὰ πάντα. Τότε θὰ φωνάξῃς Παναγία μου! καὶ Κύριε ἐλέησον! ἀλλὰ θά ᾽νε ἀργά.
 
Ἡ γυναίκα, ποὺ δὲν πιστεύει στὸ Χριστό, κάνει μεγάλο κακὸ στὸν κόσμο.
 Γι᾿ αὐτὸ ὅταν ρώτησαν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, Ποιό εἶνε φοβερώτερο κακό, ἡ κακιὰ γυναίκα ἢ ὁ διάβολος; ἐκεῖνος ἀπήντησε· Ἡ κακιὰ γυναίκα εἶνε χειρότερη ἀπὸ τὸ διάβολο.
 
Ὅσο λοιπὸν σήμερα ἐπαινοῦμε τὴν καλὴ γυναῖκα καὶ λέμε ὅτι εἶνε ἄγγελος ποὺ παρηγορεῖ τὸν κόσμο, τόσο ἀντιθέτως πρέπει νὰ ἐλέγχουμε καὶ νὰ κατηγοροῦμε τὴν κακιὰ γυναῖκα, ποὺ φέρει μεγάλη καταστροφὴ στὸν κόσμο. 
 
Ποιός τὸ περίμενε, μέσα στὴν Ἑλλάδα νὰ γίνωνται 400.000 ἐκτρώσεις τὸ ἔτος; Ἑκατὸ χρόνια νὰ περνοῦσαν στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ στὴ Μακεδονία μας, δὲν γινόταν ἔκτρωσι. Τώρα, ὅπως πᾶνε στὸν ὀδοντίατρο καὶ βγάζουν ἕνα δόντι, ἔτσι πετᾶνε τὰ παιδιά τους.
* * *
Θέλω νὰ πιστεύω, ὅτι ὅσες γυναῖκες εἶστε ἐδῶ στὴν ἐκκλησία καμμία δὲν ἀνήκει στὴν κατηγορία τῶν κακῶν γυναικῶν, ἀλλὰ εἶστε ὅλες πιστὲς στὸ Χριστὸ καὶ ζῆτε σύμφωνα μὲ
τὸ ἅγιο θέλημά Του.
Εἴθε ὁ Θεὸς διὰ τῶν πρεσβειῶν τῶν ἁγίων μυροφόρων γυναικῶν νά ᾽νε πάντοτε μαζί σας.

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μεσονησίου - Φλωρίνης τὴν 6-5-1979. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου