Του Σάββα Καλεντερίδη.
Ο Τουργκούτ Οζάλ ήταν ένας από τους ξεχωριστούς σοβαρούς πολιτικούς της Τουρκίας. Ήταν ο άνθρωπος που έπαιξε με επιτυχία το ρόλο της «γέφυρας» για την ομαλή διάβαση από τη χούντα του Εβρέν στη δημοκρατία, πάντα με
τουρκικούς όρους.
Έγινε πρωθυπουργός και κυβέρνησε την Τουρκία από το 1983 μέχρι το 1989, βάζοντας τα θεμέλια για την φιλελευθεροποίηση της αγοράς και της οικονομίας της Τουρκίας, αφού το διάστημα αυτό ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν 5,2%.
Να σημειωθεί ότι ο ιθύνων νους και η ψυχή των οικονομικών αλλά και των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων ήταν ο αείμνηστος Αντνάν Καχβετζή, ελληνόφωνος από τα Σούρμενα του Πόντου, που έχασε τη ζωή του σε ύποπτο αυτοκινητιστικό δυστύχημα, στις 5 Φεβρουαρίου του 1993.
Το 1989 ο Τουργκούτ Οζάλ εξελέγη πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε μέχρι τις 15 Απριλίου του 1993, οπότε έπεφτε νεκρός από καρδιακό επεισόδιο, όπως ανέφεραν οι γιατροί.
Ο Οζάλ, ως πρωθυπουργός και ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, εφάρμοσε τις πιο σκληρές μεθόδους για να καταπνίξει τη δράση του ΡΚΚ και του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Επί των ημερών του δόθηκε η άδεια για πρώτη φορά σε ομάδες μαφιόζων και παρακρατικών να δολοφονούν Κούρδους πολίτες.
Όταν όμως διαπίστωσε ότι δεν είναι δυνατόν να λύσει το πρόβλημα με στρατιωτικά μέσα, αποπειράθηκε να το λύσει δια των διαπραγματεύσεων και δια της πολιτικής οδού. Ο Οζάλ γνώριζε ότι οι Κούρδοι είναι ένας από τους βασικούς ιδρυτές της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Όντας και ο ίδιος κουρδικής καταγωγής, ασκώντας την εξουσία διαπίστωσε ότι στη χώρα αυτή υπάρχει ένα πρόβλημα ταυτότητας και πολιτισμού. Και το σημαντικότερο, γνώριζε ότι η πλειοψηφία του κουρδικού λαού στηρίζει το ΡΚΚ. Στα πλαίσια αυτά έκανε την περίφημη δήλωση: «Αν χρειαστεί συζητάμε ακόμα και την ομοσπονδιακή λύση».
Τις αρχές του 1993, ο Οζάλ έστειλε τον Ταλαμπανί ως διαμεσολαβητή στον Οτζαλάν, στην Κοιλάδα Μπεκάα του Λιβάνου και του μεταβίβασε την πρόταση να κηρύξει το ΡΚΚ εκεχειρία, για να ανοίξει ο δρόμος της πολιτικής λύσης του Κουρδικού.
Μετά από αυτό ο Άπο έδωσε εντολή, αρχής γενομένης από τον εορτασμό του Νεβρόζ (21 Μαρτίου), να ισχύσει κατάπαυση του πυρός επί ένα μήνα και στη συνέχεια έδωσε συνέντευξη τύπου στο Λίβανο, όπου κήρυξε επίσημα κατάπαυση του πυρός, παρουσία του Ταλαμπανί, νυν προέδρου του Ιράκ.
Η κατάπαυση του πυρός διήρκεσε ένα μήνα. Το διάστημα αυτό δεν υπήρχε κανένα επεισόδιο ούτε από πλευράς των ανταρτών του ΡΚΚ ούτε από πλευράς του τουρκικού κράτους και η κατάπαυση επεκτάθηκε μετά από αίτημα της Τουρκίας. Τη φορά αυτή, όμως, έλαβαν χώρα ορισμένα γεγονότα.
Πριν περάσει ένας μήνας, στις 15 Απριλίου, ο Τουργκούτ Οζάλ πέθανε ή τον δολοφόνησαν. Μετά τον περίεργο θάνατο του Οζάλ, άρχισαν συζητήσεις για το πώς θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτή η περίοδος, που θα οδηγούσε στην πολιτική λύση του Κουρδικού.
Ενώ υπήρχε αυτό το καθεστώς αβεβαιότητας, στις 24 Μαΐου 1993, ομάδα 300-400 ανταρτών, διέκοψαν την κυκλοφορία στην εθνική οδό Μπίνγκιολ-Έλαζιγ, κοντά στο χωριό Μπιλάλογλου, αιχμαλώτισαν 57 άτομα, στην πλειοψηφία τους στρατιώτες που είχαν απολυθεί από τις μονάδες τους και πήγαιναν στα σπίτια τους, χωρίς την προστασία ενόπλου στρατιωτικού τμήματος, όπως συνηθίζονταν.
Την ίδια ημέρα οι αντάρτες σκότωσαν τους 33 από τους απολυόμενους στρατιώτες, κάτι που δεν συνηθίζουν να πράττουν οι αντάρτες του ΡΚΚ.
Μετά από την ενέργεια αυτή ο τουρκικός στρατός άρχισε εκτεταμένες επιχειρήσεις εναντίον του ΡΚΚ και τέθηκε τέλος στις προσπάθειες πολιτικής επίλυσης του Κουρδικού.
Τις ημέρες αυτές πληροφορούμαστε από τα τουρκικά ΜΜΕ ότι ο Ερντογάν, απευθυνόμενος στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του, μεταξύ άλλων είπε τα εξής: «Οι μαθητές μας, θα μπορούν εφεξής να διδάσκονται τοπικές γλώσσες και διαλέκτους.
Για παράδειγμα, εάν υπάρχει ένας επαρκής αριθμός μαθητών, η κουρδική γλώσσα θα μπορεί να αποτελεί μια επιλογή στα δημόσια σχολεία».
Να σημειωθεί ότι πριν τις εκλογές του Ιουνίου του 2011, που το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης πέτυχε μεγάλη νίκη, με ποσοστό 50,2%, χωρίς όμως να συμπληρώσει την πλειοψηφία των 2/3 των εδρών στην Εθνοσυνέλευση, ο Ερντογάν εξουσιοδότησε τον τότε σύμβουλό του και νυν διοικητή της ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, να συμμετέχει σε διαπραγματεύσεις με την ηγετική ομάδα του ΡΚΚ, με σκοπό την πολιτική επίλυση του Κουρδικού.
Οι διαπραγματεύσεις έγιναν στο Όσλο, υπό την εποπτεία μεγάλης δυτικής χώρας και μετά από πέντε συναντήσεις, πριν τις εκλογές κατέληξαν σε κατ’ αρχήν συμφωνία, με βάση την οποία το ΡΚΚ θα επέτρεπε την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών και η τουρκική πλευρά θα συνέχιζε να καταβάλλει προσπάθειες και μετά τις εκλογές για την επίλυση του Κουρδικού.
Να σημειωθεί ότι παράλληλα με τις συνομιλίες που έγιναν στο Όσλο και διήρκεσαν περίπου δυο χρόνια, αξιωματούχοι του τουρκικού κράτους και της κυβέρνησης έκαναν παράλληλες διαπραγματεύσεις με τον ίδιον τον Αμπντουλλάχ Οτζαλάν, στη φυλακή του Ιμραλί. Μάλιστα, οι συνομιλίες συνεχίστηκαν και μετά τις εκλογές της 12ης Ιουνίου 2011, όπως αποδεικνύεται από πεντασέλιδη ιδιόχειρη επιστολή του Κούρδου ηγέτη, που έφτασε στα χέρια της Ένωσης Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), με ημερομηνία 6 Ιουλίου 2012.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι δυο πλευρές είχαν συμφωνήσει στο γενικό πλαίσιο της λύσης, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία θα επέτρεπε τη λειτουργία μιας άτυπης κουρδικής κρατικής οργάνωσης, στα πλαίσια της Ένωσης Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), η οποία θα ασκούσε εξουσία στο Κουρδιστάν παράλληλα με το τουρκικό κράτος, χωρίς να διαταραχτεί η ακεραιότητα και τα σύνορα της Τουρκίας.
Ενώ, όμως, ο Ερντογάν βγήκε ενισχυμένος από τις εκλογές και όλα έδειχναν ότι θα συνεχίσει τις προσπάθειες για την πολιτική επίλυση του Κουρδικού, από το Φθινόπωρο του 2011 η τουρκική αστυνομία, που ελέγχεται από τον θρησκευτικό ηγέτη Φεττουλλάχ Γκιουλέν, άρχισε να διεξάγει εκτεταμένες επιχειρήσεις που είχαν ως στόχο τη σύλληψη μελών της οργάνωσης KCK.
Παράλληλα, ασκήθηκαν διώξεις εναντίον των δικηγόρων ενώ ταυτόχρονα τους απαγορεύθηκε να μεταβαίνουν στο Ιμραλί και να συναντούν τον Αμπντουλλάχ Οτζαλάν, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα, ο ειδικός εισαγγελέας Κωνσταντινούπολης εξέδωσε ένταλμα βίαιης προσαγωγής στα πρώην ανώτατα στελέχη της ΜΙΤ και του νυν διοικητή της ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, για να καταθέσουν ως ύποπτοι σε υπόθεση τρομοκρατίας. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι υπήρχε μια εσωτερική σύγκρουση στην Τουρκία και κάποια υπόγεια δύναμη προσπαθούσε να δώσει τα απαραίτητα «μηνύματα» στον Ερντογάν, για τις προθέσεις του σχετικά με το Κουρδικό.
Κάποιοι θεωρούν ότι εσωτερική σύγκρουση γίνεται μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν, ο οποίος θεωρεί ότι μια λύση, στα πλαίσια της συμφωνίας αρχών που είχε επιτευχθεί, αποτελεί πλήγμα για την Τουρκία, για τον ίδιο και για τη σέχτα του, δεδομένης της εχθρικής στάσης του ΡΚΚ απέναντι στην ισλαμική σέχτα των Νουρτζού, που προΐσταται. Μετά από διάστημα λίγων μηνών και ενώ συνεχίζονται οι συλλήψεις μελών του KCK, ο Ερντογάν επανήλθε τις δηλώσεις περί διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας, ενώ αναφέρεται και εμπλοκή των ΗΠΑ, στον αφοπλισμό των ανταρτών του ΡΚΚ που εδρεύουν στο Νότιο Κουρδιστάν.
Επίσης, πριν από λίγες μέρες ο εκπρόσωπος του Ταλαμπανί και του Πατριωτικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΥΝΚ) Azad Cündiyani, δήλωσε ότι ο παλαίμαχος Κούρδος πολιτικός, που ασκεί καθήκοντα προέδρου του Ιράκ, δήλωσε ότι “Οι συγκρούσεις μεταξύ του τουρκικού στρατού και του ΡΚΚ επηρεάζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το Βόρειο Ιράκ αλλά και το σύνολο της ιρακινής επικράτειας.
Για το λόγο αυτό, ο Ταλαμπανί, προσπαθεί να είναι μια γέφυρα μεταξύ των δυο πλευρών, με σκοπό την κατάπαυση του πυρός και την εμπέδωση της ειρήνης”. Με άλλα λόγια, για άλλη μια φορά επαναλαμβάνεται το σκηνικό του 1993, με τον Ταλαμπανί να εμπλέκεται για άλλη μια φορά ως μεσολαβητής μεταξύ Τουρκίας και ΡΚΚ, μόνο που τη φορά αυτή αναφέρεται και η εμπλοκή των ΗΠΑ.
Σάββας Καλεντερίδης
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο blog infognomon και την εφημερίδα “Δημοκρατία”. Τα άρθρα του κου Καλεντερίδη αναδημοσιεύονται στο Freepen.gr κατόπιν δικής του αδείας.
Ο Τουργκούτ Οζάλ ήταν ένας από τους ξεχωριστούς σοβαρούς πολιτικούς της Τουρκίας. Ήταν ο άνθρωπος που έπαιξε με επιτυχία το ρόλο της «γέφυρας» για την ομαλή διάβαση από τη χούντα του Εβρέν στη δημοκρατία, πάντα με
τουρκικούς όρους.
Έγινε πρωθυπουργός και κυβέρνησε την Τουρκία από το 1983 μέχρι το 1989, βάζοντας τα θεμέλια για την φιλελευθεροποίηση της αγοράς και της οικονομίας της Τουρκίας, αφού το διάστημα αυτό ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν 5,2%.
Να σημειωθεί ότι ο ιθύνων νους και η ψυχή των οικονομικών αλλά και των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων ήταν ο αείμνηστος Αντνάν Καχβετζή, ελληνόφωνος από τα Σούρμενα του Πόντου, που έχασε τη ζωή του σε ύποπτο αυτοκινητιστικό δυστύχημα, στις 5 Φεβρουαρίου του 1993.
Το 1989 ο Τουργκούτ Οζάλ εξελέγη πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε μέχρι τις 15 Απριλίου του 1993, οπότε έπεφτε νεκρός από καρδιακό επεισόδιο, όπως ανέφεραν οι γιατροί.
Ο Οζάλ, ως πρωθυπουργός και ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, εφάρμοσε τις πιο σκληρές μεθόδους για να καταπνίξει τη δράση του ΡΚΚ και του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Επί των ημερών του δόθηκε η άδεια για πρώτη φορά σε ομάδες μαφιόζων και παρακρατικών να δολοφονούν Κούρδους πολίτες.
Όταν όμως διαπίστωσε ότι δεν είναι δυνατόν να λύσει το πρόβλημα με στρατιωτικά μέσα, αποπειράθηκε να το λύσει δια των διαπραγματεύσεων και δια της πολιτικής οδού. Ο Οζάλ γνώριζε ότι οι Κούρδοι είναι ένας από τους βασικούς ιδρυτές της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Όντας και ο ίδιος κουρδικής καταγωγής, ασκώντας την εξουσία διαπίστωσε ότι στη χώρα αυτή υπάρχει ένα πρόβλημα ταυτότητας και πολιτισμού. Και το σημαντικότερο, γνώριζε ότι η πλειοψηφία του κουρδικού λαού στηρίζει το ΡΚΚ. Στα πλαίσια αυτά έκανε την περίφημη δήλωση: «Αν χρειαστεί συζητάμε ακόμα και την ομοσπονδιακή λύση».
Τις αρχές του 1993, ο Οζάλ έστειλε τον Ταλαμπανί ως διαμεσολαβητή στον Οτζαλάν, στην Κοιλάδα Μπεκάα του Λιβάνου και του μεταβίβασε την πρόταση να κηρύξει το ΡΚΚ εκεχειρία, για να ανοίξει ο δρόμος της πολιτικής λύσης του Κουρδικού.
Μετά από αυτό ο Άπο έδωσε εντολή, αρχής γενομένης από τον εορτασμό του Νεβρόζ (21 Μαρτίου), να ισχύσει κατάπαυση του πυρός επί ένα μήνα και στη συνέχεια έδωσε συνέντευξη τύπου στο Λίβανο, όπου κήρυξε επίσημα κατάπαυση του πυρός, παρουσία του Ταλαμπανί, νυν προέδρου του Ιράκ.
Η κατάπαυση του πυρός διήρκεσε ένα μήνα. Το διάστημα αυτό δεν υπήρχε κανένα επεισόδιο ούτε από πλευράς των ανταρτών του ΡΚΚ ούτε από πλευράς του τουρκικού κράτους και η κατάπαυση επεκτάθηκε μετά από αίτημα της Τουρκίας. Τη φορά αυτή, όμως, έλαβαν χώρα ορισμένα γεγονότα.
Πριν περάσει ένας μήνας, στις 15 Απριλίου, ο Τουργκούτ Οζάλ πέθανε ή τον δολοφόνησαν. Μετά τον περίεργο θάνατο του Οζάλ, άρχισαν συζητήσεις για το πώς θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτή η περίοδος, που θα οδηγούσε στην πολιτική λύση του Κουρδικού.
Ενώ υπήρχε αυτό το καθεστώς αβεβαιότητας, στις 24 Μαΐου 1993, ομάδα 300-400 ανταρτών, διέκοψαν την κυκλοφορία στην εθνική οδό Μπίνγκιολ-Έλαζιγ, κοντά στο χωριό Μπιλάλογλου, αιχμαλώτισαν 57 άτομα, στην πλειοψηφία τους στρατιώτες που είχαν απολυθεί από τις μονάδες τους και πήγαιναν στα σπίτια τους, χωρίς την προστασία ενόπλου στρατιωτικού τμήματος, όπως συνηθίζονταν.
Την ίδια ημέρα οι αντάρτες σκότωσαν τους 33 από τους απολυόμενους στρατιώτες, κάτι που δεν συνηθίζουν να πράττουν οι αντάρτες του ΡΚΚ.
Μετά από την ενέργεια αυτή ο τουρκικός στρατός άρχισε εκτεταμένες επιχειρήσεις εναντίον του ΡΚΚ και τέθηκε τέλος στις προσπάθειες πολιτικής επίλυσης του Κουρδικού.
Τις ημέρες αυτές πληροφορούμαστε από τα τουρκικά ΜΜΕ ότι ο Ερντογάν, απευθυνόμενος στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του, μεταξύ άλλων είπε τα εξής: «Οι μαθητές μας, θα μπορούν εφεξής να διδάσκονται τοπικές γλώσσες και διαλέκτους.
Για παράδειγμα, εάν υπάρχει ένας επαρκής αριθμός μαθητών, η κουρδική γλώσσα θα μπορεί να αποτελεί μια επιλογή στα δημόσια σχολεία».
Να σημειωθεί ότι πριν τις εκλογές του Ιουνίου του 2011, που το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης πέτυχε μεγάλη νίκη, με ποσοστό 50,2%, χωρίς όμως να συμπληρώσει την πλειοψηφία των 2/3 των εδρών στην Εθνοσυνέλευση, ο Ερντογάν εξουσιοδότησε τον τότε σύμβουλό του και νυν διοικητή της ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, να συμμετέχει σε διαπραγματεύσεις με την ηγετική ομάδα του ΡΚΚ, με σκοπό την πολιτική επίλυση του Κουρδικού.
Οι διαπραγματεύσεις έγιναν στο Όσλο, υπό την εποπτεία μεγάλης δυτικής χώρας και μετά από πέντε συναντήσεις, πριν τις εκλογές κατέληξαν σε κατ’ αρχήν συμφωνία, με βάση την οποία το ΡΚΚ θα επέτρεπε την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών και η τουρκική πλευρά θα συνέχιζε να καταβάλλει προσπάθειες και μετά τις εκλογές για την επίλυση του Κουρδικού.
Να σημειωθεί ότι παράλληλα με τις συνομιλίες που έγιναν στο Όσλο και διήρκεσαν περίπου δυο χρόνια, αξιωματούχοι του τουρκικού κράτους και της κυβέρνησης έκαναν παράλληλες διαπραγματεύσεις με τον ίδιον τον Αμπντουλλάχ Οτζαλάν, στη φυλακή του Ιμραλί. Μάλιστα, οι συνομιλίες συνεχίστηκαν και μετά τις εκλογές της 12ης Ιουνίου 2011, όπως αποδεικνύεται από πεντασέλιδη ιδιόχειρη επιστολή του Κούρδου ηγέτη, που έφτασε στα χέρια της Ένωσης Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), με ημερομηνία 6 Ιουλίου 2012.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι δυο πλευρές είχαν συμφωνήσει στο γενικό πλαίσιο της λύσης, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία θα επέτρεπε τη λειτουργία μιας άτυπης κουρδικής κρατικής οργάνωσης, στα πλαίσια της Ένωσης Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), η οποία θα ασκούσε εξουσία στο Κουρδιστάν παράλληλα με το τουρκικό κράτος, χωρίς να διαταραχτεί η ακεραιότητα και τα σύνορα της Τουρκίας.
Ενώ, όμως, ο Ερντογάν βγήκε ενισχυμένος από τις εκλογές και όλα έδειχναν ότι θα συνεχίσει τις προσπάθειες για την πολιτική επίλυση του Κουρδικού, από το Φθινόπωρο του 2011 η τουρκική αστυνομία, που ελέγχεται από τον θρησκευτικό ηγέτη Φεττουλλάχ Γκιουλέν, άρχισε να διεξάγει εκτεταμένες επιχειρήσεις που είχαν ως στόχο τη σύλληψη μελών της οργάνωσης KCK.
Παράλληλα, ασκήθηκαν διώξεις εναντίον των δικηγόρων ενώ ταυτόχρονα τους απαγορεύθηκε να μεταβαίνουν στο Ιμραλί και να συναντούν τον Αμπντουλλάχ Οτζαλάν, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα, ο ειδικός εισαγγελέας Κωνσταντινούπολης εξέδωσε ένταλμα βίαιης προσαγωγής στα πρώην ανώτατα στελέχη της ΜΙΤ και του νυν διοικητή της ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, για να καταθέσουν ως ύποπτοι σε υπόθεση τρομοκρατίας. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι υπήρχε μια εσωτερική σύγκρουση στην Τουρκία και κάποια υπόγεια δύναμη προσπαθούσε να δώσει τα απαραίτητα «μηνύματα» στον Ερντογάν, για τις προθέσεις του σχετικά με το Κουρδικό.
Κάποιοι θεωρούν ότι εσωτερική σύγκρουση γίνεται μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν, ο οποίος θεωρεί ότι μια λύση, στα πλαίσια της συμφωνίας αρχών που είχε επιτευχθεί, αποτελεί πλήγμα για την Τουρκία, για τον ίδιο και για τη σέχτα του, δεδομένης της εχθρικής στάσης του ΡΚΚ απέναντι στην ισλαμική σέχτα των Νουρτζού, που προΐσταται. Μετά από διάστημα λίγων μηνών και ενώ συνεχίζονται οι συλλήψεις μελών του KCK, ο Ερντογάν επανήλθε τις δηλώσεις περί διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας, ενώ αναφέρεται και εμπλοκή των ΗΠΑ, στον αφοπλισμό των ανταρτών του ΡΚΚ που εδρεύουν στο Νότιο Κουρδιστάν.
Επίσης, πριν από λίγες μέρες ο εκπρόσωπος του Ταλαμπανί και του Πατριωτικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΥΝΚ) Azad Cündiyani, δήλωσε ότι ο παλαίμαχος Κούρδος πολιτικός, που ασκεί καθήκοντα προέδρου του Ιράκ, δήλωσε ότι “Οι συγκρούσεις μεταξύ του τουρκικού στρατού και του ΡΚΚ επηρεάζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το Βόρειο Ιράκ αλλά και το σύνολο της ιρακινής επικράτειας.
Για το λόγο αυτό, ο Ταλαμπανί, προσπαθεί να είναι μια γέφυρα μεταξύ των δυο πλευρών, με σκοπό την κατάπαυση του πυρός και την εμπέδωση της ειρήνης”. Με άλλα λόγια, για άλλη μια φορά επαναλαμβάνεται το σκηνικό του 1993, με τον Ταλαμπανί να εμπλέκεται για άλλη μια φορά ως μεσολαβητής μεταξύ Τουρκίας και ΡΚΚ, μόνο που τη φορά αυτή αναφέρεται και η εμπλοκή των ΗΠΑ.
Το ερώτημα είναι αν η εμπλοκή αυτή μπορεί να επηρεάσει τον καρκίνο, που αναφέρθηκε ότι πάσχει ο Ερντογάν πριν από λίγους μήνες!
Σάββας Καλεντερίδης
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο blog infognomon και την εφημερίδα “Δημοκρατία”. Τα άρθρα του κου Καλεντερίδη αναδημοσιεύονται στο Freepen.gr κατόπιν δικής του αδείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου