Η πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να
αναβαθμιστεί εάν διατηρούνταν ο ρυθμός εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων μετά
την ολοκλήρωση του Μνημονίου ενώ επιπρόσθετη αναβάθμιση θα μπορούσαν να
πυροδοτήσουν οι ταχύτερες των αναμενομένων βελτιώσεις της υγείας του
τραπεζικού συστήματος.
Τις εκτιμήσεις αυτές ενσωμάτωνε η
ανάλυση της Moody’s τον περασμένο Ιούλιο και σε αυτή την ανάλυση παραπέμπουν πηγές του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης που ρωτήθηκαν από Τα Νέα μετά τη σιωπηλή παρέλευση της 21ης Σεπτεμβρίου.
Στην ημερομηνία αυτή, αναλυτές προεξοφλούσαν αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τη Moody’s, για να διαψευστούν στη συνέχεια.
Στα απόνερα μιας αναβάθμισης που δεν ήρθε χθες, οι τραπεζικές μετοχές βρέθηκαν για μία ακόμα φορά στο επίκεντρο των πωλητών (-3,68% ο τραπεζικός δείκτης) και τα ελληνικά ομόλογα (οι αποδόσεις ανοδικά με το δεκαετές πάνω από το 4,1% και το πενταετές έως και το 3,246%) δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Εκτός από την ηχηρή απουσία της Moody’s η επενδυτική κοινότητα φέρεται ιδιαίτερα επιφυλακτική απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα τόσο στο μέτωπο των «κόκκινων» δανείων όσο και στο μέτωπο της άντλησης κεφαλαίων σε ένα περιβάλλον όπου το κόστος παραμένει υψηλό.
Επιπρόσθετα, οι μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές αναφορικά με τις συντάξεις (αποφάσεις τον Δεκέμβρη) αλλά και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών συντηρούν, σύμφωνα με αναλυτές, κλίμα αβεβαιότητας στην αγορά.
Τα Νέα απευθύνθηκαν στη Moody’s αναζητώντας τις αιτίες της «σιωπής» από τον οίκο αξιολόγησης. Η παραπομπή στην ανάλυση του Ιουλίου, με τις αναφορές στην επίμονη υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και την ταχύτερη αντιμετώπιση των προκλήσεων για τον τραπεζικό τομέα θα μπορούσε να σημαίνει αντίστροφα πως αυτές οι προϋποθέσεις δεν εκπληρώνονται ή πως δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα.
Οι διατυπώσεις όμως από τον εκπρόσωπο της Moody’s είναι πολύ προσεκτικές.
Η πρώτη επισήμανση έχει να κάνει με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα του ετήσιου ημερολογίου ανακοινώσεων πράξεων αξιολόγησης, όπου για την Ελλάδα αναφερόταν η 21η Σεπτεμβρίου. Πράγματι, το γεγονός ότι έχει προγραμματιστεί αξιολόγηση στις 21 Σεπτεμβρίου δεν σημαίνει απαραίτητα – όπως συμβαίνει και από άλλους οίκους – αναβάθμιση ή υποβάθμιση.
Η δεύτερη επισήμανση έχει να κάνει με το θετικό outlook το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση εντός διαστήματος 12-18 μηνών. Βλέποντας και κάνοντας…
Στην περίπτωση της Moody’s η τελευταία αναβάθμιση – διπλή – έγινε τον περασμένο Φεβρουάριο και τάραξε τα νερά, προεξοφλώντας την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM τον Αύγουστο 2018. Από τον Φεβρουάριο μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της ελληνικής οικονομίας, αλλά η Moody’s δεν διαπίστωσε την ανάγκη νέας αναβάθμισης κρατώντας την αξιολόγηση έξι σκαλοπάτια χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα.
Πηγή:cnn.gr
Τις εκτιμήσεις αυτές ενσωμάτωνε η
ανάλυση της Moody’s τον περασμένο Ιούλιο και σε αυτή την ανάλυση παραπέμπουν πηγές του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης που ρωτήθηκαν από Τα Νέα μετά τη σιωπηλή παρέλευση της 21ης Σεπτεμβρίου.
Στην ημερομηνία αυτή, αναλυτές προεξοφλούσαν αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τη Moody’s, για να διαψευστούν στη συνέχεια.
Στα απόνερα μιας αναβάθμισης που δεν ήρθε χθες, οι τραπεζικές μετοχές βρέθηκαν για μία ακόμα φορά στο επίκεντρο των πωλητών (-3,68% ο τραπεζικός δείκτης) και τα ελληνικά ομόλογα (οι αποδόσεις ανοδικά με το δεκαετές πάνω από το 4,1% και το πενταετές έως και το 3,246%) δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Εκτός από την ηχηρή απουσία της Moody’s η επενδυτική κοινότητα φέρεται ιδιαίτερα επιφυλακτική απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα τόσο στο μέτωπο των «κόκκινων» δανείων όσο και στο μέτωπο της άντλησης κεφαλαίων σε ένα περιβάλλον όπου το κόστος παραμένει υψηλό.
Επιπρόσθετα, οι μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές αναφορικά με τις συντάξεις (αποφάσεις τον Δεκέμβρη) αλλά και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών συντηρούν, σύμφωνα με αναλυτές, κλίμα αβεβαιότητας στην αγορά.
Τα Νέα απευθύνθηκαν στη Moody’s αναζητώντας τις αιτίες της «σιωπής» από τον οίκο αξιολόγησης. Η παραπομπή στην ανάλυση του Ιουλίου, με τις αναφορές στην επίμονη υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και την ταχύτερη αντιμετώπιση των προκλήσεων για τον τραπεζικό τομέα θα μπορούσε να σημαίνει αντίστροφα πως αυτές οι προϋποθέσεις δεν εκπληρώνονται ή πως δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα.
Οι διατυπώσεις όμως από τον εκπρόσωπο της Moody’s είναι πολύ προσεκτικές.
Η πρώτη επισήμανση έχει να κάνει με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα του ετήσιου ημερολογίου ανακοινώσεων πράξεων αξιολόγησης, όπου για την Ελλάδα αναφερόταν η 21η Σεπτεμβρίου. Πράγματι, το γεγονός ότι έχει προγραμματιστεί αξιολόγηση στις 21 Σεπτεμβρίου δεν σημαίνει απαραίτητα – όπως συμβαίνει και από άλλους οίκους – αναβάθμιση ή υποβάθμιση.
Η δεύτερη επισήμανση έχει να κάνει με το θετικό outlook το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση εντός διαστήματος 12-18 μηνών. Βλέποντας και κάνοντας…
Στην περίπτωση της Moody’s η τελευταία αναβάθμιση – διπλή – έγινε τον περασμένο Φεβρουάριο και τάραξε τα νερά, προεξοφλώντας την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM τον Αύγουστο 2018. Από τον Φεβρουάριο μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της ελληνικής οικονομίας, αλλά η Moody’s δεν διαπίστωσε την ανάγκη νέας αναβάθμισης κρατώντας την αξιολόγηση έξι σκαλοπάτια χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα.
Πηγή:cnn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου