Η στρατιωτική κατασκοπεία είναι τόσο
παλιά, όσο και οι ίδιοι οι πόλεμοι. Θεωρείται ως ένας απαραίτητος
μηχανισμός για την αντιμετώπιση κρίσιμων προβλημάτων του κράτους.
Από τη στιγμή της δημιουργίας των Ρως του Κιέβου και μέχρι τη σημερινή εποχή μπορεί κανείς να
βρει πολλά επιτυχημένα παραδείγματα κατασκοπευτικής δράσης προς το συμφέρον της Ρωσίας.
Ένας Άραβας χρονογράφος του 10ου αιώνα διηγείται ότι το έτος 838 απεσταλμένοι του Ρώσου πρίγκιπα έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, και στη συνέχεια στη Βαγδάτη υποδυόμενοι Ρώσους εμπόρους και συγκέντρωναν εκεί σημαντικές πληροφορίες για τις βυζαντινο-αραβικές σχέσεις.
Από τη στιγμή της δημιουργίας των Ρως του Κιέβου και μέχρι τη σημερινή εποχή μπορεί κανείς να
βρει πολλά επιτυχημένα παραδείγματα κατασκοπευτικής δράσης προς το συμφέρον της Ρωσίας.
Στην
αρχαία Ρωσία για την κατασκοπευτική δραστηριότητα στην Ανατολή
χρησιμοποιούσαν την εμπορική «κάλυψη».
Ένας Άραβας χρονογράφος του 10ου αιώνα διηγείται ότι το έτος 838 απεσταλμένοι του Ρώσου πρίγκιπα έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, και στη συνέχεια στη Βαγδάτη υποδυόμενοι Ρώσους εμπόρους και συγκέντρωναν εκεί σημαντικές πληροφορίες για τις βυζαντινο-αραβικές σχέσεις.
Με
την υιοθέτηση του Χριστιανισμού στη Ρωσία, για την κατασκοπευτική
δραστηριότητα των Ρώσων πριγκίπων ευρεία χρήση απέκτησε η θρησκευτική
κάλυψη.
Τους ιερείς, που πραγματοποιούσαν προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ και
τους Άγιους Τόπους, χρησιμοποιούσαν ενεργά για τη συλλογή
κατασκοπευτικής πληροφορίας.
Για
τα ρωσικά πριγκιπάτα, που βρίσκονταν υπό στρατιωτική πίεση και από τη
Δύση και από την Ανατολή, η κατασκοπεία ήταν μία από τις κύριες συνθήκες
επιβίωσης.
Τον 13ο αιώνα ο πρίγκιπας Αλεξάντρ Νέφσκι προσωπικά
ανέπτυσσε όλες τις στρατιωτικές και εξωτερικής πολιτικής εκδηλώσεις.
Όταν το 1240 τα σουηδικά στρατεύματα εμφανίστηκαν στις εκβολές του
ποταμού Ιζόρα, στα σύνορα του Νόβγκοροντ υπηρετούσαν στρατιώτες από τις
τοπικές φυλές. Έτσι, παραθαλάσσια παρακολουθούσαν ένοπλοι άνδρες από τη
φυλή Βοντ.
Ο επικεφαλής ενός φυλακίου, όπως μαρτυρεί η χρονογραφία,
ανακάλυψε ένα σουηδικό στόλο και ό,τι είδε το ανέφερε στον Αλεξάντρ.
Λαμβάνοντας τις πληροφορίες, οι κάτοικοι του Νόβγκοροντ επιτέθηκαν
ξαφνικά. Οι εχθροί νικήθηκαν, όσοι απέμειναν διέφυγαν με τα άθικτα
πλοία. Οι απώλειες των κατοίκων του Νόβγκοροντ ήταν πολύ μικρές.
Τον
14ο αιώνα ο πρίγκιπας Ντμίτρι της Μόσχας, στη διάρκεια της
προετοιμασίας για μία αποφασιστική μάχη με τους Μογγόλους κατακτητές,
έστειλε απεσταλμένο στον ηγεμόνα στη Χρυσή Ορδή με πολύ χρυσό, ασήμι και
δύο μεταφραστές. Εκεί «μέσω πιστών ανθρώπων» ο απεσταλμένος έμαθε για
τα σχέδια του ηγεμόνα να πραγματοποιήσει πορεία προς τη Ρωσία, ενώνοντας
τις δυνάμεις με τα στρατεύματα του Λιθουανού πρίγκιπα Γιαγκάιλα και τον
πρίγκιπα Ολέγκ του Ριαζάν.
Αυτοί σκόπευαν να ενωθούν και να
επιχειρήσουν κοινή πορεία προς τη Μόσχα. Λαμβάνοντας από τον απεσταλμένο
την είδηση αυτή, ο πρίγκιπας Ντμίτρι αποφάσισε να προλάβει τους εχθρούς
και να διαλύσει τα στρατεύματα του ηγεμόνα πριν την έλευση των συμμάχων
του. Έτσι, με τη βοήθεια της κατασκοπείας ο πρίγκιπας Ντμίτρι δεν
επέτρεψε την ένωση των Μογγόλων με τους Λιθουανούς, γεγονός που καθόρισε
σε μεγάλο βαθμό τη νίκη των ρωσικών στρατευμάτων.
Ωστόσο,
μέχρι μία επαγγελματική κρατική κατασκοπευτική υπηρεσία ήταν ακόμα
μακρυά. Η πρώτη κρατική υπηρεσία τέτοιου είδους είχε δημιουργηθεί την
εποχή του Ιβάν Δ΄ του Τρομερού.
Η άποψη της Σύνταξης μπορεί να μη συμπίπτει με την άποψη του/της αρθρογράφου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου