Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως «αγαπά τους Ελληνες», στην καθιερωμένη
τελετή εορτασμού της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στον Λευκό Οίκο.
Ευπρόσδεκτες οι φιλοφρονήσεις και
μάλιστα από τον ηγέτη της υπερδύναμης.
Ωστόσο, το ζητούμενο είναι αν θα μεταφρασθούν σε μια θετική αμερικανική στάση σε θέματα που απασχολούν την Ελλάδα.
Εάν η κυβέρνησή του θα αποτιμήσει τη γεωπολιτική αξία της Ελλάδας και θα ανταποκριθεί θετικά στη μεθοδική και στοχευμένη προσπάθεια που καταβάλλει το τελευταίο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση υπέρ της εμβάθυνσης της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ προβάλλοντας στον σταθεροποιητικό της ρόλο σε μια εύφλεκτη περιοχή.
Στηριζόμενη σε σημαντικό βαθμό στην ομογένεια και έχοντας στο πλαίσιο αυτό ως «αιχμή του δόρατος» τον ελληνικής καταγωγής προσωπάρχη του Λευκού Οίκου, Ραινς Πρίμπους, η Αθήνα οικοδομεί διαύλους επικοινωνίας με την κυβέρνηση Τραμπ, και προσβλέπει στην στήριξη της υπερδύναμης στο πολιτικο-στρατιωτικό αλλά και στο οικονομικό πεδίο.
Με δεδομένες τις ιδεολογικές διαφορές ανάμεσα στους δυο ηγέτες και τις κυβερνήσεις τους φαντάζει οξύμωρο.
Ωστόσο, η απουσία αποκρυσταλλωμένων γεωπολιτικών θέσεων εκ μέρους του κ. Τραμπ, προσφέρει μια ευκαιρία στην Αθήνα να πείσει ότι δύναται να εξυπηρετήσει την αμερικανική πολιτική στην περιοχή της.
Τα πρώτα δείγματα είναι θετικά. Με δεδομένο ότι η κορυφαία προτεραιότητα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ είναι η καταστροφή του ISIS, η γεωγραφική θέση της Αθήνας, σε συνδυασμό με την εκπεφρασμένη πρόθεσή της να παράσχει κάθε είδους διευκολύνσεις στην Ουάσιγκτον - δείχνοντας ότι έχει υπερβεί ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος - έχουν σαν αποτέλεσμα την ένταξη της Ελλάδας στους υπό εκκόλαψη αμερικανικούς σχεδιασμούς. Αυτό προκύπτει από σκέψεις που γίνονται, αλλά και χάρτες που έχουν σχεδιασθεί, στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Πεντάγωνο.
Η εξέλιξη αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς λαμβάνει χώρα σε μια συγκυρία όπου η απρόβλεπτη συμπεριφορά και οι ευθείες απειλές του Ταγίπ Ερντογάν φέρνουν στο προσκήνιο τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, όπως και το ενδεχόμενο τουρκικών παρενοχλήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Υπό αυτό το πρίσμα θα αποτιμηθούν οι επαφές του υπουργού Εθνικής Αμυνας, Πάνου Καμένου, το τελευταίο διήμερο στην Ουάσινγκτον τόσο με τον ομόλογό του στρατηγό Μάτις όσο και με τον Ράινς Πρίμπους τον οποίο συνάντησε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου.
Μια πιο γεωπολιτική προσέγγιση, αλλά πάντα στο ίδιο πνεύμα, παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα και ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, στον ομόλογό του Ρεξ Τίλερσονν και στον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου στρατηγό Μακ Μάστερ.
Σοβαροί παράγοντες του αμερικανικού κατεστημένου της Ουάσιγκτον με ενεργό ρόλο στη λήψη αποφάσεων, αποτίμησαν ως αποτελεσματική την επιλογή του κ. Κοτζιά να εστιάσει στο τι μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα, και όχι στο τι ζητεί από τις ΗΠΑ, και ιδιαίτερα χρήσιμη την ενημέρωση που έκανε, με την ενθάρρυνση σοβαρών Ελληνοαμερικανών, σε κορυφαία στελέχη των αρμόδιων επιτροπών του Κογκρέσου.
Η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι η ελληνική προσέγγιση βρίσκει ευήκοα ώτα στην Ουάσιγκτον, αρκεί να γίνεται με μεθοδικότητα και σοβαρότητα εκ μέρους των υπουργών που την επιχειρούν.
Ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Τζέιμς Μάτις, διεμήνυσε την πρόθεση των ΗΠΑ για επέκταση της ήδη ισχυρής συνεργασίας μεταξύ των δυο χωρών και εξέφρασε στον Ελληνα ομόλογό του στο Πεντάγωνο, την ευγνωμοσύνη των ΗΠΑ για τη χρήση της ναυτικής βάσης της Σούδας, τη στιγμή που ο Ταγίπ Ερντογάν έχει στο πρόσφατο παρελθόν «προειδοποιήσει» ακόμη και με κλείσιμο της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι η Αγκυρα, την οποία θα επισκεφθεί ο Ρεξ Τίλερσον σε λίγες ημέρες, δεν παραμένει μείζονος σημασίας χώρα κυρίως σε ό,τι αφορά τη Συρία. Γι αυτό και το σαφές μήνυμα που εισπράττει κανείς από την Ουάσιγκτον είναι πως η προσέγγιση της Ελλάδας θα πρέπει να επικεντρώνεται στα δικά της πλεονεκτήματα και όχι στις όποιες «αρρυθμίες» των γειτόνων της.
Η ελληνική θέση ενισχύεται και από το γεγονός ότι δεν προβάλλεται μεμονωμένα ο ρόλος της Αθήνας, αλλά ευφυώς δίνεται έμφαση και στη συμμετοχή της στα τριμερή σχήματα με δυο στενούς συμμάχους του κ. Τραμπ στην Αν. Μεσόγειο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
απο τον Αθανάσιο Έλλις
απο τη Καθημερινή
Ευπρόσδεκτες οι φιλοφρονήσεις και
μάλιστα από τον ηγέτη της υπερδύναμης.
Ωστόσο, το ζητούμενο είναι αν θα μεταφρασθούν σε μια θετική αμερικανική στάση σε θέματα που απασχολούν την Ελλάδα.
Εάν η κυβέρνησή του θα αποτιμήσει τη γεωπολιτική αξία της Ελλάδας και θα ανταποκριθεί θετικά στη μεθοδική και στοχευμένη προσπάθεια που καταβάλλει το τελευταίο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση υπέρ της εμβάθυνσης της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ προβάλλοντας στον σταθεροποιητικό της ρόλο σε μια εύφλεκτη περιοχή.
Στηριζόμενη σε σημαντικό βαθμό στην ομογένεια και έχοντας στο πλαίσιο αυτό ως «αιχμή του δόρατος» τον ελληνικής καταγωγής προσωπάρχη του Λευκού Οίκου, Ραινς Πρίμπους, η Αθήνα οικοδομεί διαύλους επικοινωνίας με την κυβέρνηση Τραμπ, και προσβλέπει στην στήριξη της υπερδύναμης στο πολιτικο-στρατιωτικό αλλά και στο οικονομικό πεδίο.
Με δεδομένες τις ιδεολογικές διαφορές ανάμεσα στους δυο ηγέτες και τις κυβερνήσεις τους φαντάζει οξύμωρο.
Ωστόσο, η απουσία αποκρυσταλλωμένων γεωπολιτικών θέσεων εκ μέρους του κ. Τραμπ, προσφέρει μια ευκαιρία στην Αθήνα να πείσει ότι δύναται να εξυπηρετήσει την αμερικανική πολιτική στην περιοχή της.
Τα πρώτα δείγματα είναι θετικά. Με δεδομένο ότι η κορυφαία προτεραιότητα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ είναι η καταστροφή του ISIS, η γεωγραφική θέση της Αθήνας, σε συνδυασμό με την εκπεφρασμένη πρόθεσή της να παράσχει κάθε είδους διευκολύνσεις στην Ουάσιγκτον - δείχνοντας ότι έχει υπερβεί ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος - έχουν σαν αποτέλεσμα την ένταξη της Ελλάδας στους υπό εκκόλαψη αμερικανικούς σχεδιασμούς. Αυτό προκύπτει από σκέψεις που γίνονται, αλλά και χάρτες που έχουν σχεδιασθεί, στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Πεντάγωνο.
Η εξέλιξη αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς λαμβάνει χώρα σε μια συγκυρία όπου η απρόβλεπτη συμπεριφορά και οι ευθείες απειλές του Ταγίπ Ερντογάν φέρνουν στο προσκήνιο τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, όπως και το ενδεχόμενο τουρκικών παρενοχλήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Υπό αυτό το πρίσμα θα αποτιμηθούν οι επαφές του υπουργού Εθνικής Αμυνας, Πάνου Καμένου, το τελευταίο διήμερο στην Ουάσινγκτον τόσο με τον ομόλογό του στρατηγό Μάτις όσο και με τον Ράινς Πρίμπους τον οποίο συνάντησε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου.
Μια πιο γεωπολιτική προσέγγιση, αλλά πάντα στο ίδιο πνεύμα, παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα και ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, στον ομόλογό του Ρεξ Τίλερσονν και στον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου στρατηγό Μακ Μάστερ.
Σοβαροί παράγοντες του αμερικανικού κατεστημένου της Ουάσιγκτον με ενεργό ρόλο στη λήψη αποφάσεων, αποτίμησαν ως αποτελεσματική την επιλογή του κ. Κοτζιά να εστιάσει στο τι μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα, και όχι στο τι ζητεί από τις ΗΠΑ, και ιδιαίτερα χρήσιμη την ενημέρωση που έκανε, με την ενθάρρυνση σοβαρών Ελληνοαμερικανών, σε κορυφαία στελέχη των αρμόδιων επιτροπών του Κογκρέσου.
Η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι η ελληνική προσέγγιση βρίσκει ευήκοα ώτα στην Ουάσιγκτον, αρκεί να γίνεται με μεθοδικότητα και σοβαρότητα εκ μέρους των υπουργών που την επιχειρούν.
Ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Τζέιμς Μάτις, διεμήνυσε την πρόθεση των ΗΠΑ για επέκταση της ήδη ισχυρής συνεργασίας μεταξύ των δυο χωρών και εξέφρασε στον Ελληνα ομόλογό του στο Πεντάγωνο, την ευγνωμοσύνη των ΗΠΑ για τη χρήση της ναυτικής βάσης της Σούδας, τη στιγμή που ο Ταγίπ Ερντογάν έχει στο πρόσφατο παρελθόν «προειδοποιήσει» ακόμη και με κλείσιμο της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι η Αγκυρα, την οποία θα επισκεφθεί ο Ρεξ Τίλερσον σε λίγες ημέρες, δεν παραμένει μείζονος σημασίας χώρα κυρίως σε ό,τι αφορά τη Συρία. Γι αυτό και το σαφές μήνυμα που εισπράττει κανείς από την Ουάσιγκτον είναι πως η προσέγγιση της Ελλάδας θα πρέπει να επικεντρώνεται στα δικά της πλεονεκτήματα και όχι στις όποιες «αρρυθμίες» των γειτόνων της.
Η ελληνική θέση ενισχύεται και από το γεγονός ότι δεν προβάλλεται μεμονωμένα ο ρόλος της Αθήνας, αλλά ευφυώς δίνεται έμφαση και στη συμμετοχή της στα τριμερή σχήματα με δυο στενούς συμμάχους του κ. Τραμπ στην Αν. Μεσόγειο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
απο τον Αθανάσιο Έλλις
απο τη Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου