Πέμπτη 27 Ιουνίου 2024

Ο «πληθωρισμός απληστίας» εκτοξεύει στα ύψη την ακρίβεια

Γιατί δεν αποδίδει η μείωση ΦΠΑ. Τι αναφέρει το Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.


Η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για το πρώτο τρίμηνο του 2024 προβλέπει ανάπτυξη της τάξης του 2,5%, με κύριους κινητήριους μοχλούς τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση.

Παράλληλα, η έκθεση αναδεικνύει τη σημαντική επίδραση των επιχειρηματικών κερδών στην άνοδο του πληθωρισμού, επισημαίνοντας ότι η μείωση του ΦΠΑ δεν είναι η ενδεδειγμένη λύση για την αντιμετώπιση της αύξησης των τιμών.

Ειδικότερα, η επικαιροποιημένη εκτίμηση του Γραφείου για τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας το 2024 είναι 2,5%. 
Αυτή η πρόβλεψη είναι συμβατή με άλλες πρόσφατες εκτιμήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Τράπεζα της Ελλάδος, οι οποίες τοποθετούν τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεταξύ 2,0% και 2,5%.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού συνεχίζει να θεωρεί τις επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο ως τον κύριο πυλώνα για τη μακροχρόνια ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας. Επιπλέον, η έκθεση περιλαμβάνει ανάλυση της σχέσης μεταξύ επενδύσεων, παραγωγικότητας και μισθών, υπογραμμίζοντας τον κρίσιμο ρόλο των επενδύσεων στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου και την ευημερία των πολιτών.

Η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό επενδυτικό κενό, το οποίο ανέρχεται σε περίπου 8% του ΑΕΠ για το 2023, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Αυτή η διαφορά οφείλεται στις συνέπειες της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Οι πρόσφατες αναταράξεις, η αυξημένη αβεβαιότητα και η έλλειψη χρηματοδότησης επιβραδύνουν τη δυναμική ανάπτυξη των επενδύσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, η επιτάχυνση της διάθεσης των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θεωρείται κρίσιμη για την κάλυψη ενός σημαντικού μέρους του επενδυτικού κενού της χώρας.

Σχετικά με τον πληθωρισμό, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή για τον Μάιο 2024 δείχνει σημαντική αποκλιμάκωση, με τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται στο 2,4%, αισθητά χαμηλότερα από το 3,2% του Απριλίου.

Επιπλέον, ο πληθωρισμός των τροφίμων μειώθηκε στο 2,3% τον Μάιο από 4,8% τον Απρίλιο, σημειώνοντας πτώση για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2023 και πλέον βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ο οποίος είναι 2,6%.

Η δυναμική των κερδών έχει σημειώσει σημαντική πτώση από το πρώτο τρίμηνο του 2023 έως το πρώτο τρίμηνο του 2024, με το μερίδιο του μισθολογικού κόστους στον πληθωρισμό ΑΕΠ να υπερβαίνει σχεδόν κατά το διπλάσιο το μερίδιο των κερδών.

Η ανάλυση αυτή αποκαλύπτει ότι οι επιχειρήσεις, είτε λόγω μειωμένου ανταγωνισμού είτε εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης από τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και τον τουρισμό, κατάφεραν να μετακυλίσουν τις αυξήσεις του εισαγόμενου κόστους στις τιμές, ενισχύοντας έτσι τα κέρδη τους κατά την έντονη περίοδο των πληθωριστικών πιέσεων.

Λανθασμένη η μείωση του ΦΠΑ

Η έκθεση επισημαίνει ότι ο πληθωρισμός της απληστίας στην Ελλάδα κινείται με πενταπλάσιο ρυθμό σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Στο δημόσιο διάλογο έχει προταθεί η μείωση των έμμεσων φόρων, όπως του ΦΠΑ, ιδιαίτερα σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης όπως τα τρόφιμα.

Ωστόσο, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, έπειτα από ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας σχετικά με τη διάχυση του ΦΠΑ στις τελικές τιμές καταναλωτή, διαπίστωσε τρία σημαντικά ευρήματα. Πρώτον, μόνο ένα μικρό μέρος των μειώσεων του ΦΠΑ, περίπου 6%, μετακυλίεται στις τελικές τιμές και αυτό μόνο βραχυπρόθεσμα.

Αντίθετα, οι αυξήσεις του ΦΠΑ μετακυλίονται στις τελικές τιμές σε ποσοστό περίπου 34%. Επιπλέον, η επαναφορά των συντελεστών ΦΠΑ οδηγεί σε δυσανάλογες αυξήσεις τιμών, κάτι που επιβαρύνει τον καταναλωτή.

Δεύτερον, μετά από ένα διάστημα 10 μηνών που ακολούθησε τη μείωση του ΦΠΑ, οι τιμές καταναλωτή επανήλθαν στα προηγούμενα επίπεδα. Τρίτον, οι μειώσεις του ΦΠΑ φαίνεται να οδηγούν σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων εις βάρος των καταναλωτών.

Οι προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας

Όσον αφορά τις προκλήσεις, το ευμετάβλητο εξωτερικό περιβάλλον, και ειδικότερα οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία, αυξάνουν τις αβεβαιότητες για την ελληνική οικονομία. Παράλληλα, οι μακροπρόθεσμες προκλήσεις παραμένουν.

Η ελληνική οικονομία έχει να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο επενδυτικό κενό, καθώς και τις μελλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον και την παραγωγικότητα. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την επιτάχυνση των επενδύσεων και την προώθηση του ρυθμού ανάπτυξης, τόσο στο βραχυπρόθεσμο όσο και, κυρίως, στο μακροπρόθεσμο.

Όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, παρά τη θετική επίδραση του υψηλού πληθωρισμού στα δημόσια έσοδα, το Γραφείο θεωρεί εφικτό τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 ύψους 2,1% του ΑΕΠ, εφόσον αποφευχθούν έκτακτες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και διατηρηθούν οι στόχοι του προϋπολογισμού ανέπαφοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου