Μια από τις παλαιότερες αθηναίκες επιχειρησεις ιδρυθεισα το 1870 που ειχε μεταφερθει προσφατα στο Γαλατσι εκλεισε οριστικα. Πρόκειται για τον Σγούρδα της Αιόλου 61 που προίκισε τους πρωτευουσιάνους για γενιές και γενιές.
Αρχικά με χρειώδη και εργαλεία – εκεί πρωτολανσαρίστηκε ο όρος κιγκαλερία στην Ελλάδα – και ύστερα με γυαλικά, φωτιστικά και άλλα αντικείμενα.
Ηταν από τις λίγες επιχειρήσεις που είχαν καταφέρει να έχουν στο διάνυσμά τους 3 αιώνες. Ομως δεν μπόρεσε να αντέξει άλλο.
Από τη μία η τεράστια άνοδος των ενοικίων στην περιοχή και οι σαρωτικές αλλαγές στην φυσιογνωμία της με τα ξενοδοχεία και τα AIRbnb και από την άλλη η κυριαρχία των κινέζικων ειδών στα οποία στράφηκαν οι καταναλωτές, στέρησε την κλασική πελατεία. Προίκισε σπίτια και επιχειρήσεις με γυαλικά, φωτιστικά και σερβίτσια.
«Οταν οι πρόγονοί μου άνοιξαν την επιχείρηση 155 χρόνια πριν τα πράγματα φτιάχνονταν για να διαρκέσουν μια ζωή, όχι να χαλάνε, να τα πετάς και να παίρνεις καινούρια. Υπήρχε ο θεσμός της προίκας για τα κορίτσια που μετακόμιζαν στα καινούρια σπίτια με όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό του νοικοκυριού. Οι άνθρωποι μαγείρευαν και δεν παράγγελναν έτοιμα φαγητά. Οι μπουφέδες έκρυβαν τα κρύσταλλα. Το δε εμπορικό τρίγωνο είχε σχεδόν μόνο τέτοια μαγαζιά.Φωτογραφία του καταστήματος από τη δεκαετία του ’50.
Ομως τα τελευταία χρόνια όλα άλλαξαν» λέει η Μαριλιάνα Καράμπελα – Σγούρδα που κληρονόμησε την δουλειά με τα αδέλφια της. Χωρίς δραματικούς τόνους ή συναισθηματικές υπερβολές η τελευταία της οικογένειας μιλά για έναν κύκλο που έκλεισε.
Η ιστορία του επιχείρησης πάει πίσω στο 1860 όταν ο νεαρότατος τότε Γιώργος Σγούρδας άφησε πίσω το Γεωργίτσι Λακωνίας για να βρει την τύχη του στην Αθήνα. Επιασε δουλειά στο σιδηροπωλείο του Δ. Τσώνη, που έγινε σε λίγο συνέταιρος και πεθερός του.
Σε λίγα χρόνια είχε ανοίξει δυο μαγαζιά στην Αιόλου με οικοδομικά υλικά και τα περίφημα είδη κιγκαλερίας. Τόση εντύπωση έκανε στους Αθηναίους η καινούρια λέξη που έλεγαν ως αστείο ότι ο «Σγούρδας έγινε καγκελάριος».
Επεκτάθηκε στα γυαλικά, τα σερβίτσια, τα μαχαιροπήρουνα και σε εκατοντάδες άλλα που γεμίζουν και κάνουν λειτουργικό ένα σπίτι. Μαζί με τους ξενοσπουδαγμένους γιους του ανοίχτηκε ώστε να προμηθεύει και άλλες επιχειρήσεις ως και το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία.
Ηρθαν οι πόλεμοι: οι Βαλκανικοί, ο Α’ Παγκόσμιος, το κραχ και η επιχείρηση έμενε στη θέση της. Το 1940 εφοδίασε τον ελληνικό στρατό με μουσαμάδες και καραβόπανα για τις σκηνές και με καραβάνες.
Και μεταπολεμικά παρακολούθησε στενά την ανόρθωση της ελληνικής κοινωνίας από τα δεινά, την αστυφιλία που έφερε χιλιάδες ανθρώπους στην Αθήνα, τα νέα αστικά έθιμα. Θα μπορούσε να πει κανείς σχηματικά ότι δεν υπήρξε κάτοικος που να μην πέρασε κάποια στιγμή το κατώφλι για να αγοράσει κάτι για το σπίτι του.
Με πείσμα η τέταρτη γενιά κράτησε το μαγαζί ενώ τα πάντα γύρω του μεταλλάσσονταν σε ένα σύμπαν φτιαγμένο όχι για τους Αθηναίους αλλά για τους επισκέπτες.
Ηρθαν οι πόλεμοι: οι Βαλκανικοί, ο Α’ Παγκόσμιος, το κραχ και η επιχείρηση έμενε στη θέση της. Το 1940 εφοδίασε τον ελληνικό στρατό με μουσαμάδες και καραβόπανα για τις σκηνές και με καραβάνες.
Και μεταπολεμικά παρακολούθησε στενά την ανόρθωση της ελληνικής κοινωνίας από τα δεινά, την αστυφιλία που έφερε χιλιάδες ανθρώπους στην Αθήνα, τα νέα αστικά έθιμα. Θα μπορούσε να πει κανείς σχηματικά ότι δεν υπήρξε κάτοικος που να μην πέρασε κάποια στιγμή το κατώφλι για να αγοράσει κάτι για το σπίτι του.
Με πείσμα η τέταρτη γενιά κράτησε το μαγαζί ενώ τα πάντα γύρω του μεταλλάσσονταν σε ένα σύμπαν φτιαγμένο όχι για τους Αθηναίους αλλά για τους επισκέπτες.
Πριν τρία χρονια το μαγαζί της Αιολου έκλεισε και μεταφέρθηκε στο Γαλατσι. Αλλα δεν μακροημέρευσε. Ας αποχαιρετίσουμε λοιπόν την επωνυμία που συμπορεύτηκε μαζί μας για ενάμιση αιώνα. Ο Σγούρδας δεν ήταν μόνο γνωστός. Ηταν φίλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου