ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ αποδείξεις ότι το κρατικό χρέος και τα ελλείμματα επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη, υπογραμμίζει ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος Jan Kregel. Ο ίδιος σημειώνει πως οι προοπτικές ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία είναι σχεδόν ανύπαρκτες όσο ακολουθεί την πολιτική του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Με εξαίρεση τη Γερμανία, οι ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται σε ύφεση και οι κυβερνήσεις επιβάλλουν αυστηρά μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας. Δύο συσχετιζόμενες ερωτήσεις: πρώτον, επηρεάζουν την ανάπτυξη οι υψηλές αναλογίες κρατικού χρέους (βασικό αξίωμα της νεοφιλελεύθερης οικονομικής σκέψης), και, δεύτερον, λειτουργούν θετικά τα μέτρα λιτότητας σε περιόδους οικονομικής ύφεσης;
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι υψηλές αναλογίες κρατικού χρέους επηρεάζουν την ανάπτυξη. Τρέχουσες αναλογίες υψηλού χρέους είναι το αποτέλεσμα (προηγούμενων) συσσωρευμένων ελλειμμάτων. Ενας σημαντικότερος δείκτης είναι το ποσοστό αλλαγής της αναλογίας του χρέους στο ΑΕΠ, που δείχνει ότι τα φορολογικά ελλείμματα αυξάνονται γρηγορότερα από το ΑΕΠ. Εδώ είναι σημαντικό να δούμε το δεύτερο σκέλος του ζητήματος, που έχει να κάνει με την επίπτωση των ελλειμμάτων στην ανάπτυξη. Εξ ορισμού, μια αύξηση του κρατικού ελλείμματος θα αυξήσει το εθνικό εισόδημα, εκτός αν υπάρχει μια αντισταθμίζουσα αλλαγή στη συμπεριφορά των νοικοκυριών ή του επιχειρηματικού τομέα. Υπάρχει μια σχολή σκέψης που υποστηρίζει ότι ένα κυβερνητικό έλλειμμα θα αναγκάσει τις οικογένειες να αποταμιεύσουν περισσότερο και τις επιχειρήσεις να κάνουν λιγότερες επενδύσεις, αντισταθμίζοντας ακριβώς τον αντίκτυπο της κρατικής δαπάνης. Εντούτοις, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι τέτοιες αντιδράσεις πραγματοποιούνται.
Τώρα μπορούμε να απαντήσουμε στην ερώτηση σας σχετικά με τα μέτρα λιτότητας. Τα μέτρα λιτότητας μειώνουν την ανάπτυξη και, ως επακόλουθο, τα έσοδα από φόρους για το κράτος, οδηγώντας συχνά σε αύξηση των ελλειμμάτων. Αυτό συνέβη στην Αργεντινή το 1999 και το 2000. Ο μοναδικός τρόπος που θα μπορούσαν τα μέτρα λιτότητας να έχουν θετικό όφελος στην ανάπτυξη είναι εάν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αποφασίσουν να αυξήσουν τα έξοδά τους την ίδια στιγμή που τα εισοδήματά τους και οι πωλήσεις τους πέφτουν. Αλλά, ξανά, μια τέτοια αντίδραση δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ κατά τη διάρκεια μιας συνεχούς χρονικής περιόδου.
Σχεδόν ολότελα χρεοκοπημένη, η οικονομική πολιτική της Ελλάδας έχει τώρα περάσει στα χέρια του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Ομως οι αγορές δεν εμφανίζουν κανένα σημάδι εμπιστοσύνης στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Ποιες είναι οι απόψεις σας σχετικά με αυτή την κατάσταση;
Η επιτυχία του νέου πακέτου οικονομικής πολιτικής εξαρτάται από την ανάπτυξη που θα αποφέρει μεγαλύτερα ποσοστά φόρου για το κράτος και θα δημιουργήσει ένα πλεόνασμα που θα διατεθεί για την αποπληρωμή κρατικών ομολόγων που εκκρεμούν. Δεδομένου ότι ο άμεσος αντίκτυπος της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται στην Ελλάδα είναι η μείωση των εγχώριων εισοδημάτων, η μόνη πηγή αυξανόμενων δαπανών είναι μέσω εξαγόμενων αγαθών στους ξένους αγοραστές. Ο κανονικός τρόπος για να γίνει αυτό είναι με την υποτίμηση του νομίσματος, όμως αυτό είναι αδύνατο στην περίπτωση της Ελλάδας εφόσον έχει δοθεί όρκος στη διατήρηση του ευρώ. Η άλλη δυνατότητα είναι οι ξένοι αγοραστές να έχουν υψηλότερα εισοδήματα ή να αντικαταστήσουν τα προϊόντα άλλων χωρών με ελληνικά προϊόντα. Σε παγκόσμια κλίμακα, πάντως, τα εισοδήματα δεν αυξάνονται, με εξαίρεση αυτών σε μερικές ασιατικές χώρες, αλλά οι εκεί οικονομίες στηρίζονται καθαρά στις εξαγωγές και όχι στις εισαγωγές. Κατά συνέπεια, με τις προοπτικές της ελληνικής ανάπτυξης να είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμες, η δυνατότητα να ξεπληρωθεί το κρατικό χρέος είναι πολύ περιορισμένη εκτός και αν υπάρξει κάποια πρόσθετη βοήθεια από την ΕΚΤ ή τα άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι ξένοι επενδυτές κινούνται όχι με βάση την απόδοση της ελληνικής οικονομίας, αλλά με βάση τις ενέργειες των οργάνων της Ε.Ε. για διάσωση της ελληνικής κυβέρνησης. Καθώς κάτι τέτοιο εμφανίζεται όλο και λιγότερο πιθανό, τα spreads για το ελληνικό χρέος θα συνεχίσουν να αυξάνονται, κάνοντας όλο και πιο δύσκολη την αποπληρωμή του χρέους.
Πιστεύετε ότι κινδυνεύει το μέλλον της ευρωζώνης;
Ναι. Αν δεν υπάρξει κάποιος μηχανισμός που θα εξασφαλίσει ότι το διευρωπαϊκό εμπόριο είναι ισορροπημένο, χώρες όπως η Γερμανία θα συνεχίσουν να κλέβουν ζήτηση από την υπόλοιπη ευρωζώνη και να εμφανίζονται ότι πάνε καλά οικονομικά όταν, στην πραγματικότητα, αυτό είναι αποτέλεσμα των ελλειμμάτων και της αργής ανάπτυξης στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Η άλλη εναλλακτική λύση θα ήταν ένα σύστημα δημοσιονομικών μεταβιβάσεων μέσα στην ευρωζώνη, που θα απαιτούσε τη δημιουργία ενός ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για την Ε.Ε., αλλά αυτό το σενάριο φαίνεται μάλλον απίθανο. Η Γερμανία θεωρεί ότι στηρίζει τις οικονομίες στην ευρωζώνη που χωλαίνουν, αλλά στην πραγματικότητα γίνεται το αντίθετο: οι χώρες με ελλείμματα είναι αυτές που στηρίζουν την πολιτική επαίτη για τους γείτονες που ασκεί η Γερμανία.
Τέλος, το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει οποιαδήποτε οικονομία στην ευρωζώνη είναι ότι έχει παραδώσει τη νομισματική της κυριαρχία στην ΕΚΤ. Η εξυπηρέτηση του χρέους απαιτεί κρατικό πλεόνασμα στον προϋπολογισμό. Εάν οι οικονομίες της ευρωζώνης θέλουν να εξασφαλίσουν ότι δεν θα αντιμετωπίζει δημοσιονομικά προβλήματα και προβλήματα χρηματοδότησης πρέπει να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν πλεονάσματα, όπως η Γερμανία. Αλλά αυτό δεν μπορούν να το κάνουν συγχρόνως όλες οι οικονομίες της ευρωζώνης, εκτός αν όλες βασίζονται στην ανάπτυξη της ξένης ζήτησης για τα αγαθά τους. Το πιθανότερο αποτέλεσμα είναι ότι μια τέτοια προσπάθεια οδηγεί στη στασιμότητα, που τελικά θα αποδειχθεί πάρα πολύ δαπανηρή πολιτικά και η ευρωζώνη είτε θα καταρρεύσει είτε θα αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί η ΕΚΤ ή θα καθιερωθεί μια δημοσιονομική οικονομική της Ε.Ε.
Ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς είναι ένα εγγενώς ασταθές σύστημα και οι απορυθμισμένες χρηματοοικονομικές διαδικασίες των τελευταίων 15-20 ετών μάς οδήγησαν στην παρούσα παγκόσμια κρίση. Πόσο πιθανό είναι να υπάρξουν παγκόσμιες ρυθμίσεις στο πλαίσιο ενός νέου Bretton Woods;
Το σύστημα Bretton Woods είχε ελάχιστα να κάνει με την απορύθμιση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Αυτό ήταν, πρωτίστως, αποτέλεσμα της κατάρρευσης του αμερικανικού συστήματος ρύθμισης των χρηματαγορών το οποίο βασιζόταν στον διαχωρισμό μεταξύ καταθετικών τραπεζών και επενδυτικών τραπεζικών διεργασιών. Εντούτοις, η πτώση του συστήματος του Bretton Woods και η εισαγωγή των εύκαμπτων συναλλαγματικών ισοτιμιών συνέβαλαν στη δημιουργία των αγορών παραγώγων στο ξένο συνάλλαγμα και στα επιτόκια και την εκρηκτική άνοδο των παγκόσμιων ροών κεφαλαίου. Οι σημαντικότερες πηγές αστάθειας εντοπίζονται, συνεπώς, στην παγκόσμια λειτουργία των μεγάλων χρηματοοικονομικών θεσμών και στις παγκόσμιες ροές κεφαλαίου. Είναι απίθανο ότι ένα άλλο σύστημα Bretton Woods θα ήταν σε θέση να επιλύσει αυτά τα προβλήματα. Αυτά θα μπορούσαν, εντούτοις, να επιλυθούν σε εθνικό επίπεδο με την αποσυναρμολόγηση των τραπεζών που είναι «πολύ μεγάλες για να αποτύχουν», με την εισαγωγή κανονισμών που περιορίζουν τις παγκόσμιες ροές κεφαλαίου και αυξάνουν το κόστος των πολυεθνικών επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε πολιτικές outsourcing παραγωγής.
WHO is who ?
Ο Jan Α. Kregel είναι ένας από τους εξέχοντες μετα-κεϊνσιανιστές οικονομολόγους.
Σπούδασε στο Κέιμπριτζ (με τους Joan Robinson και Nicholas Kaldor) και ολοκλήρωσε τις διδακτορικές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Rutgers των ΗΠΑ.
Διατέλεσε επικεφαλής πολιτικής ανάλυσης και ανάπτυξης στο Τμήμα Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων των Ηνωμένων Εθνών και ειδικός σύμβουλος στα διεθνή χρηματοοικονομικά και μακροοικονομικά στο γραφείο της Νέας Υόρκης του Συνεδρίου των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη.
Ηταν επί χρόνια κάτοχος της έδρας Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και από το 2006 είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών και Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Ταλίν στην Εσθονία.
πηγη:enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου