του Martin Wolf
Πώς μπορεί να τελειώσει η παγκοσμιοποίηση; Ορισμένοι φαίνεται να φαντάζονται μια σχετικά ειρηνική «αποσύνδεση» οικονομιών που μέχρι πρόσφατα ήταν τόσο στενά συνδεδεμένες. Αλλά είναι πιθανόν η ρήξη των οικονομικών δεσμών να αποτελεί ταυτόχρονα και τη συνέπεια και την αιτία βαθύτερης παγκόσμιας διχόνοιας. Αν συμβεί αυτό, τότε είναι πιθανόν να υπάρξει ένα
πιο καταστροφικό τέλος της παγκοσμιοποίησης.Η ανθρωπότητα, δυστυχώς, το έχει ξανακάνει αυτό. Από τη βιομηχανική επανάσταση στις αρχές του 19ου αιώνα, είχαμε δυο περιόδους εμβάθυνσης της διασυνοριακής οικονομικής ενοποίησης και μια του αντίστροφου. Η πρώτη περίοδος της παγκοσμιοποίησης προηγήθηκε του 1914. Η δεύτερη άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του 1940, αλλά επιταχύνθηκε και διευρύνθηκε από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, καθώς ακόμα περισσότερες οικονομίες ενοποιήθηκαν. Στο ενδιάμεσο ήρθε μια μακρά περίοδος αποπαγκοσμιοποίησης, που οριοθετήθηκε από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και βάθυνε από την Ύφεση και τον προστατευτισμό που και τη συνόδευσαν και την επιδείνωσαν. Τέλος, από την οικονομική κρίση του 2007-09, η παγκοσμιοποίηση ούτε βαθαίνει ούτε αντιστρέφεται.
Αυτό το ιστορικό υποδηλώνει πως μια περίοδος αποπαγκοσμιοποίησης πιθανόν δεν θα είναι μια χαρούμενη περίοδος. Αντιθέτως, το 1914-1945 σημαδεύτηκε από την κατάρρευση της πολιτικής και οικονομικής τάξης, τόσο εγχώρια όσο και παγκοσμίως. Η επανάσταση των Μπολσεβίκων το 1917, από μόνη της επίπτωση του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, εξαπέλυσε τον κομμουνισμό στον κόσμο. Κατά ορισμένες εκτιμήσεις, ο κομμουνισμός σκότωσε περίπου 100 εκατ. ανθρώπους, ακόμα περισσότερους απ’ όσο οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι.
Αυτή η περίοδος χάους και καταστροφής είχε κάποια επωφελή αποτελέσματα: κατέστησε ανέφικτες της ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες, γέννησε τα σύγχρονα κράτη πρόνοιας και έδωσε στους ανθρώπους λίγο περισσότερη επίγνωση της κοινής τους μοίρας. Ωστόσο, συνολικά, ήταν μια εποχή καταστροφής.
Ένα αμφιλεγόμενο ερώτημα είναι πώς και πόσο πολύ συνδέεται η ειρήνη με την παγκοσμιοποίηση. Όπως υποστήριξε πρόσφατα ο John Plender, το εμπόριο δεν εξασφαλίζει απαραίτητα την ειρήνη. H έναρξη του πρώτου παγκόσμιου πολέμου σε μια περίοδο σχετικά δυναμικού εμπορίου οπωσδήποτε το δείχνει αυτό. To αιτιατό πάει μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση, από την ειρήνη στο εμπόριο. Σε μια περίοδο συνεργασίας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, το εμπόριο τείνει να αναπτύσσεται. Σε μια περίοδο αμοιβαίας καχυποψίας, ιδιαίτερα μιας περιόδου ανοικτής σύγκρουσης, το εμπόριο καταρρέει, όπως βλέπουμε τώρα μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης.
Κάποιες φορές ο κόσμος δείχνει τον Άγγλο φιλελεύθερο Norman Angell ως αφελή πιστό της άποψης πως το εμπόριο θα έφερνε ειρήνη. Ωστόσο, στο «The Great Illusion», που γράφτηκε λίγο πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, υποστήριζε πως οι χώρες δεν είχαν να κερδίσουν τίποτα αξίας από τον πόλεμο. Η επακόλουθη εμπειρία δικαίωσε παντελώς την άποψή του: όλοι οι αρχικοί συμμετέχοντες στον πόλεμο έχασαν.
Ομοίως, οι απλοί Ρώσοι δεν θα επωφεληθούν από την κατάκτηση της Ουκρανίας ούτε οι απλοί Κινέζοι από την κατάκτηση της Ταϊβάν. Αλλά αυτή η αλήθεια δεν απέκλειε τη σύρραξη. Υπό την ηγεσία ψυχοπαθών και την επιρροή του εθνικισμού και άλλων επικίνδυνων ιδεολογιών, είμαστε ικανοί για τερατώδεις ανοησίες και τρομακτικά εγκλήματα.
Μια πιθανή απάντηση είναι πως τίποτα παρόμοιο με αυτό που συνέβη κατά τη «μεγάλη αποπαγκοσμιοποίηση» του 20ού αιώνα δεν μπορεί να συμβεί αυτή τη φορά. Στη χειρότερη περίπτωση, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι λίγο σαν τον ψυχρό πόλεμο. Αυτό, ωστόσο, είναι αδικαιολόγητα αισιόδοξο. Είναι πολύ πιθανό οι επιπτώσεις μιας ρήξης στις σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων να είναι ακόμα χειρότερη στη δική μας εποχή απ’ ό,τι ήταν τότε.
Ένας προφανής λόγος είναι πως η ικανότητά μας για αμοιβαία εξολόθρευση είναι πολύ μεγαλύτερη σήμερα. Μια ανησυχητική πρόσφατη μελέτη του Rutgers University υποστηρίζει πως ένας ολοκληρωτικός πυρηνικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας, ιδιαίτερα δεδομένης της πιθανότητας ενός «πυρηνικού χειμώνα», θα μπορούσε να σκοτώσει περισσότερους από 5 δισ. ανθρώπους. Είναι αυτό αδιανόητο; Δυστυχώς, όχι.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ακόμα χειρότερο αυτή τη φορά είναι πως εξαρτόμαστε από ένα υψηλό επίπεδο «φωτισμένης συνεργασίας» για να διατηρήσουμε έναν κατοικήσιμο πλανήτη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Κίνα και τις ΗΠΑ, που μαζί παράγουν πάνω από το 40% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Το κλίμα είναι μια κατ’ εξοχήν πρόκληση συλλογικής δράσης. Μια κατάρρευση των συνεργατικών σχέσεων είναι πιθανόν να βάλει τέλος σε οποιαδήποτε πιθανότητα υπάρχει να αποφευχθεί μια ανεξέλεγκτη διαδικασία κλιματικής αλλαγής.
Τότε θα πρέπει να βασιστούμε στην ελπίδα ότι οι σημερινές βαθύτερες παγκόσμιες διαιρέσεις μπορούν να περιοριστούν, όπως συνέβαινε, σε γενικές γραμμές, κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Ένας αντίλογος σε αυτή την ελπίδα είναι ότι υπήρξαν κάποιες στιγμές κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου που φτάσαμε στο παρά ένα. Ο δεύτερος είναι ότι η σοβιετική οικονομία δεν ήταν ενσωματωμένη στην παγκόσμια, ενώ η Κίνα και η Δύση είναι τόσο ανταγωνιστές όσο και ενσωματωμένες μεταξύ τους και με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν υπάρχει ανώδυνος τρόπος να αποσυνδεθούν αυτοί οι οικονομικοί δεσμοί. Είναι ανόητο να φανταζόμαστε ότι υπάρχει. Η προσπάθεια φαίνεται βέβαιο ότι θα δημιουργήσει συγκρούσεις.
Πράγματι, οι έλεγχοι που ανακοινώθηκαν πρόσφατα στις αμερικανικές εξαγωγές ημιαγωγών και συναφών τεχνολογιών προς την Κίνα φαίνεται να αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα. Σίγουρα, αυτό είναι πολύ πιο απειλητικό για το Πεκίνο από οτιδήποτε έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο στόχος είναι σαφώς η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας. Πρόκειται για μια πράξη οικονομικού πολέμου. Θα μπορούσε κανείς να συμφωνήσει με αυτό. Αλλά θα έχει τεράστιες γεωπολιτικές συνέπειες.
Η αποπαγκοσμιοποίηση είναι πολύ απίθανο να είναι το αποτέλεσμα μιας προσεκτικά βαθμονομημένης και έξυπνης αποσύνδεσης. Εμείς οι άνθρωποι δεν λειτουργούμε έτσι. Οι άνθρωποι μπορεί να προσποιούνται ότι η αποπαγκοσμιοποίηση έχει να κάνει με τη μείωση της ανισότητας. Αυτό είναι επίσης ανοησία: οι πιο ανοικτές οικονομίες είναι συχνά σχετικά ίσες.
Οι συγκρούσεις για την εξουσία είναι αυτές που απειλούν περισσότερο την παγκοσμιοποίηση. Αναζητώντας να ενισχύσουν την ασφάλειά τους, οι μεγάλες δυνάμεις κάνουν τους αντιπάλους τους πιο ανασφαλείς, δημιουργώντας ένα φαύλο πτωτικό σπιράλ δυσπιστίας. Έχουμε ήδη διανύσει μεγάλη απόσταση σε αυτό το πτωτικό σπιράλ. Αυτή η πραγματικότητα θα διαμορφώσει την τύχη της παγκόσμιας οικονομίας. Δεν οδεύουμε προς έναν καλοήθη τοπικισμό, αλλά προς έναν ανταγωνισμό αρνητικού αθροίσματος.
Ο κόσμος μας μπορεί να μην επιβιώσει από μια ιογενή έξαρση αυτής της ασθένειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου