Ὁ Ἰησοῦς, ἀκολουθούμενος ἀπό πολύ κόσμο, συναντᾶ στήν ἔξοδο κάποιας μικρῆς κωμόπολης μιά νεκρική πομπή πού ὁδηγεῖ τόν μοναχογιό μιᾶς χήρας μάνας στήν τελευταία του κατοικία. Τήν ἐποχή ἐκείνη στόν Ἰουδαϊσμό ἡ χήρα πού ἔχανε τό μοναχοπαίδι της ἔχανε τά πάντα, καί ἦταν ἀναγκασμένη νά
προσκολληθεῖ καί νά ἐξαρτᾶται ἀπό κάποιον κοντινό ἤ μακρινό συγγενή της. Ὁ Κύριος, λοιπόν, καταφθάνει τή δύσκολη ἐκείνη στιγμή, σταματᾶ τή νεκρική πορεία κρατώντας τό κρεβάτι τοῦ νεκροῦ παλληκαριοῦ, καί μέ εὐσπλαγχνία λέγει στή μητέρα: "Μή κλαῖς". Κατόπιν ἀπευθύνεται στόν νεκρό, λέγοντας, "Νεαρέ, σέ σένα λέω, σήκω ἐπάνω." Καί σηκώνεται καθιστός ὁ νεκρός κι ἀρχίζει νά μιλᾶ, καί ὁ Κύριος τόν δίνει πίσω στή μητέρα του. Καί τό πλῆθος ὅλο καταλαμβάνεται ἀπό φόβο καί δοξάζουν τόν Θεό, λέγοντας ὅτι "ἐπισκέφθηκε" ὡς ἰατρός τόν λαό Του.Τό περιστατικό αὐτό σκιαγραφεῖ δύο θαυμαστά χαρακτηριστικά τοῦ θεανθρώπου Κυρίου.
Ἀφενός τήν εὐσπλαγχνία Του, ἀφετέρου τήν ἐξουσία του πάνω στόν θάνατο.
Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού δείχνει ὁ Θεός τήν εὐσπλαγχνία Του. Ἐδῶ ὅμως ἡ συμπάθειά Του ἀποκαλύπτεται μέ ἕναν τρόπο στοργικό καί δυναμικό. Φαίνεται ὅτι σπεύδει νά φθάσει στή μικρή κώμη πού δέν ἀναφέρεται πουθενά ἀλλοῦ στήν ἱστορία. Σπεύδει γνωρίζοντας, ὡς Θεός, ὅτι θά συναντήσει τή πομπή τοῦ θανάτου καί τήν άπελπισμένη μητέρα, καί θέλει νά παύσει τόν θρῆνο της. Σπεύδει πάντοτε ὁ Χριστός κοντά στόν πονεμένο ἄνθρωπο, εἶναι παρών σέ ὁποιαδήποτε θλίψη καί δοκιμασία.
Ἐδῶ λοιπόν μέ ποιόν τρόπο ἐνεργεῖ; Προσφέρει ὄχι ἁπλῶς λόγο παρηγοριᾶς, ἀλλά τή λύση τῆς αἰτίας τοῦ θρήνου. Δέν ἀρκεῖται νά πεῖ στήν ἀπαρηγόρητη γυναῖκα "μή κλαῖς", ἀλλά μετατρέπει τά δάκρυα τῆς λύπης σέ δάκρυα χαρᾶς. Συχνά λέμε στούς πονεμένους, "μή κλαῖς". Ἡ προσέγγιση, ὅμως, τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. "Μή κλαῖς, διότι ἐγώ θά λύσω τήν αἰτία τοῦ πένθους σου".
Ἔτσι, ὁ Κύριος ἀνασταίνει τόν νεκρό μέ τόν λόγο Του, ἀποκαλύπτοντας τήν κυριαρχία Του ἐπάνω στόν θάνατο. Μάλιστα, καί πρίν ἀπευθύνει λόγο, κρατᾶ μέ τό χέρι Του τή σορό, ἐνῶ ἀπαγορεύεται τοῦτο ἀπό τόν Μωσαϊκό νόμο, καί μέ τόν τρόπο αὐτό φανερώνει ὅτι καί τό σῶμα Του, ὅπως καί ὁ λόγος Του, εἶναι πλῆρες θεϊκῆς δυνάμεως, καί ἔχει ζωοποιό ἐνέργεια.
Ὅλα τά θαύματα τοῦ Κυρίου μας εἶναι σημεῖα τῆς ἐρχόμενης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο καί οἱ ἀναστάσεις. Εἶναι σημεῖα τῆς ἀθανασίας καί ἀφθαρσίας, προάγγελοι τῆς ὁριστικῆς κατάργησης τοῦ θανάτου. Ὁ Κύριος δέν κατήργησε τότε μέ τήν ἀνάσταση τοῦ νέου τόν θάνατο. Ὁ νεαρός δέν ἔγινε ἀθάνατος, κάποια στιγμή ἔφθασε ὁριστικά, ὅπως θα φθάσουμε ὅλοι μας, στό κατώφλι τοῦ θανάτου. Πλήν ὅμως, ὁ Χριστός ἔδωσε σημεῖο τοῦ ποιός εἶναι κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ἔδωσε ἀπόδειξη ὅτι ἡ ζωή πού προσφέρει ὁ Θεός εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τόν θάνατο, ὥστε ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τήν πραγματικότητα τοῦ θανάτου, νά γνωρίζουμε ὅτι εἶναι προσωρινός, ὅτι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔγινε πρωτότοκος ἀδελφός μας, εἶναι ἡ ζωή καί ἡ ἀνάστασις τοῦ κόσμου.
Αὐτή ἡ γνώση εἶναι πού ἀφαιρεῖ τόν φόβο τοῦ θανάτου, καί μετριάζει τή θλίψη γιά τήν ἀπώλεια προσφιλῶν προσώπων.
Ὅλα τά γλυκαίνει ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ θάνατος ἔγινε γέφυρα πρός τόν οὐράνιο κόσμο καί, πρό πάντων, ὅτι δέν εἶναι τό τέλος, ἀλλά ὕπνος πού ἀναπαύει τούς κεκοιμημένους. Ἔτσι, ὅλοι οἱ ἐκδημήσαντες θά ξαναπάρουν πάλι τό σῶμα τους καί θά ἀναστηθοῦν ἐν δόξῃ. Αὐτή εἶναι ἡ πίστη μας. Ὄχι ἁπλῶς ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς, ἀλλά ἡ ἀνάσταση καί ζωή ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερο πλησιάζουμε καί κοινωνοῦμε τόν Χριστό, ὅσο περισσότερο ἀφήνουμε τόν Χριστό νά πλησιάσει καί νά κρατήσει τή σορό τῆς ὑπάρξεώς μας, τόσο περισσότερο θά κατανοοῦμε τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως καί αἰωνιότητας.
Κάθε φορά πού προπέμπουμε κάποιον νεκρό συγγενή μας, νά θυμόμαστε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, ἀναστημένος καί ζωντανός, καί μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ ζωή δέν εἶναι πορεία πρός τόν θάνατο, ἀλλά πρός τήν ἀνάσταση. Ἄλλες φορές ἡ νεκρική πομπή συνοδεύει τήν ψυχή μας, ὅταν αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε νεκροί, ἐξαιτίας εἴτε τῶν δοκιμασιῶν εἴτε τῶν παθῶν μας εἴτε τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, πρόθυμος νά ἀγγίξει τή σορό καί νά μᾶς δώσει πίσω ἀναστημένη τήν ψυχή μας.
Ἀξίωσέ με, Κύριε, κάθε φορά πού ἔρχεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου νά κυριεύσει τήν ψυχή μου, κάθε φορά πού ἡ θλίψη ἐπιχειρεῖ νά μέ γονατίσει, κάθε φορά πού τά πάθη προσπαθοῦν νά μέ σύρουν στόν πνευματικό θάνατο, ἀξίωσέ με νά δέχομαι μέ εύγνωμοσύνη τήν ἄπειρη εὐσπλαγχνία Σου, νά κατανοῶ τήν παντοδυναμία Σου, καί νά φυλάσσω στήν καρδιά μου τόν ζωοποιό λόγο Σου.
Ὁ Ἰησοῦς, ἀκολουθούμενος ἀπό πολύ κόσμο, συναντᾶ στήν ἔξοδο κάποιας μικρῆς κωμόπολης μιά νεκρική πομπή πού ὁδηγεῖ τόν μοναχογιό μιᾶς χήρας μάνας στήν τελευταία του κατοικία. Τήν ἐποχή ἐκείνη στόν Ἰουδαϊσμό ἡ χήρα πού ἔχανε τό μοναχοπαίδι της ἔχανε τά πάντα, καί ἦταν ἀναγκασμένη νά προσκολληθεῖ καί νά ἐξαρτᾶται ἀπό κάποιον κοντινό ἤ μακρινό συγγενή της. Ὁ Κύριος, λοιπόν, καταφθάνει τή δύσκολη ἐκείνη στιγμή, σταματᾶ τή νεκρική πορεία κρατώντας τό κρεβάτι τοῦ νεκροῦ παλληκαριοῦ, καί μέ εὐσπλαγχνία λέγει στή μητέρα: "Μή κλαῖς". Κατόπιν ἀπευθύνεται στόν νεκρό, λέγοντας, "Νεαρέ, σέ σένα λέω, σήκω ἐπάνω." Καί σηκώνεται καθιστός ὁ νεκρός κι ἀρχίζει νά μιλᾶ, καί ὁ Κύριος τόν δίνει πίσω στή μητέρα του. Καί τό πλῆθος ὅλο καταλαμβάνεται ἀπό φόβο καί δοξάζουν τόν Θεό, λέγοντας ὅτι "ἐπισκέφθηκε" ὡς ἰατρός τόν λαό Του.
Τό περιστατικό αὐτό σκιαγραφεῖ δύο θαυμαστά χαρακτηριστικά τοῦ θεανθρώπου Κυρίου. Ἀφενός τήν εὐσπλαγχνία Του, ἀφετέρου τήν ἐξουσία του πάνω στόν θάνατο.
Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού δείχνει ὁ Θεός τήν εὐσπλαγχνία Του. Ἐδῶ ὅμως ἡ συμπάθειά Του ἀποκαλύπτεται μέ ἕναν τρόπο στοργικό καί δυναμικό. Φαίνεται ὅτι σπεύδει νά φθάσει στή μικρή κώμη πού δέν ἀναφέρεται πουθενά ἀλλοῦ στήν ἱστορία. Σπεύδει γνωρίζοντας, ὡς Θεός, ὅτι θά συναντήσει τή πομπή τοῦ θανάτου καί τήν άπελπισμένη μητέρα, καί θέλει νά παύσει τόν θρῆνο της. Σπεύδει πάντοτε ὁ Χριστός κοντά στόν πονεμένο ἄνθρωπο, εἶναι παρών σέ ὁποιαδήποτε θλίψη καί δοκιμασία.
Ἐδῶ λοιπόν μέ ποιόν τρόπο ἐνεργεῖ; Προσφέρει ὄχι ἁπλῶς λόγο παρηγοριᾶς, ἀλλά τή λύση τῆς αἰτίας τοῦ θρήνου. Δέν ἀρκεῖται νά πεῖ στήν ἀπαρηγόρητη γυναῖκα "μή κλαῖς", ἀλλά μετατρέπει τά δάκρυα τῆς λύπης σέ δάκρυα χαρᾶς. Συχνά λέμε στούς πονεμένους, "μή κλαῖς". Ἡ προσέγγιση, ὅμως, τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. "Μή κλαῖς, διότι ἐγώ θά λύσω τήν αἰτία τοῦ πένθους σου".
Ἔτσι, ὁ Κύριος ἀνασταίνει τόν νεκρό μέ τόν λόγο Του, ἀποκαλύπτοντας τήν κυριαρχία Του ἐπάνω στόν θάνατο. Μάλιστα, καί πρίν ἀπευθύνει λόγο, κρατᾶ μέ τό χέρι Του τή σορό, ἐνῶ ἀπαγορεύεται τοῦτο ἀπό τόν Μωσαϊκό νόμο, καί μέ τόν τρόπο αὐτό φανερώνει ὅτι καί τό σῶμα Του, ὅπως καί ὁ λόγος Του, εἶναι πλῆρες θεϊκῆς δυνάμεως, καί ἔχει ζωοποιό ἐνέργεια.
Ὅλα τά θαύματα τοῦ Κυρίου μας εἶναι σημεῖα τῆς ἐρχόμενης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο καί οἱ ἀναστάσεις. Εἶναι σημεῖα τῆς ἀθανασίας καί ἀφθαρσίας, προάγγελοι τῆς ὁριστικῆς κατάργησης τοῦ θανάτου. Ὁ Κύριος δέν κατήργησε τότε μέ τήν ἀνάσταση τοῦ νέου τόν θάνατο. Ὁ νεαρός δέν ἔγινε ἀθάνατος, κάποια στιγμή ἔφθασε ὁριστικά, ὅπως θα φθάσουμε ὅλοι μας, στό κατώφλι τοῦ θανάτου. Πλήν ὅμως, ὁ Χριστός ἔδωσε σημεῖο τοῦ ποιός εἶναι κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ἔδωσε ἀπόδειξη ὅτι ἡ ζωή πού προσφέρει ὁ Θεός εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τόν θάνατο, ὥστε ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τήν πραγματικότητα τοῦ θανάτου, νά γνωρίζουμε ὅτι εἶναι προσωρινός, ὅτι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔγινε πρωτότοκος ἀδελφός μας, εἶναι ἡ ζωή καί ἡ ἀνάστασις τοῦ κόσμου. Αὐτή ἡ γνώση εἶναι πού ἀφαιρεῖ τόν φόβο τοῦ θανάτου, καί μετριάζει τή θλίψη γιά τήν ἀπώλεια προσφιλῶν προσώπων. Ὅλα τά γλυκαίνει ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ θάνατος ἔγινε γέφυρα πρός τόν οὐράνιο κόσμο καί, πρό πάντων, ὅτι δέν εἶναι τό τέλος, ἀλλά ὕπνος πού ἀναπαύει τούς κεκοιμημένους. Ἔτσι, ὅλοι οἱ ἐκδημήσαντες θά ξαναπάρουν πάλι τό σῶμα τους καί θά ἀναστηθοῦν ἐν δόξῃ. Αὐτή εἶναι ἡ πίστη μας. Ὄχι ἁπλῶς ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς, ἀλλά ἡ ἀνάσταση καί ζωή ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερο πλησιάζουμε καί κοινωνοῦμε τόν Χριστό, ὅσο περισσότερο ἀφήνουμε τόν Χριστό νά πλησιάσει καί νά κρατήσει τή σορό τῆς ὑπάρξεώς μας, τόσο περισσότερο θά κατανοοῦμε τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως καί αἰωνιότητας.
Κάθε φορά πού προπέμπουμε κάποιον νεκρό συγγενή μας, νά θυμόμαστε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, ἀναστημένος καί ζωντανός, καί μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ ζωή δέν εἶναι πορεία πρός τόν θάνατο, ἀλλά πρός τήν ἀνάσταση. Ἄλλες φορές ἡ νεκρική πομπή συνοδεύει τήν ψυχή μας, ὅταν αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε νεκροί, ἐξαιτίας εἴτε τῶν δοκιμασιῶν εἴτε τῶν παθῶν μας εἴτε τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, πρόθυμος νά ἀγγίξει τή σορό καί νά μᾶς δώσει πίσω ἀναστημένη τήν ψυχή μας.
Ἀξίωσέ με, Κύριε, κάθε φορά πού ἔρχεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου νά κυριεύσει τήν ψυχή μου, κάθε φορά πού ἡ θλίψη ἐπιχειρεῖ νά μέ γονατίσει, κάθε φορά πού τά πάθη προσπαθοῦν νά μέ σύρουν στόν πνευματικό θάνατο, ἀξίωσέ με νά δέχομαι μέ εύγνωμοσύνη τήν ἄπειρη εὐσπλαγχνία Σου, νά κατανοῶ τήν παντοδυναμία Σου, καί νά φυλάσσω στήν καρδιά μου τόν ζωοποιό λόγο Σου.
Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com/2023/10/8-2023_5.html#ixzz8FNvRVd4j
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου