Μια
και εκατοντάδες αναλυτές και καθηγητάδες (οι πιο πολλοί βολεμένοι
κρατικοδίαιτοι) μας εξηγούν την κρίση με όρους δυσνόητους και ακόμη μια
και με θράσος κάποιοι αμετανόητοι πολιτικοί κραυγάζουν το ψευδές "
μαζί τα φάγαμε" διαβάστε μια πολύ απλή και κατανοητή ανάλυση και
αναρωτηθείτε ποιοι από εμάς συχνάζαμε στο μπαρ και ας ζητήσουμε συγνώμη από
αυτούς που σήμερα πληρώνουν τα ποτά που δεν ήπιαν
Η
Μόνικα είναι ιδιοκτήτης ενός μπαρ. Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί ότι όλοι
της οι πελάτες είναι άνεργοι αλκοολικοί και, ως τέτοιοι, δεν θα μπορούν πλέον
να συντηρούν την επιχείρησή της.
Προκειμένου να βρει λύση στο πρόβλημά της αυτό,
λανσάρισε μία τακτική
μάρκετινγκ, σύμφωνα με την οποία οι πελάτες της θα μπορούσαν να πίνουν όσο ήθελαν, με την υπόσχεση να πληρώσουν αργότερα, ενώ εκείνη θα κρατούσε το λογαριασμό των οφειλομένων στο τεφτέρι.
μάρκετινγκ, σύμφωνα με την οποία οι πελάτες της θα μπορούσαν να πίνουν όσο ήθελαν, με την υπόσχεση να πληρώσουν αργότερα, ενώ εκείνη θα κρατούσε το λογαριασμό των οφειλομένων στο τεφτέρι.
Η πολιτική μάρκετινγκ “πιείτε τώρα, πληρώστε αργότερα” της
Μόνικα διαδίδεται γρήγορα, με αποτέλεσμα η πελατεία της να μεγαλώσει τόσο, ώστε
να της δώσει πολύ γρήγορα την πρωτιά στις πωλήσεις ανάμεσα σε όλα τα μπαρ της
πόλης.
Δίνοντας στους πελάτες της τη δυνατότητα
να μην πληρώνουν επί τόπου, δεν συνάντησε καμία αντίσταση όταν κάθε τόσο
αποφάσιζε να αυξάνει τις τιμές στα πιο δημοφιλή ποτά της, το κρασί και τη
μπύρα. Με αυτόν τον τρόπο εμφάνιζε τεράστια αύξηση στο τζίρο της επιχείρησης.
Ένας νέος και δυναμικός αντιπρόεδρος της τοπικής τράπεζας, βλέποντας τα
θεαματικά οικονομικά μεγέθη της επιχείρησης αυτής, τη θεωρεί ως μεγάλη επενδυτική
ευκαιρία και αυξάνει αυτόματα το πλαφόν δανεισμού της. Δεν ανησυχεί για τη
δυνατότητα αποπληρωμής του δανείου, καθότι βλέπει ως εγγύηση ότι η επιχείρηση
έχει λαμβάνειν από τις οφειλές των αλκοολικών.
Στα κεντρικά γραφεία της τράπεζας, ειδικοί της αγοράς επινόησαν έναν
τρόπο να κερδίσουν τεράστια ποσά σε προμήθειες, μετατρέποντας τα δάνεια αυτού
του πελάτη σε Μπυρο-ομόλογα και Κρασο-μετοχές.
Αυτά, ως “χρυσά”
αξιόγραφα, άρχισαν να μεταπωλούνται σε διεθνή χρηματιστήρια. Οι επενδυτές που
αγοράζουν αυτά τα αξιόγραφα ως “χρυσά”, δεν αντιλαμβάνονται ότι
στην ουσία αυτό που αγοράζουν, είναι τα χρέη των άνεργων αλκοολικών πελατών της
Μόνικα.
Και σαν να μην έχει αυτό σημασία, η αξία τους σκαρφαλώνει συνεχώς σε
ανώτερες τιμές, κερδίζοντας τον τίτλο του πιο δημοφιλούς αξιογράφου στους
μεγαλύτερους οικονομικούς οίκους.
Μια μέρα, παρόλο που η τιμή των αξιογράφων συνέχιζε να ανεβαίνει, το
τμήμα κινδύνου της τοπικής τράπεζας αποφάσισε ότι είναι καιρός να αρχίσει να
εισπράττει το δάνειο της Μόνικα.
Τότε κι αυτή με τη σειρά της αναγκάστηκε να
ζητήσει πληρωμή από τους πελάτες της, τους άνεργους αλκοολικούς, οι οποίοι
βεβαίως, ως άνεργοι, ασφαλώς δεν είχαν να πληρώσουν τα ποτο-χρέη τους.
Έτσι, η
Μόνικα αναγκάζεται να πτωχεύσει, αφού δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να ξεπληρώσει
το δάνειό της.
Το μπαρ κλείνει και οι 11 υπάλληλοί της μένουν στο δρόμο.
Εν μια νυκτί, τα δημοφιλέστερα ως τότε Μπυρο-ομόλογα και Κρασο-μετοχές
χάνουν το 90% της αξίας τους.
Η τράπεζα που είχε κάμποσα τέτοια στην κατοχή της
χάνει όλη της τη ρευστότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εκδώσει νέα δάνεια
και να παγώσει όλες τις πιστώσεις και κατά συνέπεια όλην την οικονομική
δραστηριότητα στην τοπική κοινωνία.
Ο προμηθευτής
κρασιού της Μόνικα, που της είχε εμπιστευτεί πολύ γενναιόδωρες ανοικτές
πιστώσεις και είχε και ο ίδιος επενδύσει τις αποταμιεύσεις τους στα
Μπυρο-ομόλογα και τις Κρασο-μετοχές, βρίσκεται τώρα κι αυτός στη δύσκολη θέση
να πρέπει να διαγράψει, δηλαδή να χάσει, την τεράστια οφειλή της Μόνικα και
ακόμα το 90% των αποταμιεύσεών του από την υποτίμηση των
αξιογράφων στα οποία είχε επενδύσει.
Έτσι, ο προμηθευτής κρασιού της Μόνικα πτωχεύει
και αυτός, βάζοντας λουκέτο σε μία οικογενειακή επιχείρηση που δούλευε
για 3 γενιές.
Ο προμηθευτής μπύρας εξαγοράστηκε από τον ανταγωνιστή του και η
τοπική εργοστασιακή μονάδα έκλεισε, αφήνοντας στο δρόμο περίπου 150 εργάτες.
“Ευτυχώς” όμως, η τράπεζα και το
σινάφι της διασώθηκε διότι οι ημέτεροι στην κυβέρνηση την ξελάσπωσαν
αγοράζοντας εν λευκώ για πολλά δισεκατομμύρια τα άνευ αξίας πλέον αξιόγραφα που
της είχαν ξεμείνει.
Για να μπορέσει η κυβέρνηση να μαζέψει το
αντίτιμο που θα ξελάσπωνε την τράπεζα, επέβαλε νέους φόρους στους εργαζόμενους,
μεσοαστούς, που δεν είχαν ποτέ στη ζωή τους πατήσει το πόδι τους στο
μαγαζί της Μόνικα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου