Θα περίμενε κανείς από μια κυβέρνηση που
διατείνεται πως πλέον έχει σκίσει οριστικά τη σελίδα της επιστροφής στο
εθνικό νόμισμα από το ημερολόγιό της, να σταματήσει να θωπεύει τους
κάθε λογής «δραχμιστές» και κήνσορες του διπλού νομίσματος στην Ελλάδα.
Δεν το κάνει όμως ούτε στη θεωρία (βλέπε δηλώσεις Ξυδάκη και άλλων), ούτε πολύ περισσότερο στην πράξη.
Το αποδεικνύει η σύνθεση της ομάδας με τον
βαρύγδουπο τίτλο «Επιστημονική Επιτροπή του Αναπτυξιακού Συμβουλίου» που συγκρότησε στο υπουργείο του ο προερχόμενος από το Ινστιτούτο Levy και θιασώτης του «Geuro» υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Στην Επιτροπή αυτή συμμετέχει ένα μωσαϊκό ανθρώπων οι οποίοι έχουν εργαστεί στενά πάνω στη θεωρία του παράλληλου νομίσματος, υποστηρίζουν την άποψη ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση εντός του ευρώ, πιστεύουν στο κράτος-επιχειρηματία, καθώς και επιστήμονες οι οποίοι συνεργάστηκαν στενά με τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη το 2015.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πολύ σοβαρή υπόθεση μέσα από την οποία αναδύονται σοβαρά ζητήματα πολιτικού και πιθανόν νομισματικού προσανατολισμού για την κυβέρνηση.
Η Επιτροπή για την Ανάπτυξη είναι μια πολύ ισχυρή ένδειξη πως η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει όλα τα σενάρια στο τραπέζι. Ακόμη και αυτού της δραχμής ή του διπλού νομίσματος που είναι ο προθάλαμος πριν την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
Δεν το κάνει όμως ούτε στη θεωρία (βλέπε δηλώσεις Ξυδάκη και άλλων), ούτε πολύ περισσότερο στην πράξη.
Το αποδεικνύει η σύνθεση της ομάδας με τον
βαρύγδουπο τίτλο «Επιστημονική Επιτροπή του Αναπτυξιακού Συμβουλίου» που συγκρότησε στο υπουργείο του ο προερχόμενος από το Ινστιτούτο Levy και θιασώτης του «Geuro» υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Στην Επιτροπή αυτή συμμετέχει ένα μωσαϊκό ανθρώπων οι οποίοι έχουν εργαστεί στενά πάνω στη θεωρία του παράλληλου νομίσματος, υποστηρίζουν την άποψη ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση εντός του ευρώ, πιστεύουν στο κράτος-επιχειρηματία, καθώς και επιστήμονες οι οποίοι συνεργάστηκαν στενά με τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη το 2015.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πολύ σοβαρή υπόθεση μέσα από την οποία αναδύονται σοβαρά ζητήματα πολιτικού και πιθανόν νομισματικού προσανατολισμού για την κυβέρνηση.
Η Επιτροπή για την Ανάπτυξη είναι μια πολύ ισχυρή ένδειξη πως η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει όλα τα σενάρια στο τραπέζι. Ακόμη και αυτού της δραχμής ή του διπλού νομίσματος που είναι ο προθάλαμος πριν την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
Από μια πλευρά αυτό δεν είναι κακό να
συμβαίνει εφόσον δεν αφορά την επίσημη πολιτική και δεν γίνεται με
θόρυβο ή με τρόπο επιδεικτικό προς την υπόλοιπη ευρωζώνη η οποία μας
δανείζει για να μη χρεοκοπήσουμε και να μείνουμε μέλη της νομισματικής
ένωσης.
Θα μπορούσαμε να πούμε επίσης ότι είναι πέρα για πέρα θεμιτό για μια κυβέρνηση που κατά δήλωσή της διατείνεται πως ανήκει στην Αριστερά και έχει διαφορετικές απόψεις για την οικονομία, να θέλει να ενισχύσει το οπλοστάσιο των επιχειρημάτων της για το αναπτυξιακό μοντέλο που επιθυμεί να εφαρμόσει, με φορείς των ιδεών που αντιπροσωπεύουν την πολιτική της.
Θα ήταν λάθος ακόμη – ακόμη να υποβαθμίσει κανείς το θέμα θεωρώντας πως η Επιτροπή αυτή είναι μόνο μια προσπάθεια να βολευτούν κομματικοί φίλοι, συναγωνιστές και ημέτεροι.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για μερικούς μετα-κεϋνσιανούς οικονομολόγους ή «φίλους» του ΣΥΡΙΖΑ και συνομιλητές του πρωθυπουργού, που βρήκαν χώρο να εκφράσουν τις ιδέες τους ή να κάνουν το κέφι τους δαγκώνοντας και μερικά κομμάτια από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Η υπόθεση μπορεί να έχει πολύ σοβαρότερες διαστάσεις καθώς είναι προφανές πως η κυβέρνηση επέλεξε συνειδητά να αναθέσει τα ηνία αυτής της Επιτροπής που θα δουλέψει πάνω σε προτάσεις για την επόμενη μέρα στην Ελλάδα, σε επιστήμονες οι οποίοι έχουν στενούς δεσμούς με θεωρίες πέρα για πέρα ξένες στη λειτουργία της νομισματικής ένωσης υπό το ευρώ.
Δικαιολογημένα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιο μπορεί να είναι το μήνυμα που εκπέμπεται τόσο προς τους πολίτες αυτής της χώρας όσο και προς την υπόλοιπη ευρωζώνη όταν τοποθετούνται σε καίρια πόστα άνθρωποι που είναι είτε εμπνευστές είτε «εργάτες» της θεωρίας του διπλού νομίσματος, κάποιοι εξ αυτών χαρακτηρίζονται «δραχμιστές», και σε κάθε περίπτωση μπορούν να επηρεάζουν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση τις αποφάσεις.
Όπως και να το κάνουμε, η θεωρία του «παράλληλου νομίσματος» και των πολιτικών ιδεών που φέρουν το κράτος ως μηχανισμό ύστατης καταφυγής για την επιχειρηματικότητα και την εργασία, είναι αντίθετες με τους σημερινούς κανόνες της νομισματικής ένωσης και η κυβέρνηση πρέπει κάποια στιγμή να απαντήσει υπεύθυνα αν τις συμμερίζεται.
Θα μπορούσαμε να πούμε επίσης ότι είναι πέρα για πέρα θεμιτό για μια κυβέρνηση που κατά δήλωσή της διατείνεται πως ανήκει στην Αριστερά και έχει διαφορετικές απόψεις για την οικονομία, να θέλει να ενισχύσει το οπλοστάσιο των επιχειρημάτων της για το αναπτυξιακό μοντέλο που επιθυμεί να εφαρμόσει, με φορείς των ιδεών που αντιπροσωπεύουν την πολιτική της.
Θα ήταν λάθος ακόμη – ακόμη να υποβαθμίσει κανείς το θέμα θεωρώντας πως η Επιτροπή αυτή είναι μόνο μια προσπάθεια να βολευτούν κομματικοί φίλοι, συναγωνιστές και ημέτεροι.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για μερικούς μετα-κεϋνσιανούς οικονομολόγους ή «φίλους» του ΣΥΡΙΖΑ και συνομιλητές του πρωθυπουργού, που βρήκαν χώρο να εκφράσουν τις ιδέες τους ή να κάνουν το κέφι τους δαγκώνοντας και μερικά κομμάτια από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Η υπόθεση μπορεί να έχει πολύ σοβαρότερες διαστάσεις καθώς είναι προφανές πως η κυβέρνηση επέλεξε συνειδητά να αναθέσει τα ηνία αυτής της Επιτροπής που θα δουλέψει πάνω σε προτάσεις για την επόμενη μέρα στην Ελλάδα, σε επιστήμονες οι οποίοι έχουν στενούς δεσμούς με θεωρίες πέρα για πέρα ξένες στη λειτουργία της νομισματικής ένωσης υπό το ευρώ.
Δικαιολογημένα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιο μπορεί να είναι το μήνυμα που εκπέμπεται τόσο προς τους πολίτες αυτής της χώρας όσο και προς την υπόλοιπη ευρωζώνη όταν τοποθετούνται σε καίρια πόστα άνθρωποι που είναι είτε εμπνευστές είτε «εργάτες» της θεωρίας του διπλού νομίσματος, κάποιοι εξ αυτών χαρακτηρίζονται «δραχμιστές», και σε κάθε περίπτωση μπορούν να επηρεάζουν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση τις αποφάσεις.
Όπως και να το κάνουμε, η θεωρία του «παράλληλου νομίσματος» και των πολιτικών ιδεών που φέρουν το κράτος ως μηχανισμό ύστατης καταφυγής για την επιχειρηματικότητα και την εργασία, είναι αντίθετες με τους σημερινούς κανόνες της νομισματικής ένωσης και η κυβέρνηση πρέπει κάποια στιγμή να απαντήσει υπεύθυνα αν τις συμμερίζεται.
Όταν μάλιστα ενσωματώνονται στον
κυβερνητικό σχεδιασμό ακόμη και από αντανάκλαση, προσθέτουν έναν ακόμη
κρίκο στην αλυσίδα της αβεβαιότητας για το ποιος μπορεί να είναι τελικά ο
απώτερος στόχος αυτών που μας κυβερνούν.
Ο Kregel, ο Παπαδημητρίου και το διπλό νόμισμα
Η περίπτωση του καθηγητή Jan Kregel είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική, χωρίς να είναι η μοναδική στη σύνθεση αυτής της επιτροπής για το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας.
Ο Kregel είναι ο διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Levy και στενός συνεργάτης του προέδρου του Ινστιτούτου και υπουργού Ανάπτυξης Δημήτρη Παπαδημητρίου ο οποίος και τον προσκάλεσε να αναλάβει επικεφαλής της Επιτροπής.
Ο Kergel προφανώς και δεν τοποθετήθηκε τυχαία Πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής από τον υπουργό Ανάπτυξης καθώς εδώ μιλάμε για μια καθαρά πολιτική επιλογή του υπουργού να διορίσει στη θέση αυτή έναν άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του με τον οποίο μοιράζονται τις ίδιες απόψεις.
Ακόμη κι αν ο Δ. Παπαδημητρίου έχει προσπαθεί δημοσίως να αποτινάξει από πάνω του τις εντυπώσεις της μελέτης για την αντιμετώπιση της ελληνική κρίσης με την εισαγωγή διπλού νομίσματος στην Ελλάδα (το περιβόητο «Geuro»), η παρουσία του Jan Kregel δείχνει ότι οι ιδέες και τα σχέδια παραμένουν ζωντανά. Ο αναγνωρισμένος στη διεθνή επιστημονική κοινότητα καθηγητής οικονομικών και επικεφαλής ανάλυσης του Levy Institute, έχει ομοίως υποστηρίξει ότι «η εισαγωγή του διπλού νομίσματος στην Ελλάδα είναι ένα μέτρο που θα αποτρέψει την έξοδο από την ευρωζώνη ή ακόμη και τη διάλυσή της, δεδομένου ότι αναβάλλει την ημέρα που το εισόδημα και η απασχόληση θα έχουν πλήρως καταρρεύσει και η μόνη λύση θα είναι η έξοδος».
Η θεωρία του διπλού νομίσματος είχε συνδεθεί και με την αρχική πρόταση του Δημήτρη Παπαδημητρίου για την πρόσληψη 400.000-500.000 υπαλλήλων στο Δημόσιο οι οποίοι θα πληρώνονταν τον μισό μισθό του σε «Geuro» μια παραλλαγή της οποίας συναντάμε σήμερα ως βασικό σκέλος του αναπτυξιακού σχεδίου που εισηγείται η κυβέρνηση.
Την περαιτέρω υποστήριξη αυτής της πρότασης του Ινστιτούτου Levy έχει αναλάβει μεταξύ άλλων η σύζυγος του Δ. Παπαδημητρίου, αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας Ράνια Αντωνοπούλου, η οποία έχει συνδέσει την υλοποίησή της με την χορήγηση ενός δανείου 3 δισ. ευρώ από την Παγκόσμια Τράπεζα μέσω του οποίου θα χρηματοδοτηθεί ένα τριετές ή πενταετές πρόγραμμα προσλήψεων έως και 450.000 υπαλλήλων στο Δημόσιο…
Οι θιασώτες των εναλλακτικών πολιτικών και νομισμάτων
Ο Νικόλαος Θεχαράκης, γόνος της γνωστής επιχειρηματικής οικογένειας, ο οποίος ορίστηκε αντιπρόεδρος της εν λόγω Επιτροπής ως επικεφαλής του ΚΕΠΕ, είναι ένας μπον βιβέρ ακαδημαϊκός της Ιστορίας των οικονομικών θεωριών ο οποίος συνέδεσε την ανάδειξη του στο προσκήνιο με τον Γιάνη Βαρουφάκη. Υπήρξε στενός συνεργάτης του ως γενικός γραμματέας στο υπουργείο Οικονομικών κατά την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και είχε αναλάβει τις εκ του σύνεγγυς διαπραγματεύσεις με την τρόικα, τότε που δίνονταν μάχες στο εσωτερικό της κυβέρνησης αν την Ελλάδα θα εκπροσωπούσε η στενή ομάδα Βαρουφάκη ή θα συμμετείχε σε αυτές και ο σημερινός αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης. Σήμερα διατηρεί τη θέση του στο ΚΕΠΕ και παραμένει συνομιλητής του Πρωθυπουργού στον οποίο αρέσουν οι θεωρίες του για τις «εναλλακτικές πολιτικές» που μπορεί να εφαρμόσει η Ελλάδα για να ανακάμψει η οικονομία της.
Ο 75χρονος Κωστής Βαϊτσος είναι επίσης ένας έμπειρος οικονομολόγος ο οποίος συμμετέχει στην επιτροπή για την ανάπτυξη. Τον χαρακτηρίζει η ιδιαίτερη προτίμηση που έχει για το λατινοαμερικανικό οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελαν να δουν να εφαρμόζεται και στην Ελλάδα. Οι παλαιότεροι τον θυμούνται στη θέση του υφυπουργού και εν συνεχεία αναπληρωτή υπουργού Εθνικής Οικονομίας στις πρώτες κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η ιταλίδα Marianna Mazzucato, καθηγήτρια στο University College London, είναι από τα ισχυρά χαρτιά της ελληνικής επιτροπής για την ανάπτυξη λόγω του κύρους που τη συνοδεύει. Αν χαρακτηρίζει κάτι την δουλειά της εκτός από την διασύνδεσή της με το κόμμα των εργατικών στη Μεγάλη Βρετανία, αυτό είναι η θεωρία της πως το κράτος δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε ρόλο παρατηρητή και «διορθωτή» στην ελεύθερη οικονομία, αλλά να έχει ενεργό ρόλο στην επιχειρηματικότητα και τη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής
Ο καθηγητής του οικονομικού Πανεπιστημίου Θωμάς Μούτος ανήκει στους ακαδημαϊκούς εκείνους που είχε από την αρχή της κρίσης την άποψη ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα θα συνέδραμε ευκολότερα την προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας, μια άποψη την οποία διατηρεί μέχρι και σήμερα.
Ο Γιώργος Πετράκος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπήρξε στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου γενικός γραμματέας ΕΣΠΑ και θεωρείται από τους ανθρώπους που συνομιλεί με τον πρώην υπουργό Οικονομίας και νυν υπουργό Ενέργειας Γ. Σταθάκη, ενώ ο Γεράσιμος Ζαχαράτος, του Πανεπιστημίου Πατρών προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ και έχει διατελέσει γενικός γραμματέας τουρισμού.
απο το liberal.gr
Η περίπτωση του καθηγητή Jan Kregel είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική, χωρίς να είναι η μοναδική στη σύνθεση αυτής της επιτροπής για το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας.
Ο Kregel είναι ο διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Levy και στενός συνεργάτης του προέδρου του Ινστιτούτου και υπουργού Ανάπτυξης Δημήτρη Παπαδημητρίου ο οποίος και τον προσκάλεσε να αναλάβει επικεφαλής της Επιτροπής.
Ο Kergel προφανώς και δεν τοποθετήθηκε τυχαία Πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής από τον υπουργό Ανάπτυξης καθώς εδώ μιλάμε για μια καθαρά πολιτική επιλογή του υπουργού να διορίσει στη θέση αυτή έναν άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του με τον οποίο μοιράζονται τις ίδιες απόψεις.
Ακόμη κι αν ο Δ. Παπαδημητρίου έχει προσπαθεί δημοσίως να αποτινάξει από πάνω του τις εντυπώσεις της μελέτης για την αντιμετώπιση της ελληνική κρίσης με την εισαγωγή διπλού νομίσματος στην Ελλάδα (το περιβόητο «Geuro»), η παρουσία του Jan Kregel δείχνει ότι οι ιδέες και τα σχέδια παραμένουν ζωντανά. Ο αναγνωρισμένος στη διεθνή επιστημονική κοινότητα καθηγητής οικονομικών και επικεφαλής ανάλυσης του Levy Institute, έχει ομοίως υποστηρίξει ότι «η εισαγωγή του διπλού νομίσματος στην Ελλάδα είναι ένα μέτρο που θα αποτρέψει την έξοδο από την ευρωζώνη ή ακόμη και τη διάλυσή της, δεδομένου ότι αναβάλλει την ημέρα που το εισόδημα και η απασχόληση θα έχουν πλήρως καταρρεύσει και η μόνη λύση θα είναι η έξοδος».
Η θεωρία του διπλού νομίσματος είχε συνδεθεί και με την αρχική πρόταση του Δημήτρη Παπαδημητρίου για την πρόσληψη 400.000-500.000 υπαλλήλων στο Δημόσιο οι οποίοι θα πληρώνονταν τον μισό μισθό του σε «Geuro» μια παραλλαγή της οποίας συναντάμε σήμερα ως βασικό σκέλος του αναπτυξιακού σχεδίου που εισηγείται η κυβέρνηση.
Την περαιτέρω υποστήριξη αυτής της πρότασης του Ινστιτούτου Levy έχει αναλάβει μεταξύ άλλων η σύζυγος του Δ. Παπαδημητρίου, αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας Ράνια Αντωνοπούλου, η οποία έχει συνδέσει την υλοποίησή της με την χορήγηση ενός δανείου 3 δισ. ευρώ από την Παγκόσμια Τράπεζα μέσω του οποίου θα χρηματοδοτηθεί ένα τριετές ή πενταετές πρόγραμμα προσλήψεων έως και 450.000 υπαλλήλων στο Δημόσιο…
Οι θιασώτες των εναλλακτικών πολιτικών και νομισμάτων
Ο Νικόλαος Θεχαράκης, γόνος της γνωστής επιχειρηματικής οικογένειας, ο οποίος ορίστηκε αντιπρόεδρος της εν λόγω Επιτροπής ως επικεφαλής του ΚΕΠΕ, είναι ένας μπον βιβέρ ακαδημαϊκός της Ιστορίας των οικονομικών θεωριών ο οποίος συνέδεσε την ανάδειξη του στο προσκήνιο με τον Γιάνη Βαρουφάκη. Υπήρξε στενός συνεργάτης του ως γενικός γραμματέας στο υπουργείο Οικονομικών κατά την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και είχε αναλάβει τις εκ του σύνεγγυς διαπραγματεύσεις με την τρόικα, τότε που δίνονταν μάχες στο εσωτερικό της κυβέρνησης αν την Ελλάδα θα εκπροσωπούσε η στενή ομάδα Βαρουφάκη ή θα συμμετείχε σε αυτές και ο σημερινός αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης. Σήμερα διατηρεί τη θέση του στο ΚΕΠΕ και παραμένει συνομιλητής του Πρωθυπουργού στον οποίο αρέσουν οι θεωρίες του για τις «εναλλακτικές πολιτικές» που μπορεί να εφαρμόσει η Ελλάδα για να ανακάμψει η οικονομία της.
Ο 75χρονος Κωστής Βαϊτσος είναι επίσης ένας έμπειρος οικονομολόγος ο οποίος συμμετέχει στην επιτροπή για την ανάπτυξη. Τον χαρακτηρίζει η ιδιαίτερη προτίμηση που έχει για το λατινοαμερικανικό οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελαν να δουν να εφαρμόζεται και στην Ελλάδα. Οι παλαιότεροι τον θυμούνται στη θέση του υφυπουργού και εν συνεχεία αναπληρωτή υπουργού Εθνικής Οικονομίας στις πρώτες κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η ιταλίδα Marianna Mazzucato, καθηγήτρια στο University College London, είναι από τα ισχυρά χαρτιά της ελληνικής επιτροπής για την ανάπτυξη λόγω του κύρους που τη συνοδεύει. Αν χαρακτηρίζει κάτι την δουλειά της εκτός από την διασύνδεσή της με το κόμμα των εργατικών στη Μεγάλη Βρετανία, αυτό είναι η θεωρία της πως το κράτος δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε ρόλο παρατηρητή και «διορθωτή» στην ελεύθερη οικονομία, αλλά να έχει ενεργό ρόλο στην επιχειρηματικότητα και τη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής
Ο καθηγητής του οικονομικού Πανεπιστημίου Θωμάς Μούτος ανήκει στους ακαδημαϊκούς εκείνους που είχε από την αρχή της κρίσης την άποψη ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα θα συνέδραμε ευκολότερα την προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας, μια άποψη την οποία διατηρεί μέχρι και σήμερα.
Ο Γιώργος Πετράκος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπήρξε στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου γενικός γραμματέας ΕΣΠΑ και θεωρείται από τους ανθρώπους που συνομιλεί με τον πρώην υπουργό Οικονομίας και νυν υπουργό Ενέργειας Γ. Σταθάκη, ενώ ο Γεράσιμος Ζαχαράτος, του Πανεπιστημίου Πατρών προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ και έχει διατελέσει γενικός γραμματέας τουρισμού.
απο το liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου