Ι.Μ Παναγιάς Χρυσοπηγής-Σίφνος(απο τον 16ο μ.χ.αιώνα) |
Πενήντα ἡμέρες μετά τό Ἑβραϊκό Πάσχα, Ἀγαπητοί μου, οἱ Ἰουδαῖοι γιόρταζαν τήν μεγάλη δική τους γιορτή τῆς Πεντηκοστῆς, δηλαδή τήν κάθοδο τοῦ Θεοῦ στό ὄρος Σινᾶ καί τήν ἐπίδοση τοῦ Νόμου στόν Μωυσῆ.
Πενήντα ἡμέρες μετά τήν ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Kυρίου, μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐμφανίστηκε μέ τήν μορφή βιαίου ἀνέμου στήν ἀρχή, καί στήν
συνέχεια μέ τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν πού ἐπικάθησαν ξεχωριστά στόν καθένα ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἱδρύθηκε ἡ Χριστιανική Ἐκκλησία.
Πενήντα ἡμέρες μετά τήν ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Kυρίου, μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐμφανίστηκε μέ τήν μορφή βιαίου ἀνέμου στήν ἀρχή, καί στήν
συνέχεια μέ τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν πού ἐπικάθησαν ξεχωριστά στόν καθένα ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἱδρύθηκε ἡ Χριστιανική Ἐκκλησία.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό θεανθρώπινο καθίδρυμα, τό ὁποῖο διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, συνεχίζει τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ
ἐπί τῆς γῆς. Εἶναι ἕνα θεανθρώπινο δημιούργημα, πού ἐπηρέασε καί θά
ἐπηρεάζει ὅλες τίς ἀνθρώπινες γενεές μέχρι τό τέρμα τῆς ἀνθρώπινης
ἱστορίας καί μετά ἀπό αὐτό.
Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος στούς ἁγίους Ἀποστόλους κατά τήν ἱστορική ἐκείνη ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς, ἀπoτελεῖ τήν ἀρχή μιᾶς καινούργιας δημιουργίας τοῦ κόσμου. Γιατί ὅπως τότε, στήν ἀρχή τῆς πρώτης δημιουργίας, τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἔφερε τόν κόσμο ἀπό τό ἄμορφο χάος τῆς ἀβύσσου στήν ὀμορφιά τῆς ὑλικῆς δημιουργίας καί στό φῶς τῆς ζωῆς, ἔτσι καί τώρα «ἡ βιαία πνοὴ» τοῦ ἰδίου Ἁγίου Πνεύματος, ἀναπλάθει τήν παραμορφωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία μάζα τῶν ἐθνῶν καί δημιουργεῖ τόν νέο λαό τοῦ Θεοῦ, τήν Ἐκκλησία, τήν «νέα ἐν Χριστῷ κτίσῃ».
Πνευματικό σεισμό δημιούργησε μέσα στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ μεγάλη ἀλλαγή καί ἀλλοίωση, ἡ
πραγματική μεταμόρφωση, ἔγινε κυρίως στούς μαθητές. Ταραγμένοι ἀπό τά
γεγονότα τῆς Ἱερουσαλήμ (σύλληψη καί σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ), ἀλλά καί ἀνακουφισμένοι ἀπό τίς ἀλλεπάλληλες ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, περίμεναν καρτερικά μέ προσευχές καί δεήσεις τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο μέ τόν φωτισμό του, θά διέλυε κάθε φόβο καί ἀμφιβολία, θά ἑρμήνευε μέσα τους κάθε ἀπορία καί σκοτεινό σημεῖο ἀπό τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου.
Ὁ
ἀπόστολος Πέτρος ἦταν ἐκεῖνος πού ἀνέλαβε νά μιλήσει στό πλῆθος πού
συγκεντρώθηκε γιά νά δεῖ τί ἦταν αὐτό τό ὑπερφυσικό φαινόμενο, πού σάν
βίαιος ἄνεμος κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί γέμισε τό σπίτι, ὅπου
βρίσκονταν οἱ μαθητές. Ἔμειναν κατάπληκτοι οἱ παρευρισκόμενοι, ὅταν ὁ
καθένας ἀπό τούς διαφορετικούς ἀνθρώπους πού βρίσκονταν τήν ἡμέρα ἐκείνη
στά Ἱεροσόλυμα ἄκουγε τούς Ἀποστόλους νά μιλᾶνε τήν δική του γλώσσα. Μέ ἀπορία ἔλεγαν μεταξύ τους : «Μά αὐτοί πού μιλᾶνε δέν εἶναι Γαλιλαίοι; Πῶς ἐμεῖς τούς ἀκοῦμε νά μιλᾶνε στήν δική μας μητρική γλώσσα;»Ἦταν δέ οἱ συγκεντρωμένοι, Πάρθοι, Μήδοι, Ἐλαμίτες, κάτοικοι τῆς Μεσοποταμίας, τῆς Ἰουδαίας, τῆς Καππαδοκίας, τοῦ Πόντου,
τῆς Ἀσίας, τῆς Φρυγίας, τῆς Παμφυλίας, τῆς Αἰγύπτου, τῆς Λιβύης,
Ρωμαῖοι ἐγκατεστημένοι στήν Παλαιστίνη, Κρῆτες καί Ἄραβες. Ὅλοι αὐτοί
ἔμειναν ἐκστατικοί καί ἀποροῦσαν τί νά σημαίνει ἄραγε τό φαινόμενο αὐτό.
Ἄλλοι χλεύαζαν καί ἄλλοι ἔλεγαν ὅτι «γλεύκους μεστωμένοι εἰσίν», ὅτι δηλαδή οἱ Ἀπόστολοι εἶναι μεθυσμένοι.
Στήν ὁμιλία τοῦ ὁ
Πέτρος, τούς ἐξήγησε ὅτι δέν ὑπάρχουν ἄνθρωποι μεθυσμένοι μία τόσο
πρωινή ὥρα (9η πρωινή) καί θύμισε στούς Ἰουδαίους τήν προφητεία τοῦ Ἰωήλ, πού ἔλεγε, ὅτι μετά τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία, ὁ Θεός θά μοιράσει τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματός του σέ ὅλους τούς Ἀνθρώπους. (Ἰωήλ Β´ , 28)
Τό κεντρικό ὅμως σημεῖο τῆς ὁμιλίας τοῦ ἀποστόλου Πέτρου ἦταν ὁ τονισμός τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶπε χαρακτηριστικά: «τοῦτον τὸν Ἰησοῦν(πού ἐσεῖς σταυρώσατε), ἀνέστησε ὁ Θεός, οὐ πάντες ἡμεῖς ἐσμὲν μάρτυρες».(Πράξ. Β´, 32) Στήν συνέχεια, τελείωσε τήν ὁμιλία του καλώντας ὅλους νά μετανοήσουν καί νά βαπτιστοῦν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες τους καί νά λάβουν τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅσοι ἄκουσαν τήν φλογερή ὁμιλία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ» καί ρώτησαν τούς ἀποστόλους «Τί ποιήσομεν ἀδελφοὶ» γιά νά σωθοῦμε καί ἐμεῖς; Ὁ ἀπόστολος Πέτρος τούς εἶπε: «Μετανοήσατε
καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς ἄφεσιν
ἁμαρτιῶν καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ Ἁγίου Πνεύ- ματος».(Πράξ. Β´ , 38)
Ἐκείνη
τήν ἡμέρα πίστεψαν καί βαπτίστηκαν τρεῖς χιλιάδες ἄνθρωποι.
Γι᾽ αὐτό
λέμε ὅτι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἱδρύθηκε ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ.
Γιατί ἐκείνη τήν ἡμέρα, μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί τόν φωτισμό τῶν Ἀποστόλων, ὅλα ἄλλαξαν καί συντελέστηκε
ἕνα καινούργιο ξεκίνημα.
Γιά πρώτη φορά οἱ Ἀπόστολοι μέ παρρησία μιλοῦν
στόν λαό γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ
καί γιά πρώτη φορά ἔρχονται στήν Ἐκκλησία τόσοι πολλοί πιστοί. Τήν
ἡμέρα ἐκείνη οἱ Ἀπόστολοι βγαίνουν ἀπό τό ὑπερῶο ὅπου κρύβονταν,
ἐξ᾽αἰτίας τοῦ φόβο τῶν Ἰουδαίων.
Δέν ὑπάρχει πιά δειλία καί φόβος, ἀλλά
ἔνθεος ζῆλος νά διαλαλήσουν παντοῦ τήν Ἀνάσταση. Τό μυστικό τῆς
καινούργιας ζωῆς, ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στήν Ἐκκλησία καί στήν σωτηρία,
στήν νέα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ μετάνοια.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται στήν Ἐκκλησία καί «Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας».
Διότι πράγματι, ἐπαναφέρει τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τήν «λήθη τοῦ Θεοῦ» στήν ὁποία εἶχε περιπέσει μέ τήν εἰδωλολατρεία, στήν «Ἀλήθεια», πού εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Κάθοδός τοῦ στόν
κόσμο ἐγκαινιάζει μιά νέα ἐποχή, ἐποχή χάριτος, ἀλλά καί πραγματικῆς
Θεογνωσίας.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀποκαλύπτει στούς ἀνθρώπους τόν Χριστό καί ὁ
Χριστός ἀποκαλύπτει τόν Θεό Πατέρα. Ἔτσι ὁλοκληρώνεται ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τόν Χριστό στό βάθος του.
Ἄν στηριχθεῖ στό πεπερασμένο του μυαλό,
τότε τόν Θεό τόν κομ- ματιάζει, τόν ἀλλοιώνει, τόν παραμορφώνει. Κι
ἕνας τέτοιος Χριστός δέν εἶναι ὁ Ἀληθινός Χριστός.Ἔτσι δημιουργήθηκαν οἱ
αἱρέσεις.
Στίς μέρες μᾶς μιλᾶμε γιά «παγκοσμιοποίηση»,
οἰκονομική, θρησκευτική, πολιτισμική. Μιά παγκοσμιοποίηση χωρίς τό Ἅγιο
Πνεῦμα, ἀλλά μόνο μέ ἄνθρώπινες δυνάμεις δέν μπορεῖ νά εἶναι παρά «δαιμονική».
Μόνο τό Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νά πετύχει τήν ἀληθινή παγκοσμιοποίηση, ὅπου θά ὑπάρχει «μία ποίμνη καὶ εἷς ποιμήν», ὁ Χριστός.
Μιά τέτοια παγκοσμιοποίηση θά κάνει τόν κόσμο ὅλο, μία «ΕΚΚΛΗΣΙΑ».
Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τούς Χριστιανούς εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Χριστοῦ
ἐπί τῆς γῆς. Ὁ Χριστός μίλησε καί φανέρωσε τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὁ
Κύριος ἀποκάλυψε πώς τό Ἅγιο Πνεῦμα θά φανερώσει ὅλη τήν ἀλήθεια, γιά
τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Καί αὐτό τώρα ἐκπληρώθηκε. Ὁ κόσμος, ἡ
ἱστορία, ἡ ζωή, ὁ χρόνος, ὅλα τώρα φωτίζονται μέ τό τελικό ὑπερκόσμιο
φῶς, ὅλα ἀποκτοῦν καινούργιο νόημα.
Χρέος ὅλων, Ἀγαπητοί μου,
εἶναι νά συνειδητοποιήσουμε τήν παντοδύναμη καί ζωοποιῶ παρουσία τοῦ
τρίτου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Νά τό
εὐγνωμονοῦμε γιά τίς σωτηριώδεις εὐεργετικές του δωρεές καί νά τό
παρακαλοῦμε νά μᾶς φωτίζει, νά μᾶς ἐνδυναμώνει καί νά εἶναι γιά μᾶς
πάντοτε:
«Ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός».
ΑΜΗΝ
ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
ό μεγάλο γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς, Ἀγαπητοί μου, κατά τό ὁποῖο ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, ἐπισφραγίσθηκε ἀπό τήν ἐμφάνιση πρωτοφανῶν σημείων. Ἀπό τήν
φανερή ἐκδήλωση μιᾶς νέας δυνάμεως, ἡ ὁποία περιέβαλε τούς μαθητές καί
μετέβαλλε ἐν ριπή ὀφθαλμοῦ τούς ἄπειρους, ἄτολμους καί ἁπλοϊκούς
ἐκείνους Γαλιλαίους σέ ἀτρόμητους ἀγγελιοφόρους καί ἐμπνευσμένους
κήρυκες τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό γεγονός αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά βαπτισθούν, τήν ἡμέρα ἐκείνη, περίπου τρεῖς χιλιάδες ἄνθρωποι!
Ἦταν ἀνάγκη νά ἐπισημανθεῖ ἡ ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μέ τρόπο παραστατικό, μεγαλειώδη, συναρπαστικό, ὥστε καί τά
συγκεντρωμένα στήν Ἱερουσαλήμ, ἀπό κάθε ἄκρη τῆς γῆς, πλήθη τῶν
Ἰουδαίων, νά πεισθοῦν ὅτι ἐπρόκειτο γιά τήν ἐμφάνιση μιᾶς ὑπερκόσμιας
δύναμης, πού μετέδιδε ἕνα ἄγγελμα ἀπό τόν Θεό: νά δεχθοῦν, δηλαδή, ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι, τήν ἀπολύτρωση ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά γίνουν κήρυκες στήν
ἀνθρωπότητα, τῆς καλῆς ἀγγελίας, τῆς σωτηρίας διά Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ διδασκαλία περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἦταν ξένη στόν Ἰουδαϊσμό.
Στήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ Θεός ἀποκάλυψε μέ τούς προφῆτες τό θέλημά του στόν περιούσιο λαό του, ἄλλοτε σάν προειδοποίηση καί ἀπειλή, ἄλλοτε σάν ρητή διαταγή ἤ ὁδηγία. Ἀλλά ἡ κύρια ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Παλαιά Διαθήκη ἦταν νά προετοιμάσει τόν Ἰουδαϊκό λαό γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Μεσσία,
ὄχι σάν κοσμικό ἐλευθερωτή ἀπό τήν Ρωμαϊκή κυριαρχία, ἀλλά σάν Σωτήρα
ἀπό τήν ἐξουσία τῆς ἁμαρτίας. Δυστυχῶς ὅμως γιά τόν Ἰουδαϊκό λαό, γιατί
εὑρισκόμενος μέσα σ᾽ ἕνα παχυλό διανοητικό σκοτάδι, πεισματικά καί
ἀδιάλλακτα, ἀπέρριψαν καί θανάτωσαν τόν Μεσσία καί ἔτσι ἐπέσυραν πάνω
τους καί πάνω στούς ἀπογόνους τους τήν δίκαιη τιμωρία τῆς ἀνομίας τους.
Στήν Καινή Διαθήκη ὅμως, τό ἔργο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος ἔγινε ἀτομικό, καί ἐνεργεῖται μέσα στήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων, μέ
σκοπό νά ἀποκαλύψει στόν ἄνθρωπο, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Τήν ἀποκάλυψη αὐτή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέχεται καί κατανοεῖ μόνο ἡ πίστη, ὄχι τό λογικό τοῦ ἀνθρώπου,
γιατί οἱ θεῖες ἀποκαλύψεις δέν ἀπευθύνονται στό λογικό, ἀλλά μόνο στήν
πίστη, τήν εἰδική ἐκείνη δύναμη τῆς ψυχῆς, τό εἰδικό ἐκεῖνο αἰσθητήριο,
μέ τό ὁποῖο ὁ πεπερασμένος ἄνθρωπος βιώνει τά ὅσα συμβαίνουν μετά
θάνατον.
Ὁ Κύριός μας, ἀνάλογα μέ τίς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὀνόμασε:
Παράκλητο, ἐπειδή θά ἀποστέλλονταν γιά νά παρηγορεῖ καί νά ἐνισχύει τούς μαθητές καί νά ἀναπληρώνει τήν παρουσία τοῦ ἑαυτοῦ του κοντά τους.
Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, τό ὁποῖο ὁ κόσμος δέν βλέπει οὔτε γνωρίζει, καί προσθέτει: «Σεῖς ὅμως γνωρίζετε αὐτό, γιατί μένει μαζί σας καί θά εἶναι μέσα σας».
Τό χαρακτηρίζει ὡς, Διδάσκαλο τῶν θείων ἀληθειῶν, ὡς Ὑπομνηστή καί Ἑρμηνευτή τῶν λόγων του. «Αὐτά σᾶς δίδαξα ὅλον αὐτό τόν καιρό πού βρίσκομαι κοντά σᾶς. Ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Παράκλητος, πού θά στείλει ὁ Πατέρας στό ὄνομά μου, ἐκεῖνος θά σᾶς διδάξει τά πάντα καί θά φέρει στή μνήμη σας ὅλα ὅσα σᾶς ἔχω πεῖ ἐγώ». (Ἰωάν.14,25-26)
Τό ὀνομάζει μάρτυρα,
συμμαρτυροῦντα μέ τούς μαθητές γιά τόν Χριστό : «Ὅταν ἔρθει ὁ
Παράκλητος, πού θά σᾶς τόν στείλω ἐγώ ἀπό τόν Πατέρα, τό Πνεῦμα τῆς
Ἀληθείας, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, αὐτός θά δώσει ἐξηγήσεις γιά
μένα. Ἀλλά κι ἐσεῖς θά μιλήσετε γιά μένα, γιατί ἐξαρχῆς εἶστε μαζί μοῦ».
(Ἰωαν.16,26-27)
Ἀπό τά παραπάνω, συνάγεται ὅτι τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι κυρίως ἀτομικό καί ἐνεργεῖται πρῶτα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως εἶναι καί γενικό, καί ἐνεργεῖται στό σύνολο τῶν πιστῶν, ἤ τῶν ψυχῶν, πού εἶναι ἤδη προετοιμασμένες, γιά νά δεχτοῦν μέ χαρά τήν ἐπίδρασή του.
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ἔκχυσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὑπῆρξε ἡ γέννηση, ἡ Γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Μπορεῖ
τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς νά γιορτάζουμε τό γεγονός τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά
ἡ ἐποχή μας δέν μπορεῖ εὔκολα νά γιορτάσει τό γεγονός τῆς Ἐκκλησίας,
γιατί εἶναι μιά ἔντονα ἀντιεκκλησιαστική ἐποχή.
Ἡ
ἐποχή μας εἶναι ἀτομιστική καί ἀνταγωνιστική, εἶναι μιά ἐποχή πού
ἐνθαρρύνει τόν ἀνθρώπινο αὐτοθαυμασμό καί τήν ὑπέρμετρη αὐταρέσκεια μέ
συνέπεια νά καλλιεργεῖ τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἀποκοπή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό
τούς ἄλλους καί τήν ἀπομόνωσή του.
Στόν
ἄνθρωπο ὁ Θεός, πού τόν ἔπλασε κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωση δική του, ἔδωσε
τήν ἐκκλησιαστικότητα πού εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο ὅ,τι γιά τόν Θεό ἡ
τριαδικότητα. Ἀλλά μέ τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος
ἀλλοιώνει τήν θεία εἰκόνα καί ὑποκαθιστᾶ τήν ἐκκλησιαστικότητά του μέ
τόν ἀτομικισμό καί τόν ἐγωϊσμό πού ὁδηγοῦν στόν θάνατο.
Ὁ Χριστός μέ τήν
ἐνανθρώπησή του ἀποκαθιστᾶ τήν ἀνθρώπινη φύση στήν παλιά της κατάσταση
καί ἔτσι ξαναζωντανεύει τήν ἐκκλησιαστικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί τήν
πραγματώνει μέ τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως
ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι διοίκηση, ὀργάνωση ἤ ἐξουσία, οὔτε μία ἁπλή
συνεύρεση καί συγκέντρωση ἀτόμων στόν Ναό, ἀλλά εἶναι κοινωνία,
συνομιλία, συνύπαρξη, συμμετοχή, σύνοδος.
Στήν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι
μοιράζονται μέ τούς ἄλλους τόν ἑαυτό τους, τόν βίο τους, τόν χρόνο τους,
τίς ἀνησυχίες τους, τήν χαρά τους, τήν λύπη τους, τήν πίκρα τους, τήν
ἀπόγνωσή τους, τήν ἐλπίδα καί τήν πίστη τους.
Δέν
ὑπάρχει Ἐκκλησία ἐκεῖ πού οἱ ἄνθρωποι φροντίζουν ὁ καθένας τόν ἑαυτό
του, ἐκεῖ πού ὁ καθένας κρατάει τά ἀγαθά, τήν χαρά, τήν δύναμη, τήν
ἐλπίδα, τήν πίστη, τήν ἀρετή γιά τόν ἑαυτό του καί δέν τήν μοιράζεται μέ
τούς ἄλλους.
Ἄν
στήν ἐποχή μας πολλοί ἄνθρωποι πολεμοῦν τήν Ἐκκλησία σάν ὀργάνωση,
εἶναι κυρίως ἐπειδή ὁ σημερινός ἄνθρωπος, κυριαρχημένος ἀπό τόν
δαιμονικό ἐγωϊσμό, τρέμει τήν ἐκκλησιαστικότητα καί ἐνῶ μπορεῖ νά μιλάει
συχνά γιά δίκαιη κατανομή τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, δέν κάνει λόγο γιά ἀγάπη.
Μέ τήν μάσκα τῆς ὑλιστικῆς ἰσότητας, κρύβει τόν τρόμο πού αἰσθάνεται στό
ἐνδεχόμενο νά μοιραστεῖ τόν ἑαυτό του μέ κάποιον ἄλλο. Γι᾽ αὐτό
προσπαθεῖ νά μεταβάλει σέ ἐμπορική συναλλαγή καί τίς πιό προσωπικές
σχέσεις.
Τήν
ὑλιστική ἰσότητα τήν θέλει ὑποχρεωτική, κυρίαρχη, ἐπιβεβλημένη ἀπό
κάποια ἀπρόσωπη ἐξουσία γιά νά ἀποκλείεται τό στοιχεῖο τῆς προσωπικῆς
προσφορᾶς, γιά τήν ὁποία αἰσθάνεται ἔντονα ὁ σημερινός ἄνθρωπος τήν
τραγική του ἀναπηρία.
Ἀλλά
δέν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν μεταξύ τους κοινότητα, κοινωνία,
ἑνότητα, χωρίς νά εἶναι ἑνωμένοι μέ Ἐκεῖνον πού εἶναι ἡ Κοινότητα, ἡ
Κοινωνία, ἡ Ἑνότητα.
Δέν
μπορεῖ νά ὑπάρξει πραγματική κοινότητα χωρίς νά εἶναι Ἐκκλησία καί
χωρίς νά ἔχει αὐτή ἡ κοινότητα κι αὐτή ἡ κοινωνία, σάν ψυχή της, τό
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Χωρίς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει
Ἐκκλησία. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ “ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας..” (Στιχηρό Ἑσπερινοῦ Κυριακῆς Πεντηκοστῆς).
Τό
γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς μεταξύ ἄλλων φανερώνει ὅτι ἕνα ἀπό τά πρῶτα
χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ δυνατότητα τῆς ἐπικοινωνίας.
Ὁ
ἄνθρωπος πού ἔχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ νά μιλάει καί νά
καταλαβαίνει τήν γλώσσα τοῦ συνανθρώπου του, ξεπερνώντας ὁποιοδήποτε
σχετικό ἐμπόδιο καί μικροεγωϊσμό.
Τό περιστατικό τοῦ Πύργου τῆς Βαβέλ
εἶναι ὡς πρός αὐτό τό σημεῖο τό ἀντίθετο μέ τήν Πεντηκοστή.
Στό
περιστατικό αὐτό φαίνεται, πῶς ἀκριβῶς ὁ ἄνθρωπος πού εἰδωλοποίησε τόν
ἑαυτό του καί ἔτσι ἔχασε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἔχασε ταυτόχρονα καί τήν
δυνατότητα νά μιλάει καί νά καταλαβαίνει τήν γλώσσα τοῦ συνανθρώπου του.
Ἡ σύγχυση, πού ἐπικρατεῖ συχνά στήν ἀνθρώπινη ἐπικοινωνία, εἶναι
ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας. Ἡ ἀδυναμία στήν ἀνθρώπινη
ἐπικοινωνία εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωκεντρισμοῦ.
Αὐτή
ἡ τραγική πραγματικότητα εἶναι ἡ αἰτία τῆς πιό βασανιστικῆς μοναξιᾶς,
πού τελικά εἶναι τό πιό ἀφόρητο μαρτύριο τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου.
Τό
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἀποκαθιστᾶ τήν ἐμπιστοσύνη καί τήν ἐπικοινωνία ἀνάμεσα
στούς ἀνθρώπους, γιατί δέν εἶναι πνεῦμα ἀνταγωνισμοῦ ἀλλά πνεῦμα
προσφορᾶς.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν σκέπτεται τί θά
πάρει ἀπό τόν ἄλλο, ἀλλά τί θά δώσει στόν ἄλλο. Δέν βλέπει τόν
συνάνθρωπό του ἀνταγωνιστή ἀλλά συναγωνιστή.
Αὐτό
ἦταν τό κλίμα τῆς Πεντηκοστῆς καί γι᾽ αὐτό ἔδωσε τήν δυνατότητα σέ
ὅλους νά μιλοῦν καί νά καταλαβαίνουν τίς γλῶσσες ὅλων.
Εἴκοσι αἰῶνες
τώρα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀκοῦνε, καθένας στήν γλώσσα του καί στήν διάλεκτό
του τό κήρυγμα τῆς Πεντηκοστῆς.
Ἡ
γλωσσολαλιά αὐτή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας καί
κυρίως στήν σύγχρονη ἐποχή μας, στήν ὁποία κυριαρχεῖ ὁ ὑλισμός καί ἡ
σαρκολατρεία. Ἀπό τήν ὁποία ὅμως ἀπουσιάζει τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ παρουσία
του καί ἡ ἐπενέργειά του.
Κι
ὅμως ἡ ζωή πού κάνουμε μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδα.
Σ᾽ αὐτά, μόνη σωτήρια
διέξοδος, εἶναι ἡ ἀπαραίτητη παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν ζωή μας.
Ὅταν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ζοῦσαν στόν Παράδεισο, ἦταν ἑνωμένοι μέ τό Ἅγιο
Πνεῦμα καί ζοῦσαν πανευτυχεῖς.
Ὅταν ὅμως παρέβηκαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ,
ὑποπίπτοντας στό πρῶτο παράπτωμα, στήν πρώτη ἁμαρτία, κατάντησαν
δυστυχεῖς καί τρισάθλιοι καί ἡ συνέπεια τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου μπῆκε
στήν ζωή τους.
Ἴσως κάποιος νά προβληματιστεῖ γιά τό πῶς μπορεῖ ὁ σημερινός ἄνθρωπος νά ξαναβρεῖ καί πάλι τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὑπάρχουν δύο τρόποι γι᾽ αὐτό:
Πρῶτος τρόπος.
Ἡ βίωση τῆς ὀρθόδοξης πίστεώς μας καί ἡ συμμετοχή μας στά ἱερά Μυστήρια. Ὅσο περισσότερο βιώνουμε τήν πίστη μας, τόσο μεγαλύτερη εἶναι καί ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δεύτερος τρόπος.
Ἡ μετάνοια. Εἶναι τό λουτρό τῆς ψυχῆς μας, ἀπό τό ὁποῖο καί ἐπανακτοῦμε τόν ἁγιασμό καί τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔτσι,
λοιπόν, μέ τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς μας ἀπό τά πάθη, μέ τήν τήρηση τῶν
θείων ἐντολῶν καί μέ τήν θεία Κοινωνία, ἀναζωογονεῖται ἡ ψυχή μας καί
πλημμυρίζει μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Αὐτή εἶναι ἡ Πεντηκοστή πού ἑορτάζοῦμε. Καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό “φύσημα” τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο πού τόν κάνει ἴσον “κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσίν του”.
Ὁμοούσιε καὶ ὁμόθρονε, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, Παράκλητε δόξα σοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου