Οι ανεξάρτητοι αγρότες υφίστανται παγκοσμίως ραγδαία μείωση, καθώς οι πολυεθνικές και οι κερδοσκόποι συγκεντρώνουν στα χέρια τους την αγροτική γη. Οι μικροκαλλιεργητές εξαντλούνται από νομικές ρυθμίσεις των κυβερνήσεων και σιγά-σιγά αφανίζονται προς χάριν αυτών των μεταμοντέρνων latifundia, εκτιθέμενοι σε μια συστηματική απέλαση από την γη τους. Το προβαλλόμενο πρόσχημα είναι η πλανητική διατροφική επισφάλεια αν δεν εφαρμοστούν πρότυπα βιομηχανικής γεωργίας.
Το 2014, το Ινστιτούτο Όκλαντ διαπίστωσε ότι θεσμικοί επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των
αμοιβαίων κεφαλαίων επισφάλειας, των ιδιωτικών κεφαλαίων και των συνταξιοδοτικών ταμείων, έδειχναν τεράστιο ενδιαφέρον για αξιοποίηση της παγκόσμιας αγροτικής γης ως μια νέα και ιδιαίτερα επιθυμητή κατηγορία περιουσιακών στοιχείων. Για τις οικονομικές αυτές οντότητες σημασία έχει το κέρδος και όχι η επισιτιστική ασφάλεια του παγκόσμιου πληθυσμού.Για παράδειγμα στην Ουκρανία, η οργάνωση Grain διαπίστωσε ότι το 2014 οι μικροί αγρότες εκμεταλλεύονταν το 16% της γεωργικής γης, αλλά παρήγαγαν το 55% της γεωργικής παραγωγής. Ειδικότερα το 97% των πατατών, το 97% του μελιού, το 88% των λαχανικών, το 83% των φρούτων και των μούρων και το 80% του γάλακτος. Είναι σαφές ότι τα μικρά αγροκτήματα της Ουκρανίας απέδιδαν εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Η ανατροπή της κυβέρνησης της Ουκρανίας, το 2014, άνοιξε τον δρόμο για τους ξένους επενδυτές και τις δυτικές αγροτικές επιχειρήσεις να παρεισφρήσουν δυναμικά στον ουκρανικό γεωργικό τομέα. Αυτό έγινε υπό τον μανδύα των ρυθμίσεων που ακολουθούσαν το δάνειο της ΕΕ προς την χώρα που περιλάμβανε την απορρύθμιση της γεωργίας προς όφελος ξένων πολυεθνικών. Με τον τρόπο αυτό άνοιξαν οι πύλες για την εξαγορά τεράστιων εκτάσεων γεωργικών γαιών από ξένες εταιρείες.
Σε δυτικά χέρια η αγροτική γη
Την εποχή εκείνη κάποιοι έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με το ότι η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ ήταν πρόθυμα να ανοίξουν τις ξένες αγορές σε δυτικές εταιρείες. Ο Φρέντερικ Μουσώ, διευθυντής πολιτικής στο Oakland Institute, δήλωσε τότε ότι τα διακυβεύματα στον έλεγχο του τεράστιου γεωργικού τομέα της Ουκρανίας, του τρίτου μεγαλύτερου εξαγωγέα αραβόσιτου στον κόσμο και πέμπτου μεγαλύτερου εξαγωγέα σιταριού, αποτελούν κρίσιμο παράγοντα που παραβλέπεται. Πρόσθεσε ότι τα τελευταία χρόνια, ξένες εταιρείες είχαν αποκτήσει περισσότερα από 1,6 εκατομμύρια εκτάρια ουκρανικής γης.
Οι δυτικές αγροτικές μεγαλο-επιχειρήσεις έχουν αλώσει τον αγροτικό τομέα της Ουκρανίας πολύ πριν την κυβερνητική αλλαγή. Αυτή η χώρα έχει το ένα τρίτο όλων των γεωργικών γαιών της Ευρώπης. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 Ουκρανοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι του Εμπορικού Επιμελητηρίου ΗΠΑ-Ουκρανίας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη του ελέγχου της ουκρανικής γεωργίας από εξωτερικούς παράγοντες. Τον Νοέμβριο 2013, μια τροποποίηση του νόμου στην Ουκρανία επέτρεψε την ευρεία χρήση γενετικά τροποποιημένων σπόρων.
Το καλοκαίρι 2020, το ΔΝΤ ενέκρινε ένα 18μηνο πρόγραμμα δανείων 5 δισ. δολαρίων στην Ουκρανία. Σύμφωνα με το Brettons Wood Project, η ουκρανική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να άρει το 19ετές μορατόριουμ για την πώληση κρατικών γεωργικών εκτάσεων μετά από έντονη πίεση των χρηματοδοτών. Η Παγκόσμια Τράπεζα προώθησε περαιτέρω μέτρα για την πώληση δημόσιας γεωργικής γης ως προϋποθέσεις για δάνειο αναπτυξιακής πολιτικής 350 εκατ. δολαρίων.
Επενδυτικά κεφάλαια
Πριν ξεσπάσει η παγκόσμια κρίση το 2008, μόνο επτά χρηματοδοτικά ταμεία επένδυαν στον αγροτικό τομέα. Λίγα χρόνια αργότερα είχαν γίνει 55 και σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 300. Τα επενδυτικά κεφάλαια (συνταξιοδοτικά ταμεία, κρατικά επενδυτικά ταμεία, κεφάλαια χρηματοδότησης και επενδύσεις από κυβερνήσεις, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και πλούσιους ιδιώτες) διεισδύουν στον παγκόσμιο γεωργικό τομέα.
Αυτά τα χρήματα χρησιμοποιούνται για τη φθηνή μίσθωση ή αγορά αγροτεμαχίων και τη συγκέντρωσή τους σε μεγάλης κλίμακας, αμερικανικού τύπου καλλιέργειες σιτηρών και σόγιας. Άρθρο στο grain.org περιγράφει πώς οφσόρ εταιρείες και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ) στοχεύουν την Ουκρανία. Στόχος είναι να ευνοηθούν τα συμφέροντα των ξένων επενδυτών και των δυτικών αγροτικών επιχειρήσεων. Τα δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναγκάζουν χώρες που βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση να πουλήσουν τη γη τους. Και οι δραστηριότητες αυτές έχουν αυξηθεί εν μέσω μιας άνευ προηγουμένου πανδημίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εταιρία Cargill που στα 155 χρόνια ύπαρξής της έχει εισέλθει σχεδόν σε κάθε πτυχή της παγκόσμιας αγροτικής οικονομίας, μετασχηματίζοντας τον τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης. Γι’ αυτό και έχει επισύρει σφοδρές κριτικές για τις πολιτικές της. Πρόσφατα αποκαλύφθηκε ότι η αλυσίδα εφοδιασμού της έχει συνδεθεί με τεράστια αποψίλωση δασών, με εκτεταμένες πυρκαγιές στην περιοχή Σεράντο της Βραζιλίας. Την κατηγορούν και για θανατηφόρες τροφικές δηλητηριάσεις, γεωργική ρύπανση και παιδική δουλεία.
Ο Οργανισμός Τροφίμων του ΟΗΕ
Σαν να μην έφταναν αυτά, o Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) συνεργάζeται με την CropLife, μια παγκόσμια εμπορική ένωση που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εταιρειών που παράγουν και προωθούν φυτοφάρμακα, μεταξύ αυτών και πολύ επικίνδυνων (HHPs). Το Δίκτυο Δράσης Φυτοφαρμάκων Ασίας-Ειρηνικού, που εκπροσωπεί 350 οργανισμούς αγροτών και αλιέων σε 63 χώρες, ανακοίνωσε στις 19 Νοεμβρίου 2020 ότι ζήτησε από τον Γενικό Διευθυντή του FAO Κιου Ντονγκιού να σταματήσει τα σχέδια για την εμβάθυνση της συνεργασίας με την CropLife International. Ο Κιου Ντονγκιού, πριν αναλάβει το πόστο στον ΟΗΕ, ήταν αναπληρωτής υπουργός Αγροτικών Υποθέσεων της Κίνας
Με τον Κιου στο τιμόνι, ο FAO έρχεται σε στενότερη συνεργασία με εταιρείες φυτοφαρμάκων, οι οποίες το εκμεταλλεύονται για να ενισχύσουν την πρόσβασή τους στις παγκόσμιες αγορές. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η πρόσφατα διορισμένη αναπληρωτής γενικός διευθυντής του FAO Μπεθ Μπέχτολ έχει προϊστορία στενών οικονομικών δεσμών με τον κολοσσό παραγωγής φυτοφαρμάκων Corteva (πρώην Dow / DuPont).
Ομάδα εμπειρογνωμόνων του FAO κατέληξε στο συμπέρασμα τον Ιούλιο 2019 ότι η αγροοικολογία παρέχει πολύ βελτιωμένη επισιτιστική ασφάλεια και οφέλη διατροφής, περιβάλλοντος και απόδοσης σε σύγκριση με τη βιομηχανική γεωργία. Οι αγροοικολογικές μέθοδοι αντιπροσωπεύουν μια μετατόπιση από το βιομηχανικό πρότυπο εντατικής χημικής χρήσης στις καλλιέργειες, η οποία επιβαρύνει πολύ την ανθρώπινη υγεία, το έδαφος και τους υδάτινους πόρους.
Η αγροοικολογία βασίζεται σε ολοκληρωμένη προσέγγιση συστημάτων χαμηλών εισροών για τα τρόφιμα και τη γεωργία που δίνει προτεραιότητα στην τοπική επισιτιστική ασφάλεια, την τοπική θερμιδική παραγωγή, τα πρότυπα καλλιέργειας και τη διαφορετική παραγωγή διατροφής ανά στρέμμα. Επίσης, στη σταθερότητα του υδροφόρου ορίζοντα, την ανθεκτικότητα του κλίματος, την καλή δομή εδάφους και την ικανότητα αντιμετώπισης των εξελισσομένων παράσιτων και ασθενειών.
Ένα τέτοιο σύστημα βασίζεται στη βέλτιστη αυτάρκεια, το δικαίωμα σε πολιτιστικά κατάλληλη τροφή και τοπική ιδιοκτησία και διαχείριση κοινών πόρων, όπως γη, νερό και σπόροι. Ωστόσο, αυτό το μοντέλο αποτελεί άμεση πρόκληση για τα συμφέροντα των μελών της CropLife, καθώς η αγροοικολογία δεν απαιτεί εξάρτηση από χημικές ουσίες, γενετικά τροποποιημένους σπόρους, ούτε από παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι αγρότες στο έλεος των πολυεθνικών
Επιδιώκοντας να αναπτύξει επίσημη συνεργασία με τον FAO, η CropLife στοχεύει να εδραιώσει περαιτέρω τα συμφέροντά της, εκτροχιάζοντας τη δέσμευση του Οργανισμού υπέρ της αγροοικολογίας. Αυτό έχει γίνει εμφανές με τον Πρέσβη των ΗΠΑ στον FAO να επιτίθεται στην αγροοικολογία και από κοινού με τις εταιρείες-μέλη της CropLife να διαιωνίζει το μύθο επικείμενης καταστροφής αν δεν αποδεχτούμε το χημικό-βιομηχανικό παράδειγμα.
Είτε πρόκειται για αγρότες στην Ινδία που διαμαρτύρονται εναντίον νομοθεσίας που ευνοεί ξένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις, είτε για εξαγορές γης στην Ουκρανία, είτε για δικαιώματα γης και κυριαρχία σπόρων αλλού, είναι σαφές ότι αδίστακτες πολυεθνικές επιχειρήσεις-γίγαντες ωθούν σε απορρύθμιση. Επωφελούνται από τον εκτοπισμό αγροτών για την απόκτηση γαιών και από αποφάσεις που λαμβάνονται σε διεθνές και εθνικό επίπεδο μέσω του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του FAO.
Ο ιστός που υφαίνεται σε μια προσπάθεια αναζήτησης νέων κερδών, εισβάλει στην αγροτική οικονομία και ελέγχει κοινούς πόρους, καταστρέφοντας τους γεωργούς, το περιβάλλον και την υγεία με τον ψευδή ισχυρισμό της “παγκόσμιας διατροφικής επισφάλειας”. Όσοι αγρότες επιβιώνουν παρά τις κερδοσκοπικές στρατηγικές αναγκάζονται να ενσωματωθούν σε ένα σύστημα γεωργικών συμβάσεων που υπαγορεύεται από παγκόσμιους γίγαντες της αγοράς τροφίμων. Έτσι, συνδέονται με ένα καθεστώς εκμετάλλευσης βασισμένο στην εξάρτηση από την αγορά και τον εταιρικό έλεγχο. Ένα καθεστώς που θέτει το κέρδος μπροστά από τη βιοποικιλία, την επισιτιστική ασφάλεια, την υγιεινή διατροφή και το περιβάλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου