Ο Απρίλιος φαίνεται να τα πήγε όπως ο Φεβρουάριος, που ήταν άσχημος μήνας αλλά τουλάχιστον καλύτερος από τον Ιανουάριο.
Η ανακοίνωση ότι η οικονομία ήταν σε ύφεση το πρώτο τρίμηνο με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ ήταν διαφωτιστική για τραπεζίτες και άλλους.
Κι αυτό γιατί μέχρι πρόσφατα η κυρίαρχη εξήγηση απέδιδε τη σημαντική αύξηση των προβληματικών δανείων σε δύο λόγους.
Πρώτον, στην παρατεταμένη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση και
δεύτερον, στις προσδοκίες ορισμένων δανειζομένων για καλύτερη μεταχείριση στο πλαίσιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού.
Όμως, η ύφεση του πρώτου τριμήνου δείχνει ότι ένα αξιόλογο μέρος της αύξησης των «κόκκινων» δανείων προήλθε από την αντικειμενική δυσκολία πολλών επιχειρήσεων και άλλων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Η ύφεση μπορεί κάλλιστα να οφείλεται στις επιπτώσεις των μέτρων που ελήφθησαν το περασμένο φθινόπωρο και φάνηκαν με χρονική υστέρηση κάποιων μηνών αργότερα, υποψιάζονται κάποιοι.
Αν οι οικονομικές δυσκολίες συνεχισθούν το δεύτερο τρίμηνο του 2017, η αρνητική τάση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα συνεχισθεί, υπονομεύοντας την επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν τεθεί με τον SSM και την ΤτΕ ΕΛΛ -0,56%.
Ηδη ο Απρίλιος δεν ήταν καλός μήνας, όπως προαναφέραμε, και ο Μάιος είναι ερώτημα.
Όλα αυτά δεν είναι καλά σημάδια.
Υπενθυμίζουμε ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονταν στο 5% των συνολικών δανείων στα τέλη του 2008, που έχει καταχωρισθεί ως η πρώτη υφεσιακή χρονιά για να ξεπεράσουν το 35% το 2015 και να κυμαίνονται σταθερά πάνω από το 30% από τότε.
Στόχος είναι να μειωθούν στα 40,2 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019 από 76 δισ. ευρώ περίπου στα τέλη του 2016.
Ασφαλώς, οι τράπεζες έχουν υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, για να απορροφήσουν κάποιους κραδασμούς.
Όμως, θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι τα μισά περίπου κεφάλαια αποτελούνται από τον αναβαλλόμενο φόρο (DTA, DTC), που είναι χαμηλότερης ποιότητας.
Να θυμίσουμε πως όταν ολοκληρώθηκε η τελευταία ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στα τέλη του 2015, αρκετά κυβερνητικά στελέχη και μερικοί υψηλόβαθμοι τραπεζίτες ισχυρίζονταν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα θα άρχιζαν να ρίχνουν χρήμα στην αγορά από την επόμενη χρονιά.
Η στήλη ήταν ανάμεσα σε εκείνους που είχαν διαφοροποιηθεί, παρότι θεωρούσε θετικό βήμα την περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυσή τους, όπως κι αν έγινε.
Θυμίζουμε ότι κάπου 43 δισ. ευρώ σωρευτικά κατευθύνθηκαν στις τράπεζες για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση από το 2010 μέχρι σήμερα, μέσω των τριών γύρων ανακεφαλαιοποίησης.
Η συνέχεια είναι γνωστή και δεν επιβεβαίωσε τους αισιόδοξους.
Η καθαρή χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα από τις τράπεζες ήταν αρνητική το 2016.
Το ζητούμενο είναι αυτό να αλλάξει, αλλά δεν είναι πιθανό όσο η πορεία της οικονομίας δεν βοηθά στη συμπίεση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Είναι η οικονομία, stupid, όπως λένε στο Αμέρικα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου