Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

Οι βασικοί στόχοι της τουρκικής πολιτικής


Από τις παρατηρήσεις του Turan Gunes, του τότε Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, όπως καταγράφτηκαν στα «Πρακτικά» της Διάσκεψης της Γενεύης τον Αύγουστο του 1974, μαθαίνουμε ποια ήταν – και ποια παραμένει – η ουσία της τουρκικής πολιτικής
Στο κλασικό βιβλίο «Περί του Πολέμου», το οποίο δημοσιεύθηκε στα Γερμανικά το 1832, ο Πρώσος στρατηγός Carl von Clausewitz διατύπωσε ότι ο
πόλεμος συνδέεται με την πολιτική. Ο Clausewitz εξέφρασε αυτήν την αρχή με τον εξής τρόπο:
«Ο πόλεμος δεν είναι χόμπι... Είναι ένα σοβαρό μέσο προς ένα σοβαρό στόχο… [Είναι] ένα εργαλείο της πολιτικής… 
Ο πόλεμος είναι όχι μόνο μια πολιτική πράξη, αλλά ένα πραγματικό πολιτικό μέσο, μια ​​συνέχιση της πολιτικής επικοινωνίας, που εφαρμόζεται με άλλα μέσα». (Πηγή: Carl von Clausewitz, On War (edited & translated by Michael Howard & Peter Paret), Princeton University Press, 1976, pages 86 & 87.)
Σαράντα πέντε χρόνια μετά την έναρξη της δεύτερης τουρκικής εισβολής στην Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) στις 14 Αυγούστου 1974, έχω συντάξει αυτό το άρθρο 
(α) για να καταδείξω τους βασικούς στόχους της τουρκικής πολιτικής λίγες ώρες πριν από την εισβολή, και 
(β) για να αποδείξω ότι αυτοί οι στόχοι είναι διαχρονικοί και ότι, σύμφωνα με την αρχή του Clausewitz, έχει γίνει κατάχρηση της επιθετικότητας και της διπλωματίας προς όφελος αυτών.

Η τουρκική πολιτική

Οι στόχοι της τουρκικής πολιτικής κατά την παραμονή της δεύτερης εισβολής καταγράφτηκαν στα επίσημα βρετανικά πρακτικά της συνάντησης που άρχισε πίσω από κλειστές πόρτες στη Γενεύη στις 6.40 μ.μ., στις 13 Αυγούστου 1974, προς το τέλος της πενταμερούς «Διάσκεψης για την Κύπρο». Τα πρακτικά συντάχθηκαν από τη Βρετανική Αντιπροσωπία, μία από τις πέντε Αντιπροσωπίες στη «Διάσκεψη». 
Αφού αποχαρακτηρίστηκαν, δημοσιεύθηκαν το 2006 και πάλι το 2014 από το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας – στις σελίδες 224 μέχρι 242 του βιβλίου των ιστορικών αυτού του Υπουργείου, Keith Hamilton και Patrick Salmon, Foreign and Commonwealth Office Documents on British Policy Overseas, Series III, Volume V (Routledge, 2014 edition).

Από τις παρατηρήσεις του Turan Gunes, του τότε Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, όπως καταγράφτηκαν στα «Πρακτικά», μαθαίνουμε ποια ήταν – και ποια παραμένει – η ουσία της τουρκικής πολιτικής.

«Δικοινοτισμός»

Η παράγραφος 23 των «Πρακτικών» δείχνει ότι η Τουρκία υποστηρίζει την ύπαρξη κάποιου είδους «δικοινοτικού» κυπριακού κράτους. Όμως, πρέπει να έχει ένα νέο σύνταγμα. Αυτό πρέπει να προετοιμαστεί από τους «εκπροσώπους» των «δύο κοινοτήτων» πριν παρουσιαστεί στα «πέντε μέρη», δηλαδή τις «δύο κοινότητες» συν τις «τρεις εγγυήτριες δυνάμεις», τα οποία «θα συναντηθούν για να συμφωνήσουν τα αποτελέσματα». Αμέσως μετά, αυτά τα «αποτελέσματα» πρέπει «να γίνουν αποδεκτά από τις δύο κοινότητες στην Κύπρο».

Αυτές οι λεπτομέρειες μάς υπενθυμίζουν ότι η Τουρκία προτιμά μια μυστική διαδικασία μακριά από τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας, όπως τη διαφάνεια, τη διαβούλευση με τους πολίτες και τη βουλευτική συμμετοχή στη συνταγματική μεταρρύθμιση. 
Επίσης, υπογραμμίζουν ότι στη βάση της τουρκικής πολιτικής είναι τα δύο θεμέλια του βρετανικού «Δόγματος Macmillan» του Ιουνίου 1958, για το οποίο έχω γράψει σε διάφορα άρθρα στη «Σημερινή» π.χ. στις 17.06.2018 (στο https://simerini.sigmalive.com/article/2018/6/17/suntage-gia-alekte-neo-apoikiokratia/).

Το πρώτο θεμέλιο είναι η «πολιτική της κοινοτικής αυτονομίας». Αυτή υποστηρίζει την ύπαρξη και την ενδυνάμωση των «δύο κοινοτήτων», δηλαδή των δύο οντοτήτων με ρίζες στο οθωμανικό σύστημα «millet» και στον αυστηρό οθωμανικό διαχωρισμό των ατόμων σε «μουσουλμάνους» και «μη μουσουλμάνους». 
Το δεύτερο θεμέλιο είναι «η αρχή του συνεταιρισμού», σύμφωνα με την οποία «οι δύο κοινότητες» πρέπει να είναι κλειδωμένες σε ένα μόνιμο «συνεταιρισμό» με την Τουρκία, το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) και την Ελλάδα.

«Διζωνικότητα»

Η παράγραφος 37 των πρακτικών καταγράφει την ακόλουθη προειδοποίηση του κ. Gunes: «Τα σημαντικά και αμετάκλητα στοιχεία [της τουρκικής πολιτικής] είναι ο γεωγραφικός διαχωρισμός και η δημιουργία μιας ομοσπονδίας σε ένα μόνο κράτος. Κανένα σύστημα βασιζόμενο σε άλλες αρχές δεν θα είναι βιώσιμο ή παραγωγό της ασφάλειας». Ο κ. Gunes πρόσθεσε ότι, ενώ η Τουρκία ήταν διατεθειμένη να αποδεχθεί «ένα πιο περίπλοκο μοντέλο με πολλά καντόνια», υπό την προϋπόθεση ότι «κάθε μέρος της [προτεινόμενης] τουρκικής ζώνης θα εντασσόταν σε μία ενιαία κοινοτική διοίκηση», ο κ. Ραούφ Ντενκτάς, εκ μέρους της «Τουρκοκυπριακής Αντιπροσωπίας», είχε προτείνει «ένα σύνταγμα που βασίζεται σε δύο περιφέρειες», δηλαδή δύο ζώνες.


Τα πρακτικά μάς θυμίζουν ότι, από το 1964, η Τουρκία έχει την αξίωση να συμπληρώσει τον «δικοινοτικό» διαχωρισμό με τη «διζωνικότητα» και μια διεστραμμένη μορφή του «φεντεραλισμού». Όπως έγραψα στη «Σημερινή» στις 4.11.2018, σε άρθρο με τίτλο «Ομοσπονδία α λα Τούρκα»: Η προτεινόμενη «χαλαρή ομοσπονδία» σε ευρύτερο πλαίσιο:

‘’[Σ]τις 2 Δεκεμβρίου 1964, ο Taylor Belcher, Αμερικανός τότε Πρέσβης στη Λευκωσία, διαπίστωσε ότι η προτεινόμενη «ομοσπονδία της Κύπρου», όπως προβλεπόταν από τους Τούρκους, «σημαίνει πραγματικά τη διχοτόμηση της Κύπρου». Ο Πρέσβης Belcher εξήγησε ότι τέτοια «ομοσπονδία» θα «απαιτούσε την επιβολή βίας» και τη δημιουργία «ορίων [‘boundaries’], που όχι μόνο θα απέκοπταν την Αμμόχωστο και τη Λευκωσία», αλλά θα έφταναν «δυτικά στα Κόκκινα». Με αυτά υπόψη, ο Πρέσβης Belcher χρησιμοποίησε μία υποβλητική φράση: «federation a la Turque». (Δείτε: https://simerini.sigmalive.com/article/2018/11/5/omospondia-a-la-tourka/).

«Μια γραμμή»

Στην παράγραφο 59 των πρακτικών καταγράφεται μια ερώτηση που έθεσε ο κ. Gunes στους Έλληνες στη Γενεύη το 1974, η οποία αντικατοπτρίζει αυτό που είχε παρατηρήσει ο Πρέσβης Belcher το 1964:

«Συμφωνούν ότι πρέπει να δημιουργηθεί μια περιοχή [δηλαδή μια «τουρκική ζώνη»], που θα εκτείνεται από τον τουρκικό τομέα [δηλαδή «τουρκομαχαλά»] της Αμμοχώστου προς τον τουρκοκυπριακό τομέα της Λευκωσίας, συνεχίζοντας δυτικά σε μια γραμμή, που θα καθοριστεί αργότερα, με βάση το ότι η συνολική έκταση της τουρκοκυπριακής διοίκησης υπό μορφήν ζωνών και καντονιών θα καλύψει περίπου το 34 τοις εκατόν της επικράτειας της Κύπρου;’’.

Τα πρακτικά επιβεβαιώνουν ότι, εφόσον η Τουρκία δεν έλαβε άμεσο «ναι», η «Διάσκεψη» σταμάτησε απότομα, αφού ο κ. Gunes αρνήθηκε να επιτρέψει τη συνέχισή της. Τα πρακτικά τελειώνουν με τις ακόλουθες λέξεις: «Ο κ. Ντενκτάς είπε ότι ήταν δεσμευμένος στην τουρκική κυβέρνηση... Ο κ. Gunes δεν είπε τίποτα. Η διάσκεψη διαλύθηκε στις 2:25 π.μ. στις 14 Αυγούστου 1974».

Λίγα λεπτά αργότερα, η Τουρκία ξεκίνησε τη δεύτερη εισβολή χωρίς καμία αφορμή. Σύμφωνα με την αρχή του Clausewitz, χρησιμοποίησε ακατέργαστη βία για να επιτύχει άμεσους στρατιωτικούς στόχους, όπως την παράνομη κατοχή του 36 τοις εκατόν του εδάφους της ΚΔ, με μακρόχρονο στόχο την επίτευξη της πολιτικής της μέσω μιας «διευθέτησης», δηλαδή μιας παράδοσης, βασισμένης στον «δικοινοτισμό», στη «διζωνικότητα» και στον «φεντεραλισμό».

Πόλεμος και ειρήνη

Εν συγκρίσει με τον πόλεμο, η ειρήνευση συνήθως πραγματοποιείται με μη στρατιωτικά μέσα. Ωστόσο, για να προσαρμόσω τον σοφό αφορισμό του Clausewitz, την επίτευξη της ειρήνης μπορεί να αποτελέσει η συνέχιση του πολέμου με τον ίδιο τελικό στόχο. Κάτι παρόμοιο είπε το 1962 ο Field Marshal Bernard Law Montgomery, ένας από τους αρχιτέκτονες της νίκης των Συμμάχων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Ένα έθνος», παρατήρησε, «πηγαίνει στον πόλεμο για πολιτικούς σκοπούς. Και οι πολιτικές εκτιμήσεις έχουν πρωταρχική σημασία όταν είναι σαφές ότι πρόκειται να κερδίσει. Είναι πραγματικά το δόγμα Clausewitz στην αντίθετη κατεύθυνση [«the Clausewitz doctrine in reverse»]. Αυτός είπε: «Μετά την ειρήνη έρχεται ο πόλεμος». Εμείς λέμε: «Ναι, το βλέπουμε αυτό. Αλλά μην ξεχνάτε ότι, μετά τον πόλεμο, έρχεται η ειρήνη…». (Πηγή: (Hansard, House of Lords Debates, 28 March 1962, Column 1002).

«Ανταλλαγή πληθυσμών»

Το «δόγμα Clausewitz στην αντίθετη κατεύθυνση» άρχισε να εφαρμόζεται την ημέρα της δεύτερης εισβολής από τους Υπουργούς Εξωτερικών του ΗΒ και των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατέληξαν σε μια μυστική συνεννόηση. Δεν θα εμπόδιζαν την Τουρκία, καθώς κατασκεύαζε με στρατιωτικά μέσα μια τουρκική «ζώνη» και καθώς πραγματοποιούσε μια βίαιη «ανταλλαγή πληθυσμών». Η διπλωματία θα μπορούσε στο μέλλον να νομιμοποιήσει αυτές τις παρανομίες μέσω μιας «διευθέτησης» σύμφωνα με την τουρκική πολιτική υπέρ του «δικοινοτισμού», της «διζωνικότητας» και του «φεντεραλισμού». Δείτε το άρθρο μου «Άβολα κοντά στον Χίτλερ» στη «Σημερινή» της 18.08.2018 (στο https://simerini.sigmalive.com/article/2018/8/18/abola-konta-ston-khitler/).

Σαράντα πέντε χρόνια μετά τα γεγονότα αυτά, θέτω κάποιες ερωτήσεις στον ΟΗΕ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Κυβέρνηση της ΚΔ. Εγκρίνουν το νεο-αποικιακό «Δόγμα Macmillan»; Έχει αλλάξει η ανήθικη, αντιδημοκρατική και άδικη ατζέντα που οριστικοποιήθηκε στις 13 και 14 Αυγούστου 1974; Εάν όχι, θα απαιτήσουν τον τερματισμό της; Ή, μέσω της δημιουργίας μιας «δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας», θα είναι συνένοχοι στην ολοκλήρωση της τουρκικής πολιτικής;

*Επίκουρος Καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus. Οι απόψεις του είναι προσωπικές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου