Δημόκριτος: ο μεγαλύτερος των φιλοσόφων |
Στον διαχωρισμό των ειδών
της δημοκρατίας, ο Αριστοτέλης προτάσσει την ισότητα ως χαρακτηριστικό
του πρώτου είδους, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υφίστανται διακρίσεις
μεταξύ των ευπόρων και των πενήτων, δηλαδή η μία τάξη δεν κυριαρχεί επί
της άλλης (Άριστοτέλους, Πολιτικά, Δ 4, 1291 b 31-34).
Όμως, σε αυτό το είδος δεν κάνει άλλη
αναφορά, γεγονός που
καταδεικνύει ότι η ισότητα δεν είναι χαρακτηριστική της δημοκρατίας, ίσως, διότι, όπως επισημαίνει ο R. Robinson (1995), ο δήμος δεν αποτελεί το σύνολο του πληθυσμού.
καταδεικνύει ότι η ισότητα δεν είναι χαρακτηριστική της δημοκρατίας, ίσως, διότι, όπως επισημαίνει ο R. Robinson (1995), ο δήμος δεν αποτελεί το σύνολο του πληθυσμού.
Θεωρούμε ότι ως μελετητής
των πολιτικών πραγμάτων και γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, ο Αριστοτέλης
γνώριζε ότι η τάξη, η οποία κατέχει την εξουσία ευνοεί τους ομοϊδεάτες
της, επομένως μόνο στην σφαίρα του ιδεατού θα ήταν εφικτή η επίτευξη της
ισότητος μεταξύ του συνόλου των πολιτών.
Ο Δημόκριτος δεν ορίζει την δημοκρατία, όπως ο Αριστοτέλης ως το πολίτευμα, το οποίο κυβερνούν οι φτωχοί και όχι οι πλούσιοι, δηλαδή δεν θεωρούνται η πενία και ο πλούτος κριτήρια του πολιτεύματος (Αριστοτέλους, Πολιτικά, 1279 b 18-19,1290 b 13).
Συγκεκριμένα, ο Σταγιρίτης ορίζει την
δημοκρατία ως το πολίτευμα εκείνο, όπου την εξουσία κατέχουν και ασκούν
συλλογικά και κατά πλειοψηφία, κυρίως, μέσα από την εκκλησία του δήμου,
όλοι οι ελεύθεροι πολίτες, οι οποίοι συμβαίνει να είναι φτωχοί: «ἔστι
δημοκρατία ὅταν οἱ ἐλεύθεροι καί ἄποροι πλείους ὄντες κύριοι τῆς ἀρχῆς
ὦσιν» (Αριστοτέλους, Πολιτικά, 1290 b 17-19).
Αυτός ο ορισμός είναι
ο πληρέστερος απ’ όσους δίδει ο φιλόσοφος, διότι περιλαμβάνει τρία
βασικά γνωρίσματα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Τα δύο είναι ποιοτικά
–η ελευθερία και η οικονομική κατάσταση -και το τρίτο είναι ποσοτικό,
δηλαδή ο αριθμός των φορέων της εξουσίας. (Παπαδής, 2001).
Ουσιαστικώς,
δυο είναι τα πολιτεύματα, εφόσον η διάκριση πραγματοποιηθεί συμφώνως
προς την επιρροή τους στην πόλη, η ολιγαρχία και η δημοκρατία.
Αυτό
συμβαίνει, διότι οι κυρίαρχες τάξεις εντός της κοινωνίας είναι δύο, οι
εύποροι και οι πένητες. Στην πορεία ο Αριστοτέλης διακρίνει
σε περισσότερα είδη το κάθε πολίτευμα (Άριστοτέλους, Πολιτικά, Δ 4, 1291
b 5-14).
Επιπλέον, ο Δημόκριτος δεν ορίζει την
δημοκρατία, όπως ο Πλάτων (Πολιτεία, 562 b), ο οποίος αναφέρει ότι η
ελευθερία αποτελεί το συστατικό στοιχείο της δημοκρατίας. Οι πολίτες,
κατά τον Δημόκριτο, θέτουν ως προτεραιότητα την εκπλήρωση του δημόσιου
συμφέροντος, προκειμένου να κυβερνάται ορθώς η πολιτεία.
Βεβαίως,
αναγνωρίζει ότι η πενία, όταν αφορά το κοινωνικό σύνολο είναι χαλεπώτερη
εν αντιθέσει προς τον ιδιώτη, δηλαδή δεν αγνοεί τις δυσμενείς
συνέπειες της οικονομικής δυσπραγίας για τους πολίτες και την κοινωνία,
απλώς, δεν αποτελεί τον καθοριστικό συντελεστή της ευημερίας του
πολιτεύματος, όπως διατείνεται ο Αριστοτέλης: «ἀπορίη ξυνή τῆς ἑκάστου
χαλεπωτέρη· οὐ γάρ ὑπολείπεται ἐλπίς ἐπικουρίης» (Δημόκριτος, Απ. 252,
287 253, Kελεσίδου, 1994).
Ο Δημόκριτος προτιμά ως πολίτευμα την
δημοκρατία, διότι εξασφαλίζει στους πολίτες την ελευθερία λόγου για τις
κοινές υποθέσεις, γεγονός που αποτελεί την προϋπόθεση για την απόκτηση
της ευτυχίας (Δημόκριτος, Απ. 251). Αυτή η αντίληψη απορρέει από την
ίδια την ανθρώπινη φύση, διότι οι άνθρωποι δεν δύνανται να ζήσουν και
να ευτυχήσουν, αν δεν φροντίσουν τα κοινά συμφέροντα και την ικανοποίηση
των κοινών αναγκών (Παπαδόπουλος, 1974).
Επιπλέον, εγκωμιάζει την
δημοκρατία και την αντιδιαστέλλει προς το αντιδημοκρατικό καθεστώς: «Ἠ
ἐνδημοκρατίῃ πενίη τῆς παρὰ τοῖς δυνάστῃσι καλεομένης εὐδαμονίης
τοσοῦτόν ἐστι αἱρετωτέρη, ὁκόσον ἐλευθερίη δουλείης» (Δημόκριτος, Απ.
251, Kελεσίδου, 1994).
Η δημοκρατία συνιστά ελευθερία, ευδαιμονία σε
αντιδιαστολή με την πενία και την δουλεία των αντιδημοκρατικών
καθεστώτων.
Η δημοκρατία ταυτίζεται με την υλική και την ηθική αυτονομία
των πολιτών, οι οποίοι συμμετέχουν ενεργώς στην διαδικασία της ασκήσεως
της εξουσίας είτε ως κάτοχοι αξιωμάτων είτε ελέγχοντας τους ηγέτες.
Το δημοκρατικό πολίτευμα προϋποθέτει την ανάπτυξη της πολιτικής
συνειδήσεως των πολιτών και δραστηριοποίησή τους, ούτως ώστε να
υφίσταται η εδραίωση και η εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος και να
αποτρέπεται η φθορά του.
Ο φιλόσοφος δεν αποδέχεται, όπως πράττει
ο Αριστοτέλης, την λέξη ευδαιμονία και χρησιμοποιεί για την ονομασία
της ευτυχίας την ομηρική λέξη εὐθυμίη, η οποία σημαίνει καλή διάθεση,
καλή καρδιά, μεγάλο θάρρος κλπ.
Επιπλέον, χρησιμοποιεί τους όρους εὐεστῶ
(ευστάθεια), ἁρμονίη, συμμετρίη, ἀταραξίη κλπ.
O Barns αναφέρει μία
σειρά συγγραφέων, οι οποίοι εκθέτουν τους ανωτέρω όρους, όπως ο Στράβων
τον όρο αθαυμαστία (Α 168), ο Στοβαίος τον όρο αταραξία (Α 167) κλπ
(Barnes, 2000).
Όλες αυτές οι λέξεις εννοούν τις καταστάσεις της ψυχής,
οι οποίες προέρχονται από τα συναισθήματα της ευχαριστήσεως, της χαράς,
της ηδονής από ορισμένες κινήσεις συμμετρικές (Παπαδόπουλος, 1974).
Η
ευτυχία είναι η ομαλή φυσιολογική κατάσταση της ψυχής, η κατάσταση της
υγείας, ενώ η δυστυχία έγκειται στην διατάραξη από διάφορες αιτίες της
ομαλής καταστάσεως της ψυχής (Δημόκριτος, Απ. 191, Παπαδόπουλος, 1974).
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου