Με εντατικούς ρυθμούς εργάζονται τις τελευταίες ημέρες οι τεχνικοί σύμβουλοι και οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος για την δημιουργία Bad Bank, προκειμένου να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία το πρόβλημα του μεγάλου όγκου των κόκκινων δανείων που έχουν συσσωρευτεί στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.
Και αυτό γιατί είναι προφανές ότι ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που
βαρύνει τις ελληνικές τράπεζες εξακολουθεί να φρενάρει την χρηματοδότηση της οικονομίας, που είναι περισσότερο απαραίτητη παρά ποτέ.
Με χθεσινό του άρθρο που δημοσιεύτηκε στη γερμανική εφημερίδα "Handelsblatt" ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος
επισημαίνει για μια ακόμη φορά την ανάγκη για τη δημιουργία μίας "κακής
τράπεζας" προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αύξηση των κόκκινων δανείων
που θα προκύψει εξαιτίας της ύφεσης, λόγω της Covid-19.
Ο
κεντρικός τραπεζίτης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: "η τρέχουσα ύφεση θα
οδηγήσει σε υποβάθμιση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των
τραπεζών. Ως εκ τούτου, θα χρειαστούν περαιτέρω δράσεις στον τραπεζικό
τομέα, π.χ. αξιοποίηση των εταιρειών διαχείρισης προβληματικών στοιχείων
ενεργητικού (AMC) για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των μη
εξυπηρετούμενων δανείων".
Κύκλοι της ΤτΕ επισημαίνουν στο News247.gr
ότι ο διοικητής σε συνεργασία με τους συμβούλους εξετάζουν αναλυτικά
όλες τις πτυχές της υπό διαμόρφωσης πρότασης, η οποία εκτός των μη
εξυπηρετούμενων δανείων θα αντιμετωπίζει και το ζήτημα της αναβαλλόμενης
φορολογίας και σύντομα θα είναι σε θέση να απαντήσουν σε όλες τις
απορίες της αγοράς και τις τεχνικές λεπτομέρειες για την υλοποίηση της
πρότασης.
Ο στόχος που έχει τεθεί ώστε η πρόταση να ολοκληρωθεί το ερχόμενο Φθινόπωρο, παραμένει σε ισχύ Φθινόπωρο.
Γιατί η ΤτΕ προκρίνει λύση bad bank
Με
την έλευση της πανδημίας, η οποία έπληξε άνευ προηγουμένου την παγκόσμια
οικονομία, ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, έδωσε από πολύ
νωρίς εντολή στις υπηρεσίες της ΤτΕ, και ειδικότερα την Διεύθυνση
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον διευθυντή Σπύρο Παντελιά, να
επεξεργαστεί ένα νέο σχέδιο για την απαλλαγή των τραπεζών από το βραχνά
των NPEs αλλά και του DTC.
Σύμφωνα με
πληροφορίες η ΤτΕ θεωρεί ότι η πανδημία ανατρέπει τον σχεδιασμό
υλοποίησης των σχεδίων των τραπεζών απαιτώντας περισσότερο χρόνο για την
υλοποίησή τους. Ωστόσο χρόνος πια δεν υπάρχει καθώς το πρόβλημα των
NPEs κοντεύει να κλείσει 10 χρόνια και το τραπεζικό σύστημα – όπως
αποτυπώνεται στις τιμές των μετοχών την τελευταία διετία - δεν μπορεί να
προχωρήσει στην επόμενη ημέρα, και να υποστηρίξει την έξοδο της
ελληνικής οικονομίας από την κρίση, με την αβεβαιότητα που προκαλεί το
καρκίνωμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Άλλωστε
η έξαρση της πανδημίας τις τελευταίες εβδομάδες, στην καρδιά του
καλοκαιριού, δημιουργούν ανησυχία για έναν πολύ δύσκολο χειμώνα
απομακρύνοντας τις αισιόδοξες εκτιμήσεις για την γρήγορη επάνοδο της
παγκόσμιας οικονομίας σε ανάπτυξη μετά το σοκ του 2020.
Ωστόσο
ακόμα και αν τα αισιόδοξα σενάρια επαληθευτούν και όλα επιστρέψουν
γρήγορα σε ομαλούς ρυθμούς η ΤτΕ θεωρεί ότι η bad bank πρέπει να
δημιουργηθεί ώστε να υπάρχει ένα πρόσθετο εργαλείο αντιμετώπισης του
προβλήματος των «κόκκινων» δανείων για παν ενδεχόμενο.
Η κρίση που
προκαλεί η πανδημία δημιουργεί ένα παράθυρο ευκαιρίας για την δημιουργία
του εργαλείου αυτού που δεν πρέπει να χαθεί, σημειώνουν πηγές της
κεντρικής τράπεζας.
Ο διοικητής της ΤτΕ,
Γιάννης Στουρνάρας, έχει τονίσει ότι η bad bank θα λειτουργήσει
επικουρικά στον σχεδιασμό των τραπεζών και σε εθελοντική βάση.
Επιπλέον
ακόμα και αν οι τιτλοποιήσεις που σχεδιάζουν οι τράπεζες, αξιοποιώντας
τις εγγυήσεις του σχεδίου Ηρακλής, υλοποιηθούν σύμφωνα με τον σχεδιασμό
των τραπεζών, και δεν δημιουργηθούν παρά ελάχιστα νέα NPEs εξαιτίας της
πανδημίας, οι εγχώριες τράπεζες θα παραμείνουν με ένα απόθεμα «κόκκινων»
δανείων πολλαπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όρου.
«Σύμφωνα
με υπολογισμούς των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος», σημειώνεται
στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, «ο λόγος των ΜΕΔ προς το
σύνολο των δανείων (NPL ratio) εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 25%
περίπου, ποσοστό που εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο και πολλαπλάσιο
του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού
Μηχανισμού - SSM (2,7% και 3,2% αντίστοιχα με στοιχεία Δεκεμβρίου
2019). Επιπρόσθετα, εκτιμάται ότι η επίπτωση στο Δείκτη Κεφαλαιακής
Επάρκειας των τραπεζών από τη διενέργεια των εν λόγω συναλλαγών
τιτλοποίησης θα ανέλθει κατά μέσο όρο σε τρεις μονάδες. Συνεπώς,
καθίσταται σαφές ότι απαιτούνται επιπλέον ενέργειες προς την κατεύθυνση
μείωσης του υφιστάμενου αποθέματος ΜΕΔ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου