Με τη νέα Υπουργική Απόφαση της Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας της 10ης Φεβρουαρίου 2010 καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση και τη λειτουργία των Εταιριών Ενημέρωσης Οφειλετών, γνωστές κι ως Εισπρακτικές Εταιρίες, οι οποίες συστήθηκαν με τον Ν. 3758/2009, θέτοντας το νομικό πλαίσιο και παρέχοντας εγγυήσεις σύννομης δράσης μιας πρακτικής των τελευταίων ετών που στηρίχθηκε στη «δυνατότητα» των πιστωτικών ιδρυμάτων να προβαίνουν σε «ανάθεση δραστηριοτήτων σε τρίτους» (outsoursing) (βλ. Σπυρίδωνα Δ. Ψυχομάνη, «Δίκαιο Τραπεζικού Συστήματος», έκδοση 2009, σελ. 359)....
Ήδη βέβαια από το έτος 2006 η Τράπεζα της Ελλάδος με πράξεις του Διοικητή της (ΠΔΤΕ 2577/9.3.2006 και 2597/31.10.2007) «εισήγαγε» τον εν λόγω θεσμό επιτρέποντας στα πιστωτικά ιδρύματα να αναθέτουν σε επιχειρήσεις την απλή ενημέρωση των οφειλετών και είσπραξη απαιτήσεων σε βάρος των τελευταίων, εγείροντας αρκετά ζητήματα σχετικά με τις μεθόδους που ακολουθούσαν οι συγκεκριμένες εταιρίες και την νομιμότητα αυτών.
Με το Ν. 3758/2009 θεσμοθετήθηκε η λειτουργία των ως άνω εταιριών, οι οποίες είναι πλέον μόνο Εταιρίες Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις ενώ με την πρόσφατη υπουργική απόφαση καθορίστηκαν λεπτομερέστερα κάποια ειδικότερα ζητήματα σχετικά με την λειτουργία του Τμήματος Μητρώου των εταιριών αυτών.
Τι ίσχυε πριν τον Ν. 3758/2009 – Προβλήματα που οδήγησαν στην θέσπιση των εν λόγω διατάξεων.
Οι ως άνω Εταιρίες είχαν εμφανιστεί στην Ελλάδα ατύπως πριν ακόμα την ψήφιση του εν λόγω νόμου ως Εταιρίες Είσπραξης, στις οποίες παρανόμως και καταχρηστικώς από τα πιστωτικά ιδρύματα είχε ανατεθεί η εισπρακτική διαδικασία απαιτήσεων οφειλετών τους, σε αντίθεση με τον Κώδικα περί Δικηγόρων (άρθρο 40 ν.δ. 3026/1954), ασκώντας στην ουσία αυτοδύναμα καθήκοντα δικηγόρου ή δικαστικού επιμελητού, χωρίς φυσικά να έχουν αυτές τις ιδιότητες (βλ. Σπυρίδωνα Ψυχομάνη, όπου ανωτέρω παραπομπή).
Επιπλέον, με την ανάθεση αυτής της δραστηριότητας στις εν λόγω Εταιρίες παραβιάζετο το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων των οφειλετών καθώς επίσης και το δικαίωμα επεξεργασίας και περαιτέρω χρήσης αυτών. Έτσι οι εν λόγω πρακτικές θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να στοιχειοθετήσουν για μεν τα τραπεζικά στελέχη το έγκλημα παραβίασης της προστασίας προσωπικών δεδομένων ( άρθρο 10 του Ν. 2472/1997) και του υπηρεσιακού απορρήτου (ΠΚ 252) για δε τους υπαλλήλους των εταιριών αυτών το αδίκημα της αντιποίησης αρχής (άρθρο 175 ΠΚ).
Βασικές αρχές λειτουργίας Εταιριών με τον Ν. 3758/2009.
α) Απλή Ενημέρωση Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις κι όχι είσπραξη απαιτήσεων
Η παρέμβαση των Εταιριών αφορά αποκλειστικά την ενημέρωση των οφειλετών, η οποία συνίσταται σε σύνολο εξώδικων ενεργειών πριν την διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης αναγκαστικής εκτέλεσης, για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών οφειλών τους έναντι των δανειστών και την διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Οι οφειλές μπορεί να προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγησης δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών.
Πριν από κάθε ενέργεια ενημέρωσης, βέβαια, απαιτείται ο δανειστής να επιβεβαιώνει προς τον οφειλέτη τις οφειλές με κάθε διαθέσιμο τρόπο καθώς επίσης και να τον ενημερώνει σχετικά με την διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρία.
Ο νόμος προβλέπει ρητή απαγόρευση της με οποιοδήποτε τρόπο είσπραξης από τις Εταιρίες των ληξιπρόθεσμων οφειλών καθώς επίσης και την ανάθεση μέρους ή όλης της δραστηριότητας σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
Όσον αφορά τις οφειλές δεν επιτρέπεται στο δανειστή η ανάθεση εντολής για ενημέρωση σχετικά με ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν εμπίπτουν στην έννοια του νόμου ή έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται ενημέρωση για απαιτήσεις που απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.
β) Υποχρέωση αποφυγής συγκεκριμένων πρακτικών
Ο νόμος προβαίνει σε ενδεικτική απαρίθμηση κάποιων «αθέμιτων» και «παραπλανητικών» πρακτικών, τις οποίες απαγορεύει στις Εταιρίες να εφαρμόζουν. Ανάμεσα σε αυτές είναι η εμφάνιση των υπαλλήλων των ως άνω εταιριών με ιδιότητες, τις οποίες δεν διαθέτουν (όπως αυτές των δικηγόρων, των δανειστών, δικαστικών επιμελητών), η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς, η άσκηση ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης επαγγέλματος και περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή των οικείων του, η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον ή ακόμα και η όχληση των οικείων προσώπων. Απαγορεύεται επιπλέον, η «παραπλανητική» πληροφόρηση του οφειλέτη, οι κατ’ οίκον ή στο χώρο εργασίας του επισκέψεις καθώς επίσης και η «εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας» του οφειλέτη.
γ) Υποχρέωση προστασίας απορρήτου και Προστασία Προσωπικών Δεδομένων: ζητήματα που εγείρονται σχετικά
Οι Εταιρίες υποχρεούνται να μεριμνούν για την προστασία του επιχειρηματικού και προσωπικού απορρήτου και συγκεκριμένα, οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και ιδιαίτερα των προσωπικών δεδομένων του σε ό,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία, όπως αριθμοί λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, καταναλωτικά δάνεια και ηλεκτρονικές συναλλαγές, ενώ ρητώς επιβάλλεται η προσέγγιση του εκάστοτε οφειλέτη υπό το πρίσμα του Ν. 2472/1997 σχετικά με τα δικαιώματα του υποκειμένου προσωπικών δεδομένων.
Καθιερώνεται ως συνέπεια των ανωτέρω η απαγόρευση της πρόσβασης σε αρχεία οικονομικής συμπεριφοράς και πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη όπως είναι η «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.». Παράλληλα οι Εταιρίες υποχρεούνται να διαθέτουν επαρκή διοικητική και τεχνολογική υποδομή που να περιλαμβάνει ολοκληρωμένο δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών και τηλεφωνικό κέντρο, ενώ υποχρεούνται και στην εμφάνιση του αριθμού κλήσης σε περίπτωση τηλεφωνικής όχλησης, η οποία όσον αφορά το χώρο εργασίας του οφειλέτη, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στην περίπτωση που έχει δοθεί από τον τελευταίο ως μοναδικός αριθμός τηλεφώνου εκείνος της εργασίας. Το προσωπικό εξάλλου οφείλει να εκπαιδεύεται διαρκώς επί θεμάτων προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Επιτρέπεται, παρ’ όλα αυτά η καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη κατόπιν βέβαια σχετικής ειδοποίησής του κι όχι στο πλαίσιο της απλής ενημέρωσης αλλά μόνο στα πλαίσια ανάθεσης από το δανειστή ρύθμισης ή διακανονισμού οφειλής για το σκοπό παροχής αποδεικτικών στοιχείων της πραγματοποιηθείσας εμπορικής συναλλαγής. Σε κάθε περίπτωση, υπεύθυνος επεξεργασίας του αρχείου καθίσταται ο δανειστής, ο οποίος δύναται να αναθέτει την τήρησή του στις Εταιρίες ενημερώνοντας παράλληλα τον οφειλέτη σχετικά με αυτό. Επιπλέον, καθιερώνεται η εις ολόκληρον ευθύνη της Εταιρίας και του δανειστή ως προς την τήρηση του νόμου σχετικά με τον σεβασμό των προσωπικών δεδομένων και προβλέπονται επίσης διοικητικές κυρώσεις σε βάρος των εταιριών , ανεξάρτητα από εκείνες του Ν. 2472/1997 περί προσωπικών δεδομένων.
Οι ως άνω ρυθμίσεις εγείρουν ζητήματα τήρησης και εφαρμογής τους στην πράξη από την πλευρά των Εταιριών, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψιν το γεγονός ότι τα πιστωτικά ιδρύματα ακολουθούν την πρακτική της προτεινόμενης στους πελάτες τους προδιατυπωμένης υπεύθυνης δήλωσης επεξεργασίας των προσωπικών τους δεδομένων, όρος ο οποίος είναι απαραίτητος για την συνέχιση της όποιας συνεργασίας ή ακόμα και της εύρεσης κατόπιν σχετικής έρευνας από τις εν λόγω Εταιρίες του αριθμού των κινητών τηλεφώνων και αποστολής σχετικών μηνυμάτων (βλ. Γνωμοδότηση – Μελέτη Β. Α. Δούβλη, «Ζητήματα είσπραξης τραπεζικών απαιτήσεων και προώθησης προϊόντων καταναλωτικής πίστης υπό το πρίσμα προστασίας των ηλεκτρονικών προσωπικών δεδομένων», ΔΕΕ 7/2009, σελ. 764 επ.).
δ) Σχέση Εταιριών με δανειστές- Υποχρέωση εγγραφής σε Μητρώο
Ο δανειστής φέρει την ευθύνη να καθορίζει με πληρότητα τις εντολές, οι οποίες δίδονται στα πλαίσια της σύμβασης με τις προαναφερόμενες εταιρίες, ειδικότερα μέσα στα πλαίσια των νόμων περί προστασίας προσωπικών δεδομένων και απορρήτου. Οι δανειστές απαγορεύεται να συνάπτουν συμβάσεις με εταιρίες που δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο, που προβλέπει ο παρών νόμος , ενώ οι εταιρίες με τη σειρά τους δεν επιτρέπεται να παρεκκλίνουν από τις προαναφερόμενες εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής.
Σημαντικό, επίσης, στοιχείο είναι το ότι απαγορεύεται η εκχώρηση από το δανειστή ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων προς είσπραξη είτε προς τις Εταιρίες είτε προς οποιονδήποτε τρίτο, ενώ τυχόν ύπαρξη διακανονισμού μεταξύ οφειλέτη και δανειστή αναστέλλει κάθε ενέργεια της Εταιρίας προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται ο διακανονισμός.
Όπως προαναφέρθηκε οι Εταιρίες εγγράφονται υποχρεωτικά στο Μητρώο Εταιριών Ενημέρωσης Οφειλετών για Ληξιπρόθεσμες Απαιτήσεις, στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νομίμων εκπροσώπων τους και το οποίο τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή, ενώ παράλληλα στη σφραγίδα, στα έντυπα, στα έγγραφα και στις συμβάσεις που συνάπτουν οι Εταιρίες αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός εγγραφής τους στο Μητρώο.
Προβλεπόμενες Κυρώσεις
Ο νόμος προβλέπει σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεών του την επιβολή σε βάρος των Εταιριών, με την επιφύλαξη του νόμου περί προστασίας προσωπικών δεδομένων και άλλων ειδικότερων διατάξεων, κυρίως διοικητικών κυρώσεων, ήτοι πρόστιμο, το ύψος του οποίου κυμαίνεται από πέντε χιλιάδες ευρώ (5.000€) έως πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (500.000€). Το ανώτατο αυτό χρηματικό ποσό μπορεί να διπλασιαστεί εάν η Εταιρία παραβιάσει τις κείμενες διατάξεις περισσότερες φορές, ενώ ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει την προσωρινή ή ακόμα και την οριστική διαγραφή της από το μητρώο.
Ρητά ο νόμος διευκρινίζει πως η επιβολή των κυρώσεων αυτών είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη αστική, ποινική ή πειθαρχική κύρωση σε βάρος των εταιριών από τον νόμο αυτό και την κείμενη νομοθεσία, τίθεται όμως εύλογα το ερώτημα σχετικά με την επάρκεια αυτών των κυρώσεων σε σχέση με την προστασία του οφειλέτη ή αν τελικά πρόκειται για ακόμα μία μέθοδο είσπραξης δημοσίων εσόδων.
Συμπέρασμα
Αναμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι με τον συγκεκριμένο νόμο περί Εταιριών Ενημέρωσης τίθεται το νομικό πλαίσιο δράσης και λειτουργίας αυτών, παρέχοντας παράλληλα στον οφειλέτη τα απαραίτητα εχέγγυα της προστασίας αυτού, όπως συμβαίνει στα πλαίσια κάθε νόμου.
Εντούτοις αρκετά σημεία του νομοθετήματος είναι ασαφή γεγονός που επιτρέπει να χαρακτηριστούν κάποιες από τις ρυθμίσεις ως ανεπαρκείς ή ακόμα θέτει υπό αμφισβήτηση ως ένα βαθμό την σκοπιμότητα της ίδρυσης των Εταιριών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4 του νόμου οι Εταιρίες αυτές έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την ενημέρωση των οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών καθώς επίσης και την διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Άραγε τι εξυπηρετεί η ύπαρξη ενός «ενδιάμεσου» για την επίτευξη του συμβιβασμού από τη στιγμή που εκ των πραγμάτων οι ίδιοι οι δανειστές έχουν σε κάθε περίπτωση μία τέτοια δυνατότητα και σε τι συνίσταται αυτός ο «συμβιβασμός»; Πρόκειται για παροχή δυνατότητας ανάληψης πρωτοβουλιών των Εταιριών, εντός βέβαια κάποιων τιθέμενων από τους δανειστές πλαισίων, ή απλά και μόνο για εφαρμογή εντολών προερχόμενων από τους δανειστές; Αν τελικά πρόκειται για την δεύτερη περίπτωση δεν τίθεται εντονότερα το ζήτημα περί σκοπιμότητας υπάρξεως των εταιριών αυτών ;
Ένα ακόμα σημείο που πρέπει να θιγεί είναι το ότι ο νόμος προβλέπει πως η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται εντός ευλόγου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Τί σημαίνει εύλογος χρόνος και όταν ο νόμος κάνει λόγο για απαγόρευση όχλησης όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα εννοεί πως επιτρέπει κάθε τρίτη ημέρα την «ενημέρωση»; Άραγε αυτό δεν συνιστά καλυπτόμενο μέσο άσκησης πιέσεως και τελικά προστατεύεται επαρκώς ο οφειλέτης με τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις;
Η δικαστική κρίση θα αποφανθεί για τα ανωτέρω εν καιρώ.
Δικηγορικό Γραφείο
Κώστας Λέων και Συνεργάτες
leon@infocontrol.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου